Ο Μπόρις Τζόνσον, ο πρώτος πρωθυπουργός μίας μεγάλης ευρωπαϊκής χώρας που αμφισβήτησε τη μεταδοτικότητα του νέου κορωνοϊού, είναι και ο πρώτος που αναγκάζεται να νοσηλευτεί καθώς παρουσιάζει «επίμονα συμπτώματα», όπως τουλάχιστον αναφέρουν διπλωματικές πηγές της Downing Street. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές ο πρωθυπουργός Τζόνσον βρίσκεται σε νοσοκομείο του NHS στο Λονδίνο, όπου θα παραμείνει για «όσο χρειαστεί».
«Μετά τη συμβουλή του γιατρού του, ο πρωθυπουργός εισήχθη απόψε στο νοσοκομείο για εξετάσεις», αναφέρει η ανακοίνωση του πρωθυπουργικού γραφείου. «Αυτό είναι ένα προληπτικό βήμα, καθώς ο πρωθυπουργός συνεχίζει να έχει επίμονα συμπτώματα κορωνοϊού δέκα ημέρες αφότου διαγνώστηκε με τον ιό». Ο Τζόνσον ευχαρίστησε το προσωπικό του εθνικού συστήματος υγείας (NHS) για το έργο που προσφέρει, σύμφωνα με την ανακοίνωση.
Oλόκληρο το μήνυμα της βασίλισσας:
«Απευθύνομαι σε εσάς σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία. Σε μια χρονική στιγμή που έχει διακοπεί η ζωή στη χώρα μας. Μια διακοπή που έφερε θλίψη σε ορισμένους, οικονομικές δυσκολίες σε πολλούς και τεράστιες αλλαγές στην καθημερινή ζωή όλων μας.
Θέλω να ευχαριστήσω όλους τους υπαλλήλους της πρώτης γραμμής του Εθνικού Συστήματος Υγείας, καθώς και τους εργαζόμενους στον τομέα της περίθαλψης και εκείνους που εκτελούν ουσιαστικούς ρόλους, οι οποίοι ανιδιοτελώς συνεχίζουν τα καθημερινά καθήκοντά τους εκτός του σπιτιού για να στηρίξουν όλους εμάς. Σίγουρα το έθνος θα συμφωνήσει μαζί μου ότι αυτό που κάνετε εκτιμάται από όλους και πως κάθε ώρα της σκληρής σας δουλειάς μας φέρνει πιο κοντά στην επιστροφή σε πιο φυσιολογικές περιόδους.
Θέλω επίσης να ευχαριστήσω όσους από εσάς μένετε στο σπίτι, βοηθώντας έτσι να προστατέψουμε τους ευάλωτους και να σώσουμε πολλές οικογένειες από τον πόνο που αισθάνονται ήδη όσοι έχουν χάσει τους αγαπημένους τους. Μαζί αντιμετωπίζουμε αυτή την ασθένεια και θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι αν παραμείνουμε ενωμένοι και αποφασισμένοι, τότε θα το ξεπεράσουμε.
Ελπίζω ότι τα επόμενα χρόνια όλοι θα μπορούν να υπερηφανεύονται για το πώς ανταποκρίθηκαν σε αυτή την πρόκληση και όσοι έρθουν μετά από μας θα λένε ότι οι Βρετανοί αυτής της γενιάς ήταν πολύ ισχυροί. Κι ότι τα χαρακτηριστικά της αυτοπειθαρχίας, της ηρεμίας και της προσήλωσης στο κοινό καλό εξακολουθούν να χαρακτηρίζουν αυτή τη χώρα. Η υπερηφάνεια για το ποιοι είμαστε δεν είναι μέρος του παρελθόντος μας, καθορίζει το παρόν και το μέλλον μας.
Οι στιγμές που το Ηνωμένο Βασίλειο ενώθηκε για να χειροκροτήσει όσους μας φροντίζουν θα μείνουν στη μνήμη ως έκφραση του εθνικού μας φρονήματος και το σύμβολό του θα είναι τα ουράνια τόξα που θα ζωγραφίζουν τα παιδιά.
Σε ολόκληρη την Κοινοπολιτεία και σε όλο τον κόσμο, έχουμε δει ιστορίες που ζεσταίνουν την καρδιά των ανθρώπων που ενώνονται για να βοηθήσουν τους άλλους, είτε μέσω της παράδοσης τροφίμων και φαρμάκων, είτε με τη μορφή της έγνοιας για τον γείτονά μας ή με την αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας επιχειρήσεων για να βοηθήσουν στην προσπάθεια ανακούφισης.
Αν και η απομόνωση μπορεί μερικές φορές να είναι δύσκολη, πολλοί άνθρωποι όλων των θρησκειών αλλά και καμίας θρησκείας ανακαλύπτουν ότι πρόκειται για μια ευκαιρία να μειώσουμε ταχύτητα, να κάνουμε μια παύση και να συλλογιστούμε, μέσω της προσευχής ή του διαλογισμού.
Αυτό το διάγγελμα μου θυμίζει το πρώτο που έκανα το 1940, με τη βοήθεια της αδελφής μου. Εμείς, σαν παιδιά, μιλούσαμε από εδώ στο Γουίνσδορ σε παιδιά που είχαν απομακρυνθεί από τα σπίτια τους για δική τους ασφάλεια. Και σήμερα, για ακόμα μια φορά, πολλοί θα αισθανθούν μια οδυνηρή αίσθηση αποχωρισμού από τους αγαπημένους τους. Αλλά τώρα, όπως και τότε, γνωρίζουμε βαθιά, ότι αυτό είναι το σωστό να πράξουμε. Αυτή τη φορά γινόμαστε ένα με όλα τα έθνη ανά την υφήλιο σε μια κοινή προσπάθεια, χρησιμοποιώντας τις μεγάλες προόδους της επιστήμης και την ενστικτώδη μας συμπόνια για να επουλώσουμε τις πληγές. Θα πετύχουμε – και αυτή η επιτυχία θα ανήκει σε όλους μας.
Θα πρέπει να βρούμε παρηγοριά στο γεγονός ότι ενώ ίσως θα χρειαστεί να υπομείνουμε ακόμη πολλά, οι καλές μέρες θα επιστρέψουν. Θα είμαστε και πάλι μαζί με τους φίλους μας, θα είμαστε και πάλι με τις οικογένειές μας, θα συναντηθούμε και πάλι».