Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει εμβόλιο κατά του κορωνοϊού. Τα φάρμακα που βοηθούν στη αντιμετώπιση της νόσου των πνευμόνων που προκαλείται από τον ιό δεν έχουν ακόμη ερευνηθεί.
Εντούτοις υπάρχουν ενδείξεις για πιθανές θεραπείες, αναφέρει η ιστοσελίδα του του δημόσιου γερμανικού ραδιοφώνο Deutschlandfunk.
Ελπίδες τρέφουν οι γιατροί για ένα φάρμακο κατά του ιού, το οποίο χρησιμοποιείται, μεταξύ άλλων, για τις λοιμώξεις του Έμπολα. H δραστική ουσία Remdesivir πρόκειται να δοκιμαστεί τον Μάρτιο σε σχεδόν 1.000 ασθενείς στην Ασία και σε άλλες χώρες που προσβάλλονται μέτρια ή σοβαρά από τον κορωνοϊό.
Πρόκειται να ελεγχθεί η αποτελεσματικότητα του απέναντι στον ιό, όπως ανακοινώθηκε από την αμερικανική εταιρεία Gilead Sciences.
Για την καταπολέμηση του Covid-19 έχουν επίσης αναφερθεί και άλλα δυνητικά αποτελεσματικά φάρμακα. Πριν από λίγες εβδομάδες μεταδόθηκε από την Ταϊλάνδη η πληροφορία ότι ένας συνδυασμός φαρμάκων γρίπης και φαρμάκων για τον HIV βοήθησε μία ασθενή στην οποία χορηγήθηκε από τους γιατρούς το φάρμακο oseltamivir κατά της γρίπης και τα δύο δραστικές ουσίες του HIV (Lopinavir und Ritonavir).
Ύστερα από 48 ώρες δεν μπορούσε πλέον να ανιχνευθεί ο κορωνοϊός στην ασθενή, σύμφωνα με την πληροφορία.
Τι συμβαίνει με το φάρμακο της ελονοσίας
Από την Κίνα υπήρχε επίσης η πληροφορία ότι ένα φάρμακο κατά της ελονοσίας θα μπορούσε να βοηθήσει κατά του κορωνοϊού. Προφανώς, η δραστική ουσία Chloroquin έχει αποδειχθεί αποτελεσματική σε ασθενείς στην Κίνα.
Παρά τις ενθαρρυντικές αυτές περιπτώσεις, ο καθηγητής Ζεράρ Κράουζε, επικεφαλής του τμήματος Επιδημιολογίας του «Ερευνητικού Κέντρου Λοιμώξεων Χέλμχολτς» του Μπράουνσβάικ, εφιστά την προσοχή ώστε να μην καλλιεργούνται υπερβολικές προσδοκίες. «Χρειάζεται χρόνος για να αναπτυχθούν και να χρησιμοποιηθούν τα φάρμακα», είπε στο δημόσιο γερμανικό ραδιόφωνο.
«Παρά τις μεμονωμένες επιτυχίες όπως στην περίπτωση που αναφέρθηκε από την Ταϊλάνδη, δεν μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι αυτό θα επιδρούσε θετικά και σε άλλους ασθενείς. Κάτι τέτοιο απαιτεί κλινικές μελέτες: Είναι πρόωρο να βγάλουμε συμπεράσματα από μια συγκεκριμένη περίπτωση», τόνισε ο Κράουζε.