Η εμβολιαστική προσέγγιση που θέλει την ανάμιξη δύο διαφορετικών εμβολίων φαίνεται πως αποτελεί την πιο αποδοτική μέθοδο προστασίας ενάντια στον κορωνοϊό. Ειδικότερα, η χορήγηση διαφορετικού τύπου εμβολίου στην τρίτη ή «αναμνηστική» δόση από αυτού που χορηγήθηκε τις δύο προηγούμενες δόσεις οδηγεί στην καλύτερη απόδοση του εμβολίου, σε σύγκριση με την χορήγηση του ίδιου εμβολίου και για τις τρεις δόσεις.
Τα παραπάνω είναι τα συμπεράσματα μελέτης δύο πανεπιστημίων της Χιλής (Universidad del Desarrollo και Pontificia Universidad Católica de Chile), που αξιοποίησε στοιχεία του εθνικού εμβολιαστικού προγράμματος της Χιλής και θα παρουσιαστεί στο φετινό Ευρωπαϊκό Συνέδριο Κλινικής Μικροβιολογίας & Λοιμωδών Νοσημάτων. Η μελέτη έχει δημοσιευτεί στο The Lancet Global Health.
Η διαφορά ανάμεσα στα εμβόλια
Η μελέτη αξιολόγησε την αποτελεσματικότητα της ενισχυτικής δόσης τριών εμβολίων: της Sinovac, της AstraZeneca και της Pfizer. Τα άτομα που συμμετείχαν στη μελέτη είχαν ολοκληρώσει τον εμβολιασμό τους με δύο δόσεις του εμβολίου της Sinovac (γνωστό ως CoronaVac). Το συγκεκριμένο εμβόλιο ήταν αυτό που χορηγήθηκε κατά κόρον στη Χιλή και ισούται με τις μισές δόσεις εμβολίου COVID-19 που χορηγούνται παγκοσμίως.
Τα άτομα πραγματοποίησαν τον εμβολιασμό τους από τις 2 Φεβρουαρίου του 2021 έως τις 10 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου, ενώ στην έρευνα δεν συμπεριλήφθηκαν άτομα με πιθανή ή επιβεβαιωμένη λοίμωξη COVID-19 πριν τις 2 Φεβρουαρίου.
Συνολικά, χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από σχεδόν 4 εκατομμύρια εμβολιασμένους, που είχαν εμβολιαστεί με το CoronaVac (2 δόσεις) και έλαβαν αναμνηστική δόση κατά τη διάρκεια της μελέτης. Το 46,5% αυτών έλαβε ενισχυτική δόση με το εμβόλιο AstraZeneca, το 48,9% με το εμβόλιο της Pfizer και το 4,5% με το CoronaVac.
Χρησιμοποιώντας ως εργαλείο τη στατιστική μοντελοποίηση και για να υπολογίσουν την αποτελεσματικότητα του εμβολίου ως προς την προστασία από τη συμπτωματική νόσηση, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι ενισχυτικές δόσεις προσέφεραν προστασία:
- 79% με CoronaVac
- 97% με Pfizer
- 93% με AstraZeneca
Όσον αφορά στην πρόληψη της νοσηλείας, της εισαγωγής σε ΜΕΘ και του θανάτου που σχετίζεται με τη λοίμωξη COVID-19, η αποτελεσματικότητα ανήλθε αντιστοίχως ως εξής:
- 86%, 92% και 87% για την αναμνηστική δόση με CoronaVac,
- 96%, 96% και 97% με Pfizer-BioNTech
- 98 %, 99% και 98% με AstraZeneca.
Όπως επισημαίνουν οι ερευνητές, οι ενισχυτικές δόσεις των εμβολίων είναι καθοριστικές για την ανοσοποίηση του οργανισμού, καθώς προσφέρουν επαρκή προστασία, ειδικότερα όταν οι δύο δόσεις έχουν πραγματοποιηθεί με εμβόλιο με αδρανοποιήμενο ιό όπως το CoronaVac. Σημειώνουν μάλιστα ότι αυτή είναι και μία από τις πρώτες μελέτες που εξετάζουν την αποτελεσματικότητα των αναμνηστικών δόσεων εμβολίων τέτοιας τεχνολογίας.
Προηγούμενες έρευνες κατέληξαν σε παρόμοια αποτελέσματα. Μελέτη στη Βραζιλία ανέδειξε την επαρκή αποτελεσματικότητα τόσο με τη χορήγηση του ίδιο εμβολίου για την τρίτη δόση όσο και με διαφορετικού εμβολίου. Ομοίως, μια μελέτη στις ΗΠΑ διαπίστωσε ότι ο συνδυασμός δύο διαφορετικών εμβολίων προσέφερε κατά μέσο όρο καλύτερη ανοσοαπόκριση.
Τέλος, σχετικές μελέτες για τον συνσυασμό των εμβολίων ανέδειξαν ότι η χορήγηση τρίτης δόσης με mRNA εμβόλιο προσφέρει μεγαλύτερη προστασία έναντι του κορωνοϊού.
Διαβάστε επίσης:
Κορωνοϊός – Αντισώματα: Τρία εμβόλια που παρέχουν καλύτερη ανοσία από τη φυσική νόσηση
Kορωνοϊός: Σούπερ ανοσία έχουν όσοι νόσησαν και είναι πλήρως εμβολιασμένοι, λέει νέα μελέτη
Κορωνοϊός: Η ανοσία της φυσικής λοίμωξης υπερέχει του εμβολιασμού; Δείτε την απάντηση