Δυσμενείς είναι οι προβλέψεις για τη φαρμακευτική δαπάνη, η οποία το 2024 αναμένεται να ξεπεράσει την αξία της αντίστοιχης δαπάνης του 2009, λίγο πριν η χώρα μπει στα χρόνια των μνημονίων. Όσο αυξάνεται η δαπάνη και στην πράξη δεν εφαρμόζονται διαρθρωτικά μέτρα, τόσο ανεβαίνει και η συμμετοχή των Ελλήνων ασθενών. Υπολογίζεται ότι το 2026 τα χρήματα που θα πληρώνουν οι πολίτες για φάρμακα, θα πλησιάσουν το ένα δις ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στη μισή δημόσια χρηματοδότηση για το φάρμακο σήμερα.
Εφέτος εκτιμάται ότι η φαρμακοβιομηχανία θα πληρώσει περισσότερα από 3,4 δις ευρώ (το 49% της συνολικής δαπάνης) μέσω των αυτόματων επιστροφών (clawback και rebate) που ενεργοποιούνται με την υπέρβαση της «κλειστής» δημόσιας δαπάνης, ενώ η συμμετοχή των πολιτών θα διαμορφωθεί σε 753 εκατομμύρια ευρώ. Το 2022, οι ασθενείς πλήρωσαν ως συμμετοχή 702 εκατομμύρια ευρώ και οι εταιρείες επωμίστηκαν το 48% της συνολικής δαπάνης.
Οι εκτιμήσεις για την τριετία 2024, 2025 και 2026 είναι δυσοίωνες σε ό,τι αφορά στις ιδιωτικές δαπάνες υγείας. Συγκεκριμένα, το 2024 η φαρμακευτική δαπάνη θα είναι, όπως φαίνεται, πάνω από 7,5 δις ευρώ ξεπερνώντας την αξία της αντίστοιχης δαπάνης του 2009. Αξιοσημείωτη αύξηση προβλέπεται για τη συμμετοχή των ασθενών το 2024 που φαίνεται πως θα φτάσει τα 824 εκατομμύρια ευρώ. Εάν οι εκτιμήσεις επιβεβαιωθούν τότε θα καταγραφεί αύξηση κατά 122 εκατομμύρια ευρώ σε σχέση με το 2022. Η συμμετοχή των ασθενών θα ανέβει περαιτέρω τις χρονιές 2025 και 2026 προσεγγίζοντας το 2026 σχεδόν το ένα δις ευρώ. Την ίδια χρονιά, η φαρμακοβιομηχανία θα καλύπτει το 57% του συνόλου της φαρμακευτικής δαπάνης που θα έχει ξεπεράσει τα 8,8 δις ευρώ.
Ανησυχία για την πρόσβαση των ασθενών στα φάρμακα
Τα παραπάνω προκαλούν ιδιαίτερη ανησυχία για την πρόσβαση των πολιτών στα φάρμακα καθώς από τη μία η συμμετοχή αυξάνεται διαρκώς, από την άλλη είναι αμφίβολη η είσοδος νέων φαρμάκων στην Ελλάδα από τις εταιρείες, οι οποίες διαμαρτυρόμενες για τις υπέρογκες επιστροφές προς το κράτος αρνούνται σε αρκετές περιπτώσεις να «τροφοδοτήσουν» με φάρμακα τη χώρα. Το τελευταίο αποτελεί ένα μεγάλο πρόβλημα τη δεδομένη χρονική στιγμή, που οι ελλείψεις φαρμάκων πλήττουν όλη την Ευρώπη. Ο προηγούμενος χειμώνας ήταν δύσκολος, με αρκετά φάρμακα να είναι δυσεύρετα, κατάσταση που είναι βέβαιο ότι θα επαναληφθεί και τον επόμενο χειμώνα.
«Για πολλές θεραπείες που αφορούν σοβαρές παθήσεις το ύψος των απαιτούμενων επιστροφών μπορεί να μην είναι βιώσιμο, ενώ η απουσία ενιαίου προϋπολογισμού θα επιβαρύνει δυσανάλογα συγκεκριμένες ομάδες ασθενών. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σήμερα οι μη καταβαλλόμενες επιστροφές απειλούν το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης και στερούν πόρους από άλλους τομείς του Συστήματος Υγείας», επεσήμανε ο Διευθυντής Εταιρικών Υποθέσεων της MSD Ελλάδας, Αντώνης Καρόκης, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο 14th Pharma & Health Conference.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο υπάρχων μηχανισμός χρηματοδότησης της φαρμακευτικής δαπάνης έχει αποτύχει για τέσσερις λόγους: α) επιβραβεύει την αύξηση και τιμωρεί τη μείωση της κατανάλωσης, β) δεν αξιοποιούνται τα υπάρχοντα δεδομένα και οι αποφάσεις δεν είναι τεκμηριωμένες, γ) απουσιάζουν οι δομές ελέγχου και υλοποίησης «λειτουργικών» μεταρρυθμίσεων και δ) η πολιτεία αναδιανέμει το χρηματοδοτικό βάρος, ή δημιουργεί νέες δαπάνες αντί να επενδύει σε πολιτικές εξορθολογισμού της δαπάνης.
