Η Επιτροπή Φαρμακευτικών Προϊόντων για Ανθρώπινη χρήση (CHMP) του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (EMA) συνέστησε την έγκριση της ρανιβιζουμάμπης (10 mg/ml) για τη θεραπεία πρόωρων βρεφών με αμφιβληστροειδοπάθεια προωρότητας (ROP). Η ROP είναι μια σπάνια οφθαλμική νόσος, αλλά αποτελεί βασική αιτία τύφλωσης σε παιδιά.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέτασε γνωμοδότηση της CHMP και εξέδωσε την τελική της απόφαση. Η ρανιβιζουμάμπη είναι η πρώτη και μοναδική ενδεικνυόμενη φαρμακολογική θεραπεία για την ROP σε αυτόν τον ευάλωτο πληθυσμό ασθενών. Η υποβολή βασίζεται στην τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη κλινική μελέτη RAINBOW, στην οποία φάνηκε ότι η χορήγηση ρανιβιζουμάμπης σε βρέφη με ROP είναι δραστική, ασφαλής και καλά ανεκτή.
Η μελέτη RAINBOW, η οποία διεξήχθη σε 26 χώρες, είναι μια τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη, πολυκεντρική μελέτη ανοιχτής επισήμανσης. Σκοπός της σχεδίασής της ήταν η σύγκριση της ενδοϋαλοειδούς χορήγησης ρανιβιζουμάμπης (10 mg/ml) με τη χειρουργική επέμβαση με λέιζερ ως προς τη δραστικότητα και την ασφάλεια. Στη μελέτη συμμετείχαν 225 ασθενείς με ROP. Στο πλαίσιο της μελέτης έγινε σύγκριση μεταξύ δύο διαφορετικών συγκεντρώσεων της ρανιβιζουμάμπης (0,1 mg και 0,2 mg) και του τρέχοντος πρότυπου φροντίδας, της χειρουργικής επέμβασης με λέιζερ. Οι εκβάσεις της μελέτης μετρήθηκαν 24 εβδομάδες μετά την έναρξη της δοκιμής. Αυτή τη δεδομένη στιγμή διεξάγεται μια μακροπρόθεσμη πενταετής επέκταση της δοκιμής, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2022.
Η χειρουργική επέμβαση με λέιζερ, το οποίο είναι το υφιστάμενο πρότυπο φροντίδας, δρα καταστρέφοντας τον οφθαλμικό ιστό που είναι υπεύθυνος για την αύξηση του VEGF και μπορεί να σχετίζεται με σημαντικές επιπλοκές, όπως μυωπία και υψηλή μυωπία. Ενώ είναι μια αποτελεσματική θεραπεία, υπάρχει σαφής ανικανοποίητη ανάγκη για καινοτόμους τρόπους αντιμετώπισης της ROP χωρίς καταστροφή αμφιβληστροειδικού ιστού. Σε αντίθεση με τη χειρουργική επέμβαση με λέιζερ, ο φαρμακολογικός στόχος της ρανιβιζουμάμπης είναι ο VEGF. Η ρανιβιζουμάμπη μειώνει τα αυξημένα επίπεδά του, τα οποία αποτελούν την υποκείμενη αιτία της ROP.
Έχοντας λάβει έγκριση στην ΕΕ, η ρανιβιζουμάμπη (δόση 0,2 mg) θα ενδείκνυται για χορήγηση σε πρόωρα βρέφη με νόσο ζώνης Ι (στάδιο 1+, 2+, 3 ή 3+), ζώνης II (στάδιο 3+) ή AP-ROP (επιθετική οπίσθια ROP).
Όπως σχολίασε ο καθηγητής Andreas Stahl, Διευθυντής του Τμήματος Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημιακού Ιατρικού Κέντρου Greifswald: «Δεδομένου αυτού του ευάλωτου πληθυσμού ασθενών και των περιορισμών των υφιστάμενων θεραπειών, οι τυχαιοποιημένες, ελεγχόμενες κλινικές μελέτες είναι σημαντικές για να διασφαλιστεί η ασφαλής και αποτελεσματική χρήση των φαρμακολογικών θεραπειών σε πληθυσμούς παιδιατρικών ασθενών. Η ρανιβιζουμάμπη θα είναι μια πολύτιμη θεραπευτική εναλλακτική της θεραπείας με λέιζερ».
