Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Nature Biomedical Engineering, ερευνητές από το Brigham and Women’s Hospital ανέπτυξαν ένα πολύ ευαίσθητο, έξυπνο εγχυτήρα (i2T2) που θα στοχεύει τους ιστούς και θα ανιχνεύει αλλαγές στην αντίσταση που προβάλλεται κατά τη διαδικασία εισαγωγής του στα εσώτερα στρώματα του σώματος, προκειμένου να χορηγηθεί σωστά και με ασφάλεια η φαρμακευτική αγωγή στις προκλινικές εξετάσεις.
«Επιδιώξαμε να επιτύχουμε βελτιωμένη στόχευση των ιστών διατηρώντας το σχέδιο της σύριγγας όσο το δυνατόν απλούστερο με στόχο την πιο εύκολη χρήση της» , δήλωσε ο Jeff Karp επικεφαλής συγγραφέας και καθηγητής Ιατρικής στο Brigham Brigham and Women’s Hospital.
Οι σύριγγες και οι βελόνες χρησιμοποιούνται εδώ και πάνω από έναν αιώνα για τη χορήγηση φαρμάκων. Ωστόσο, η ακριβής έγχυση μέσω αυτών των συσκευών εξαρτάται από τον χειριστή, δηλαδή το νοσοκόμο ή τον γιατρό και μπορεί να είναι δύσκολη σε ευαίσθητες περιοχές όπως ο χοριοειδής χιτώνας στο πίσω μέρος του ματιού.
Ο χοριοειδής χιτώνας έχει αναδειχθεί σε σημαντικό σημείο για τη χορήγηση φαρμάκων και δημιουργεί αρκετά κίνητρα για τη στόχευσή του, λόγω του ότι η βελόνα πρέπει να σταματήσει μόλις περάσει τον σκληρό χιτώνα, περιοχή η οποία έχει πάχος μικρότερο από 1 χιλιοστόμετρο, έτσι ώστε να αποφευχθεί ο τραυματισμός του αμφιβληστροειδούς. Άλλα τέτοια σημεία του σώματος είναι ο επισκληρίδιος χώρος, ο περιτοναϊκός χώρος και ο υποδόριος ιστός.
Όλοι αυτοί οι ιστοί του σώματος έχουν διαφορετικές πυκνότητες, με το i2T2 να χρησιμοποιεί τις διαφορές της αντίστασης για να επιτρέψει την κίνηση της βελόνας μέσα στον ιστό.
Η συσκευή δοκιμάστηκε σε ιστό από τρία ζωικά μοντέλα για να εξεταστεί η ακρίβεια έγχυσης στον χοριοειδή χιτώνα, τον επισκληρίδιο χώρο και την περιτοναϊκή κοιλότητα καθώς και υποδορίως, με τους ερευνητές να διαπιστώνουν ότι απέτρεψε πιθανούς τραυματισμούς εξαιτίας διαρροής σε άλλα σημεία του σώματος και ότι προσέφερε ακριβή χορήγηση φαρμάκων στην επιθυμητή θέση χωρίς πρόσθετη κατάρτιση ή εξειδικευμένη τεχνική από τον χειριστή.
Οι ερευνητές έδειξαν επίσης ότι η βελόνα θα μπορούσε να χορηγήσει βλαστοκύτταρα στο πίσω μέρος του ματιού, μια τεχνική που μπορεί να φανεί χρήσιμη σε αναγεννητικές θεραπείες.
«Τα βλαστοκύτταρα που εγχύθηκαν στο χοριοειδή χιτώνα διατήρησαν τη δραστικότητά τους, υποδεικνύοντας ότι η δύναμη της έγχυσης και η διέλευση μέσω αυτού ήταν ήπια», δήλωσε ο Kisuk Yang, ένας από τους συγγραφείς και μεταδιδακτορικός συνεργάτης στο εργαστήριο του Δρ. Karp και κατέληξε: «Αποτελεί μια εξέλιξη που μπορεί να δημιουργήσει πρόσφορο έδαφος για τις αναγεννητικές θεραπείες σε ασθενείς που πάσχουν από παθήσεις του ματιού».