Η εισαγωγή υψηλών δόσεων γλουτένης στη βρεφική διατροφή από την ηλικία των τεσσάρων μηνών θα μπορούσε να λειτουργήσει ως «ανάχωμα» στην εκδήλωση κοιλιοκάκης, σύμφωνα με τα αρχικά αποτελέσματα νέας επιστημονικής μελέτης, τα οποία σαφώς χρήζουν επαλήθευσης μέσω μεγάλων κλινικών ερευνών πριν, και εφόσον, δοθεί το «πράσινο φως» για να εφαρμοστούν στην πράξη.
Η σχετική μελέτη, η οποία δημοσιεύεται στο JAMA Pediatrics, υπογράφεται από κοινού από ερευνητές του King’s College του Λονδίνου, του Guy’s and St Thomas’ NHS Foundation Trust, του Πανεπιστημίου St George’s του Λονδίνου και του Ερευνητικού Ινστιτούτου Benaroya στο Σιάτλ των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η κοιλιοκάκη πρόκειται για χρόνιο αυτοάνοσο νόσημα του εντέρου που σχετίζεται με την κατανάλωση προϊόντων που περιέχουν γλουτένη, η οποία οδηγεί το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού να προσβάλει τους δικούς του ιστούς.
Επί του παρόντος δεν υπάρχουν στρατηγικές για την πρόληψη της κοιλιοκάκης και η αντιμετώπιση εγκειται στον αποκλεισμό της γλουτένης από τη διατροφή. Ακόμη και πολύ μικρές ποσότητες γλουτένης στη διατροφή των πασχόντων μπορούν να προκαλέσουν βλάβη στα τοιχώματα του εντέρου, να αποτρέψουν τη σωστή απορρόφηση της τροφής και να οδηγήσουν σε συμπτώματα όπως φούσκωμα, εμετός, διάρροια, δυσκοιλιότητα και κόπωση.
Προηγούμενες μελέτες που εξέτασαν την πρώιμη εισαγωγή της γλουτένης στη βρεφική διατροφή διαφέρουν μεταξύ τους ως προς την ποσότητα κατανάλωσης και το χρονοδιάγραμμα εισαγωγής στη διατροφή.
Η νέα μελέτη διερεύνησε την επίδραση της γλουτένης παράλληλα με το θηλασμό από την ηλικία των τεσσάρων μηνών. Η σύγκριση έγινε με παιδιά τα οποία δεν λάμβαναν αλλεργιογόνα τρόφιμα και τρέφονταν μόνο μητρικό γάλα έως την ηλικία των έξι μηνών, βάσει των επίσημων οδηγιών της βρετανικής κυβέρνησης.
Στα βρέφη που εντάχθηκαν στη μελέτη δόθηκαν 4 γραμμάρια πρωτεΐνης σίτου την εβδομάδα από την ηλικία των τεσσάρων μηνών (υπό τη μορφή δύο μπισκότων δημητριακών με βάση το σιτάρι, μίας κατάλληλης για την ηλικία τους ποσότητας σίτου).
Συνολικά 1004 παιδιά εξετάστηκαν για την ύπαρξη αντισωμάτων αντι-τρανσγλουταμινάσης, δείκτη κοιλιοκάκης, στην ηλικία των τριών ετών. Τα παιδιά που παρουσίασαν αυξημένα επίπεδα αντισωμάτων παραπέμφθηκαν για περαιτέρω έλεγχο από ειδικό.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι μεταξύ των παιδιών που ξεκίνησαν την κατανάλωση γλουτένης αφότου είχαν συμπληρώσει τους έξι μήνες, ο επιπολασμός της κοιλιοκάκης στην ηλικία των τριών ετών ήταν υψηλότερος του αναμενόμενου (1,4% σε σύνολο 516 παιδιών αυτής της ομάδας). Αντίθετα, μεταξύ των 488 παιδιών που κατανάλωναν γλουτένη από την ηλικία των τεσσάρων μηνών, δεν υπήρχαν περιπτώσεις κοιλιοκάκης.
Ο επικεφαλής συγγραφέας Gideon Lack, καθηγητής Αλλεργιολογίας – Παιδιατρικής στο King’s College του Λονδίνου και επικεφαλής Αλλεργιολογικού Τμήματος στο Παιδιατρικό Νοσοκομείο Evelina του Λονδίνου, υπογράμμισε πως «αυτή είναι η πρώτη μελέτη που παρέχει στοιχεία ότι η πρώιμη εισαγωγή σημαντικών ποσοτήτων σίτου στη διατροφή ενός μωρού πριν την ηλικία των έξι μηνών μπορεί να αποτρέψει την εμφάνιση κοιλιοκάκης».
Κατά τον ίδιον, αυτή η στρατηγική μπορεί να έχει επίδραση και σε άλλα αυτοάνοσα νοσήματα, όπως ο διαβήτης τύπου 1.
Από την πλευρά της, η συγγραφέας της μελέτης Δρ Kirsty Logan, ερευνήτρια Παιδο-αλλεργιολογίας στο King’s College του Λονδίνου, σημείωσε πως η πρώιμη εισαγωγή της γλουτένης και ο ρόλος της στην πρόληψη της κοιλιοκάκης πρέπει να διερευνηθούν περαιτέρω, χρησιμοποιώντας αυτά τα ευρήματα ως βάση για μεγαλύτερες κλινικές δοκιμές ώστε να υπάρξει βέβαιη απάντηση.
Διαβάστε επίσης
Κοιλιοκάκη: Η θεραπεία που ξαναβάζει τη γλουτένη στο πιάτο των ασθενών
Κοιλιοκάκη: Το γνωστό φάρμακο που επιτρέπει την κατανάλωση γλουτένης