Το ενδεχόμενο μέρος του γενικού πληθυσμού να θεωρεί λανθασμένα ότι έχει ήδη προσβληθεί και ξεπεράσει τη λοίμωξη από τη νόσο COVID-19 εγείρουν τα ευρήματα μελέτης στη Βρετανία που καταδεικνύουν ότι έως και οι μισοί εργαζόμενοι στην πρώτη γραμμή της πανδημίας με αυτοαναφερόμενη συμπτωματολογία -από ένα σύνολο σχεδόν 3.000 ατόμων- δεν προέκυψε από έλεγχο αντισωμάτων ότι είχαν υπάρξει όντως φορείς του ιού SARS-CoV-2.
Η σχετική έρευνα διενεργήθηκε από την υπηρεσία Δημόσιας Υγείας της Αγγλίας (PHE) και τα ευρήματα παρουσιάστηκαν κατά τις διαδικτυακές εργασίες του συνεδρίου της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Κλινικής Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων (ECCVID).
Το γεγονός αυτό ωθεί την επικεφαλής της μελέτης Δρ Ranya Mulchandani της υπηρεσίας Δημόσιας Υγείας της Αγγλίας να υπογραμμίσει ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό να μην υπάρξει κανένας εφησυχασμός και να συνεχιστεί απαρέγκλιτα η τήρηση των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης και της καλής υγιεινής των χεριών ακόμη και αν κάποιος μπορεί να θεωρεί πως έχει προσβληθεί από τη νόσο COVID-19 στο παρελθόν.
Οι ειδικοί, υπό την Ranya Mulchandani σε συνεργασία με ακαδημαϊκούς εταίρους σε ολόκληρο το Ηνωμένο Βασίλειο, εξέτασαν συγκεκριμένα τη συσχέτιση μεταξύ αυτοαναφερόμενων συμπτωμάτων και της παρουσίας θετικών αντισωμάτων στον ιό SARS-CoV-2 σε τρία επαγγέλματα πρώτης γραμμής –εργαζόμενους στο χώρο της Υγείας, αστυνομικούς και πυροσβέστες- τον Ιούνιο του 2020.
Στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν 2847 άτομα από τρεις ομάδες: Εργαζόμενοι στην Αστυνομία και την Πυροσβεστική (1117), επαγγελματίες Υγείας (1546), καθώς και επαγγελματίες Υγείας (154) με θετικό αποτέλεσμα μοριακού ελέγχου PCR για την COVID-19 (η τελευταία ομάδα χρησιμοποιήθηκε για την αξιολόγηση της ευαισθησίας ανοσoπροσδιορισμού, ουσιαστικά την αξιοπιστία των τεστ αντισωμάτων στην σωστή ανίχνευση αντισωμάτων στον ιό SARS-CoV-2 -«πραγματικά θετικά» αποτελέσματα.
Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να συμπληρώσουν ειδικό ερωτηματολόγιο για τη συγκέντρωση αυτοαναφερόμενων συμπτωμάτων της νόσου και εν συνεχεία έγινε σύγκριση με τα αποτελέσματα δύο τεστ αντισωμάτων.
Στο σύνολο των 2847 συμμετεχόντων οι 943 (33%) εξέφρασαν την πεποίθηση ότι είχαν προσβληθεί από την COVID-19, έχοντας παρουσιάσει συμβατά συμπτώματα. Ωστόσο, 466 (49%) εξ αυτών είχαν αρνητικά αποτελέσματα ως προς την ύπαρξη αντισωμάτων και στα δύο τεστ που διενεργήθηκαν, γεγονός που σημαίνει ότι δεν είναι καθόλου πιθανό να είχαν όντως νοσήσει από την COVID-19. Τα δύο τεστ που χρησιμοποιήθηκαν είχαν 96,6% και 93,3% ευαισθησία αντίστοιχα.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσοι είχαν παρουσιάσει συμπτώματα, αλλά δεν είχαν αντισώματα στα τεστ, είχαν εμφανίσει συμπτωματολογία σημαντικά νωρίτερα συγκριτικά με τα άτομα των οποίων ήταν θετικός ο έλεγχος αντισωμάτων, η χρονική διάρκεια της ασθένειας ήταν κατά πολύ μικρότερη, και παράλληλα ήταν πολύ χαμηλότερη η συχνότητα αναφοράς ανοσμίας (απώλεια γεύσης και οσμής).
Περίπου τα μισά από τα άτομα με αυτοαναφερόμενη συπτωματολογία της νόσου COVID-19 προέκυψε ότι δεν διέθεταν αντισώματα, γεγονός που κατά τους ερευνητές υποδηλώνει ότι στη συγκεκριμένη ομάδα εργαζομένων σε επαγγέλματα-«κλειδιά» εν μέσω της πανδημίας πολλοί θεώρησαν λανθασμένα, ειδικά κατά τις αρχικές φάσεις της πανδημίας, ότι είχαν προσβληθεί από τον κορωνοϊό ενώ επρόκειτο για άλλη λοίμωξη του αναπνευστικού συστήματος.
Η Ranya Mulchandani επισημαίνει ότι αν και εκκρεμεί η αξιολόγηση των ευρημάτων της μελέτης από ομοτίμους, είναι πιθανό ότι μεγάλος αριθμός ανθρώπων στο γενικό πληθυσμό να πιστεύει λανθασμένα ότι έχει ήδη νοσήσει από COVID-19, σημειώνοντας πως αυτό δεν είναι κάτι που πρέπει να προκαλεί σε κάποιους εφησυχασμό.
Διαβάστε επίσης
Γρίπη και κορωνοϊός: Το καλό και το κακό σενάριο
Κορωνοϊός – Ανάρρωση: Το ενοχλητικό σύμπτωμα που παραμένει στους μισούς ασθενείς
Κορωνοϊός: Αναλυτικά τα συμπτώματα – Ποιες οι διαφορές με το κρυολόγημα και τη γρίπη