Ο «οδικός χάρτης» για τη μεταρρύθμιση του συστήματος χρηματοδότησης
Πρόκληση για τις πολιτικές φαρμάκου αποτελεί η εξισορρόπηση του διαθέσιμου προϋπολογισμού με την αναμενόμενη δαπάνη. Σύμφωνα με τον κ. Καρόκη για να επιτευχθεί αυτό, πρέπει να πραγματοποιηθούν τα εξής:
• Καθορισμός και ποσοτικοποίηση μείγματος πολιτικών για επίτευξη του στόχου εξυγίανσης του συστήματος, βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες μεταρρυθμίσεις.
• Ανάπτυξη δομών ελέγχου και παρακολούθησης της δαπάνης (π.χ. μηχανισμός ΕΚΑΠΥ για νοσοκομειακά φάρμακα με άμεσο ετήσιο όφελος εξοικονόμησης >€300 εκ).
• Αξιοποίηση και δημοσιότητα δεδομένων δαπάνης, Κέντρο Δευτερογενούς Διαχείρισης Δεδομένων Υγείας.
• Η πολιτεία αναλαμβάνει την οικονομική ευθύνη των παρεμβάσεών της που αφορούν στην εισαγωγή νέων δαπανών ή την απαλλαγή προϊόντων ή εταιριών από το χρηματοδοτικό βάρος.
• Υλοποίηση δομικών μεταρρυθμίσεων (ψηφιακός φάκελος ασθενή, διασύνδεση βάσεων δεδομένων και δομών υγείας, δείκτες ποιότητας, μονάδα παρακολούθησης δαπάνης ΕΟΠΥΥ).
• Ανάπτυξη συνταγογραφικών αλγορίθμων και ελέγχου εφαρμογής τους με ενίσχυση γενοσήμων και οικονομικών θεραπειών με εξυγίανση των πολιτικών τιμολόγησης και αποζημίωσης.
• Συμφωνίες επιμερισμού κινδύνου και εφαρμογή νέου Ευρωπαϊκού κανονισμού αξιολόγησης.
Ο ρόλος της ΕΚΑΠΥ στην προμήθεια νοσοκομειακών φαρμάκων
Στο μεταξύ, τα σημειώματα για το clawback που έλαβαν οι εταιρείες για τα νοσοκομειακά φάρμακα που αφορούν στο πρώτο εξάμηνο του 2022 αποτέλεσαν και την έναρξη του μέτρου εξαίρεσης των φθηνών φαρμάκων από το clawback. Όπως προκύπτει από τις πληροφορίες, η εξαίρεση των εταιρειών – παραγωγών φθηνών φαρμάκων από την υποχρέωση υποχρεωτικών επιστροφών για τα συγκεκριμένα φάρμακα, επιβαρύνει με clawback τις υπόλοιπες εταιρείες – 9% της δαπάνης του clawback.
Το παραπάνω μέτρο, μαζί με την καθυστέρηση λειτουργίας της ΕΚΑΠΥ ως κεντρικού προμηθευτή φαρμάκων για τα νοσοκομεία, δημιουργούν περαιτέρω επιβάρυνση των εταιρειών, σύμφωνα με τις πληροφορίες.
Υπενθυμίζεται ότι Υπουργική Απόφαση του Υπουργού Υγείας, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, ορίζει πως το χρονικό σημείο έναρξης στην ΕΚΑΠΥ των διαδικασιών προμήθειας φαρμάκων, που διενεργούνται κατόπιν συμφωνιών που συνάπτει η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης Τιμών Φαρμάκων, και σε αφορούν κλειστούς ή ανοικτούς προϋπολογισμούς, για τον εφοδιασμό των νοσοκομείων, θα είναι στις 2/10/2023.
Διαβάστε επίσης:
Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος: Έκκληση για αυστηροποίηση των μέτρων για τις ελλείψεις φαρμάκων
Υπουργός Υγείας σε ΣΦΕΕ: Αναγκαία η πρόσβαση των ασθενών σε όλα τα φάρμακα