Νέα ερευνητική μελέτη καταδεικνύει πως η μέτρηση των εγκεφαλικών κυμάτων στο στάδιο του ύπνου REM θα μπορούσε να αποτελέσει έγκαιρο δείκτη πρόγνωσης για την αποτελεσματικότητα ή μη της έναρξης συγκεκριμένης αντικαταθλιπτικής αγωγής.
Το γεγονός αυτό δύναται να έχει μεγάλο όφελος για τους ασθενείς, καθώς μπορεί έτσι να κερδίσουν πολύτιμο χρόνο, συνήθως εβδομάδες, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ανταποκρίνονται στην αγωγή για την κατάθλιψη ή εάν θα πρέπει να στραφούν σε διαφορετικό σχήμα.
Η πιλοτική μελέτη διεξήχθη από ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου της Βασιλείας στην Ελβετία υπό τον Δρ Thorsten Mikoteit και παρουσιάστηκε στο συνέδριο του Ευρωπαϊκού Κολλεγίου Νευροψυχοφαρμακολογίας.
«Στην πράξη σημαίνει ότι ασθενείς, συχνά σε κατάσταση απελπισίας, ίσως να μην χρειάζεται να περιμένουν εβδομάδες για να δουν αν η αγωγή τους λειτουργεί πριν χρειαστεί να την τροποποιήσουν» επισημαίνει ο Δρ Thorsten Mikoteit.
Περίπου 27 εκατομμύρια Ευρωπαίοι και 17 εκατομμύρια Αμερικανοί παρουσιάζουν μείζονα καταθλιπτική διαταραχή ετησίως. Η συνήθης αντιμετώπιση είναι η λήψη αντικαταθλιπτικών, συνήθως εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI).
Ωστόσο, απαιτούνται κατά μέσο όρο τουλάχιστον τέσσερις εβδομάδες για να διαπιστωθεί η επίδραση, γεγονός που σημαίνει ότι πολλοί πάσχοντες εξακολουθούν να υπομένουν τα συμπτώματα της κατάθλιψης για μεγάλο διάστημα χωρίς να γνωρίζουν εάν όντως η αγωγή που ξεκίνησαν θα αποδώσει.
Η ομάδα υπό τον Δρ Thorsten Mikoteit διεξήγαγε τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη δοκιμή σε 37 ασθενείς με μείζονα κατάθλιψη. Όλοι λάμβαναν αντικαθλιπτική αγωγή· 15 εντάχθηκαν σε ομάδα ελέγχου και για τους υπόλοιπους 22 ακολουθήθηκε η νέα προσέγγιση.
Στο σύνολό τους υποβλήθηκαν σε ηλεκτροεγκεφαλογράφημα στη φάση ύπνου REM (Ταχείας Κίνησης των Οφθαλμών). Οι ψυχίατροι ερμήνευσαν τα εγκεφαλικά κύματα των 22 ασθενών για να διαπιστώσουν εάν η αγωγή αποδίδει και αν όχι να την τροποποιήσουν. Ο γενικός στόχος ήταν να παρατηρηθεί μείωση κατά 50% στα συμπτώματα της κατάθλιψης στη βάση της Κλίμακας Αξιολόγησης Hamilton.
Οι γιατροί εξέτασαν τους ασθενείς μόλις μία εβδομάδα μετά την έναρξη της αγωγής, και άλλαξαν άμεσα σχήμα εάν τα εγκεφαλικά κύματα υποδείκνυαν πως η θεραπεία δεν θα ήταν αποτελεσματική. Έπειτα από πέντε εβδομάδες διαπιστώθηκε ότι το 87,5% αυτών των ασθενών είχε βελτιωμένη ανταπόκριση, σε αντίθεση με μόλις το 20% στην ομάδα ελέγχου.
«Αυτή είναι μία πιλοτική μελέτη, αλλά παρ’ όλα αυτά δείχνει αρκετά σημαντικές βελτιώσεις. Καταφέραμε να δείξουμε ότι προβλέποντας τη μη ανταπόκριση στα αντικαταθλιπτικά μπορέσαμε να προσαρμόσουμε τη στρατηγική θεραπείας λίγο-πολύ αμέσως: αυτό μας επιτρέπει να μειώσουμε σημαντικά τη μέση διάρκεια μεταξύ της έναρξης αντικαταθλιπτικής θεραπείας και ανταπόκρισης, η οποία είναι ζωτικής σημασίας ειδικά για ασθενείς με βαριά κατάθλιψη» επισήμανε ο Δρ. Mikoteit, αποσαφηνίζοντας σε κάθε περίπτωση πως πρόκειται για πιλοτική μελέτη και πρέπει να επαναληφθεί σε μεγαλύτερη κλίμακα.
Διαβάστε επίσης
Κατάθλιψη: 3 απλοί τρόποι να μη νοσήσετε
Αναρωτιέστε αν έχετε κατάθλιψη; Αυτά είναι τα δέκα ύποπτα συμπτώματα