Ο λόγος για την πρακτική του mindfulness, την ενσυνειδητότητα όπως έχει μεταφερθεί στα ελληνικά, που καλλιεργεί την επίγνωση, την προσοχή και την ψυχική δύναμη. Η συγκεκριμένη πρακτική εστιάζει συνήθως στην εξάσκηση της προσοχής, της αναπνοής και του διαλογισμού πάνω στη σχέση του σώματος με την ψυχή.
Τη μικρή αυτή πιλοτική μελέτη (θα ακολουθήσει πιο εκτεταμένη), πραγματοποίησε το τμήμα ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Οχάιο και έχει δημοσιευθεί σε δύο επιστημονικά περιοδικά, το Rehabilitation Psychology και το Neuropsychology. Περιελάμβανε, δε, 61 άτομα με σκλήρυνση κατά πλάκας που διαχωρίστηκαν σε τρεις ομάδες και σε μία από τις ακόλουθες τρεις κατηγορίες: εκπαίδευση διαλογισμού τεσσάρων εβδομάδων, γνωσιακή ψυχολογική εκπαίδευση (συνεδρίες) τεσσάρων εβδομάδων ή καμία τέτοια εκπαίδευση. Αυτό που αποκόμιζαν οι περισσότεροι της πρώτης ομάδας ήταν ότι ένιωθαν πιο ικανοί να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους, σε σύγκριση με εκείνους των άλλων δύο ομάδων, ενώ φαίνεται ότι μπορούσαν να ρυθμίσουν καλύτερα τα αρνητικά τους συναισθήματα και να βιώσουν περισσότερη ευεξία στην καθημερινότητα.
Παράλληλα, εμφάνισαν και υψηλότερη ταχύτητα επεξεργασίας δεδομένων και μνήμης, δύο γνωστικές λειτουργίες που συχνά μειώνονται σε ασθενείς με σκλήρυνση κατά πλάκας. Η ταχύτητα επεξεργασίας είναι ο χρόνος που χρειάζεται ένα άτομο για την ολοκλήρωση διανοητικών εργασιών και σχετίζεται με το πόσο καλά μπορεί να κατανοήσει και να αντιδράσει στις πληροφορίες που λαμβάνει.