Σημαντικά ευρήματα σχετικά με το αποτύπωμα του νέου κορωνοϊού στην υγεία των παιδιατρικών ασθενών ανέδειξε πρόσφατη μελέτη από το Κολέγιο Ιατρών και Χειρουργών Vagelos του Πανεπιστημίου Κολούμπια και το Νοσοκομείο NewYork-Presbyterian, την πρώτη της Β. Αμερικής που παρακολούθησε διαμήκως τις καρδιακές και ανοσολογικές επιπτώσεις από το πολυσυστηματικό υπερφλεγμονώδες σύνδρομο σχετιζόμενο με COVID-19 σε παιδιά (Multisystem Inflammatory Syndrome in Children, MIS–C).
Το σύνδρομο αποτελεί μια σπάνια φλεγμονώδη επιπλοκή που πυροδοτείται από τον κορωνοϊό SARS-CoV-2 και προκαλεί υπερφλεγμονώδη αντίδραση σε ολόκληρο το σώμα. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα παιδιά ήταν ασυμπτωματικά ή είχαν ήπια συμπτώματα COVID-19 στην αρχή και εβδομάδες αργότερα εκδήλωσαν συμπτώματα όπως κοιλιακό άλγος, δερματικά εξανθήματα, καρδιακές διαταραχές και, σε ορισμένες περιπτώσεις, καρδιακή καταπληξία (αγγειοδιασταλτικό σοκ), χωρίς τη συμμετοχή του αναπνευστικού συστήματος.
Σύμφωνα με τα ευρήματα που δημοσιεύονται στο Pedriatics, τα καρδιολογικά και ανοσολογικά προβλήματα υποχώρησαν μετά από μερικούς μήνες.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν 45 παιδιατρικούς ασθενείς με το σύνδρομο και διάμεση ηλικία τα εννέα έτη, οι οποίοι χρειάστηκαν νοσηλεία σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ):
- το 80% είχε κάποιου είδους καρδιακή δυσλειτουργία
- οι μισοί σχεδόν μέτριες έως σοβαρές καρδιακές επιπλοκές όπως μειωμένη ικανότητα άντλησης, διαστολής της στεφανιαίας αρτηρίας και διαρροή καρδιακών βαλβίδων
- δύο στα τρία παιδιά εμφάνισαν προσωρινή μείωση στα επίπεδα των λευκών αιμοσφαιρίων τους κατά τη νοσηλεία,
- η πλειονότητα κατέγραψε αύξηση στους φλεγμονώδεις δείκτες και
- πάνω από τα μισά είχε αυξημένους καρδιακούς δείκτες που μαρτυρούν τραυματισμό της καρδιάς.
Για τον περιορισμό της φλεγμονώδους απόκρισης χρησιμοποιήθηκαν στεροειδή και, επιπλέον, στην πλειοψηφία των παιδιατρικών ασθενών, ενδοφλέβια χορηγούμενες ανοσοσφαιρίνες και ανοσορυθμιστές. Το ένα τρίτο των ασθενών χρειάστηκε μηχανική υποστήριξη αναπνοής και πάνω από τους μισούς θεραπείες για αύξηση και διατήρηση της αρτηριακής πίεσης, ενώ κανένας δεν χρειάστηκε εξωσωματική υποστήριξη ζωής (ECMO).
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι ανοσολογικές διαταραχές και οι δείκτες καρδιακού τραυματισμού επέστρεψαν σε φυσιολογικά επίπεδα μερικές εβδομάδες από το εξιτήριο των παιδιών και, τέσσερις μήνες μετά, οι περισσότερες καρδιολογικές διαταραχές είχαν υποχωρήσει. Η καλή κλινική εικόνα διατηρήθηκε αρκετούς μήνες μετά τη νοσηλεία για τους περισσότερους παιδιατρικούς ασθενείς με το σύνδρομο.
«Παρ΄όλα αυτά, δεδομένης της απουσίας στοιχείων από μακροχρόνια παρακολούθηση, συστήνουμε για τα παιδιά που εμφάνισαν πάνω από ήπια δυσλειτουργία κατά το υπερηχογράφημα καρδιάς να γίνεται μαγνητική τομογραφία καρδιάς έξι μήνες αργότερα και να λαμβάνεται η γνώμη παιδιάτρου πριν ξεκινήσουν κάποιο ανταγωνιστικό σπορ», αναφέρει η Δρ Kanwal M. Farooqi, MD, επίκουρη Καθηγήτρια Παιδιατρικής στο Κολέγιο Ιατρών και Χειρουργών Vagelos και καρδιολόγος στην παιδιατρική κλινική Morgan Stanley του Νοσοκομείου NewYork-Presbyterian.
Διαβάστε επίσης
Κορωνοϊός – Έρευνα: Πώς τα παιδικά πάρτι γενεθλίων ευνοούν την εξάπλωσή του
Κορωνοϊός: Σε λίγα χρόνια θα είναι μία… απλή, παιδική γρίπη