Νέα έρευνα από το Ινστιτούτο Βιοϊατρικής Έρευνας του Guy’s και St Thomas (Λονδίνο) παρουσιάζει έναν νέο τρόπο για να προβλεφθεί η απόρριψη μιας μεταμόσχευσης νεφρού, κατόπιν της επεμβάσεως. Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο EBioMedicine.
Οξεία απόρριψη νεφρού συμβαίνει όταν το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού αρχίζει να προσβάλει το δωρηθέν όργανο. Αυτή είναι μια κοινή επιπλοκή κατά το πρώτο έτος μετά τη μεταμόσχευση, επηρεάζοντας περίπου 2 στους 10 ασθενείς. Επί του παρόντος, η οξεία απόρριψη μπορεί να επιβεβαιωθεί μόνο με τη λήψη υλικού (βιοψίας) από το μεταμοσχευμένο όργανο. Ενώ η οξεία απόρριψη μπορεί να αντιμετωπιστεί, αυτό μπορεί να γίνει μόνο όταν το όργανο έχει ήδη προσβληθεί και έχουν ήδη προκληθεί βλάβες, άρα έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ένας συνδυασμός επτά ανοσολογικών γονιδίων σε δείγμα αίματος μπορεί να προβλέψει την απόρριψη νωρίτερα, σε σχέση με τις υπάρχουσες τεχνικές. Η παρακολούθηση αυτών των δεικτών σε ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση θα μπορούσε να βοηθήσει τους γιατρούς να επεμβαίνουν πριν από οποιαδήποτε βλάβη στο όργανο και να βελτιώνουν την υγεία των ασθενών. Μόλις η νέα τεχνική επικυρωθεί περαιτέρω, θα έχει τη δυνατότητα να προσφέρει στους γιατρούς τη χρήση ενός απλού τεστ αίματος για να προβλέψει την απόρριψη. Η δυνατότητα παρέμβασης πριν από το συμβάν θα βοηθήσει στην αποφυγή βλάβης στους ασθενείς και θα παρατείνει τη ζωή του μεταμοσχευμένου οργάνου.
Η έρευνα υποστηρίχθηκε οικονομικά από το Κέντρο Βιοϊατρικών Ερευνών του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας (Research Institute for Biomedical Research Centre) στο Guy’s & St Thomas ‘& King’s College του Λονδίνου, το Κέντρο Μεταμοσχεύσεων του Συμβουλίου Ιατρικών Ερευνών και την Ευρωπαϊκή Ένωση.