Ο καθηγητής He Jiankui προκάλεσε σοκ στον επιστημονικό κόσμο όταν το 2018 ανακοίνωσε ότι αφαίρεσε το γονίδιο CCR5 από το DNA εμβρύων στην προσπάθεια του να έχουν φυσική ανοσία έναντι του HIV τα δίδυμα κορίτσια Nana και Lulu, που γεννήθηκαν.
Έκτοτε σε διάφορα επιστημονικά άρθρα γίνεται μια προσπάθεια πρόβλεψης των επιπτώσεων της παράτολμης αυτής επιλογής του αμφιλεγόμενου Κινέζου ερευνητή.
Τον περασμένο Φεβρουάριο άρθρο που δημοσιεύθηκε στο MIT Technology Review υποστήριζε ότι η αφαίρεση του γονιδίου CCR5 από το DNA των διδύμων, εκτός από ανοσία έναντι του ιού HIV ενδεχομένως να τους προσδίδει περισσότερη ευφυΐα.
Τώρα ένα δεύτερο άρθρο που δημοσιεύεται στο Nature Medicine υποστηρίζει ότι τα άτομα που έχουν εκ φύσεως την μετάλλαξη αυτή στο DNA τους είναι πιθανότερο να πεθάνουν σε νεότερη ηλικία. Οι συντάκτες του άρθρου χαρακτηρίζουν μάλιστα την πράξη του Δρ. He «πολύ επικίνδυνη» και «ανόητη».
Το γονίδιο CCR5 που απάλειψε από το DNA των εμβρύων ο Κινέζος επιστήμονας εμπεριέχει γενετικές οδηγίες που είναι σημαντικές για τον τρόπο λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος. Επίσης, είναι και η «είσοδος» που διαβαίνει ο ιός HIV για να μπορέσει να μολύνει τα κύτταρα του ανθρώπινου σώματος. Μεταλλάσσοντας το CCR5 ο Δρ. He ουσιαστικά «κλείδωσε» αυτή την πόρτα χαρίζοντας στα δύο μικρά κοριτσάκια φυσική ανοσία έναντι του HIV.
Το πρόβλημα ωστόσο είναι ότι το γονίδιο CCR5 παίζει τελικά έναν πολύ μεγαλύτερο ρόλο στο ανθρώπινο σώμα από το να καθιστά το άτομο ευάλωτο στον HIV. Παίζει καίριο ρόλο στην καταπολέμηση και άλλων λοιμώξεων, όπως η γρίπη, και η δραστηριότητά του είναι καίριας σημασίας και για τον εγκέφαλο.
Ομάδα ειδικών του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια, Berkeley, αναλύοντας πληροφορίες για το γονίδιωμα σχεδόν 410.000 ατόμων που ήταν εγγεγραμμένοι στην βρετανική βάση δεδομένων UK Biobank, διαπίστωσαν ότι όσοι έφεραν μεταλλαγμένη εκδοχή του CCR5 είχαν 20% περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν πριν συμπληρώσουν το 78ο έτος ζωής.
«Όπως καταλαβαίνετε, δεν είναι μια μετάλλαξη που θα ήθελε κάποιος να έχει», σημειώνει με νόημα ο καθηγητής Rasmus Nielsen από το αμερικανικό πανεπιστήμιο.
Και η ερευνήτρια Xinzhu Wei συμπληρώνει ότι η τεχνική του Crispr, γνωστή και ως «γονιδιακό ψαλίδι», είναι πολύ επικίνδυνο να χρησιμοποιείται για την τροποποίηση του ανθρώπινου DNA, πόσω μάλλον όταν πρόκειται για παιδιά.
Η καθηγήτρια Robin Lovell-Badge από το Ινστιτούτο Francis Crick προσθέτει δε ότι «είναι αδύνατον προς το παρόν να προβλέψουμε αν οι μεταλλάξεις που έχει υποστεί το DNA των διδύμων κοριτσιών θα έχουν κάποια επίπτωση στην υγεία τους, δεδομένου ότι η αμερικανική μελέτη δεν απέδειξε ότι κάθε φορέας της μετάλλαξης απεβίωσε σε νεαρή ηλικία».
Και υπενθυμίζει ότι η διάρκεια ζωής του κάθε ανθρώπου είναι απόρροια του DNA με το οποίο γεννιέται αλλά και το τρόπου και του περιβάλλοντος στο οποίο ζει.