Όπως σχολίασε, με τη σειρά του, ο Dirk Sauer, Προϊστάμενος του Τμήματος Ανάπτυξης Οφθαλμολογίας της Novartis: «Αναγνωρίζουμε πόσο σημαντικό είναι να γίνονται επενδύσεις σε κλινικά προγράμματα για τη διασφάλιση της χορήγησης άδειας κυκλοφορίας για ασφαλείς φαρμακολογικές θεραπείες σε ευάλωτους πληθυσμούς όπως στους παιδιατρικούς ασθενείς. Είμαστε πολύ ενθουσιασμένοι που βρισκόμαστε λίγο πιο κοντά στο να προσφέρουμε στις ευρωπαϊκές χώρες αυτή την επαναστατική θεραπεία για την ROP των πρόωρων βρεφών. Η θετική γνωμοδότηση της CHMP είναι απόδειξη της σταθερής αφοσίωσής μας στην καινοτομία, στην κάλυψη ανικανοποίητων αναγκών και στον επαναπροσδιορισμό της οφθαλμολογικής φροντίδας σε όλες τις ηλικιακές ομάδες».
Η ρανιβιζουμάμπη, ο πρώτος αντι-VEGF παράγοντας που έχει λάβει άδεια για οφθαλμική χρήση, έφερε επανάσταση στη θεραπεία της nAMD και έχει συμβάλει στον περιορισμό της τύφλωσης από nAMD κατά 50% σε αρκετά μέρη του κόσμου. Μετά από μια δεκαετία καινοτομίας και μετά από έξι ενδείξεις (nAMD, DME, BRVO, CRVO, mCNV και άλλες CNV), η ρανιβιζουμάμπη συνεχίζει να συμβάλει στη διατήρηση της όρασης των ασθενών και στην αντιμετώπιση οφθαλμικών προβλημάτων. Συνεχίζουμε να διερευνούμε την πιθανότητα η ρανιβιζουμάμπη να αλλάξει τη θεραπεία ακόμα και των μικρότερων σε ηλικία και πιο ευάλωτων ασθενών.
Η ρανιβιζουμάμπη διατίθεται σε περισσότερες από 110 χώρες και υποστηρίζεται από ένα χαρτοφυλάκιο 251 επιχορηγούμενων κλινικών μελετών και από την εκτεταμένη εμπειρία υπό πραγματικές συνθήκες. Στο πρόγραμμα κλινικής ανάπτυξης της ρανιβιζουμάμπης έχουν ενταχθεί περισσότεροι από 130.000 ασθενείς παγκοσμίως για ενδείξεις με έκθεση 5,5 εκατομμυρίων ασθενών-ετών θεραπείας από την εισαγωγή της θεραπείας στις ΗΠΑ το 2006. Η ρανιβιζουμάμπη αναπτύχθηκε από τη Genentech και τη Novartis. Η Genentech κατέχει τα δικαιώματα της ρανιβιζουμάμπης στις ΗΠΑ. Η Novartis κατέχει τα δικαιώματα για τον υπόλοιπο κόσμο. Το Lucentis αποτελεί καταχωρημένο εμπορικό σήμα της Genentech Inc.
Η αμφιβληστροειδοπάθεια προωρότητας προσβάλλει πρόωρα βρέφη τόσο σε αναπτυγμένες όσο και σε αναπτυσσόμενες χώρες. Η εξέλιξη της νόσου προκαλείται από την παθολογική ανάπτυξη αμφιβληστροειδικών αιμοφόρων αγγείων σε πρόωρα βρέφη και οφείλεται στα υψηλά επίπεδα του αυξητικού παράγοντα VEGF. Μετά από πρόωρο τοκετό, τα υψηλά επίπεδα VEGF μπορεί να προκαλέσουν παθολογική ανάπτυξη των αιμοφόρων αγγείων στον αμφιβληστροειδή χιτώνα, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε δομικές αλλαγές, όπως σε αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς χιτώνα, με αποτέλεσμα απώλεια όρασης ή τύφλωση. Ο αμφιβληστροειδής χιτώνας είναι η εσωτερική στιβάδα του οφθαλμού που λαμβάνει φως και το μετατρέπει σε οπτικά μηνύματα που μεταφέρονται στον εγκέφαλο. Ο αμφιβληστροειδής χιτώνας αναπτύσσεται σε όψιμο στάδιο της ενδομήτριας ζωής και στα πολύ πρόωρα βρέφη τα αιμοφόρα αγγεία, τα οποία είναι απαραίτητα για την παροχή οξυγόνου, μπορεί να μην έχουν αναπτυχθεί πλήρως. Ο VEGF είναι ένας σημαντικός ρυθμιστικός παράγοντας για την ανάπτυξη των νέων αιμοφόρων αγγείων (αγγειογένεση) και διαδραματίζει βασικό ρόλο στην εξέλιξη της ROP. Τα αιμοφόρα αγγεία, τα οποία μπορεί να έχουν παθολογική ανάπτυξη σε ROP, μπορεί να ασκούν έλξη στον αμφιβληστροειδή χιτώνα και να οδηγήσουν σε μετατόπιση της ωχράς κηλίδας, σε αποκόλληση αμφιβληστροειδούς ή σε άλλες δομικές ανωμαλίες, οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν απώλεια όρασης ή δυνητικά τύφλωση.