Αυτά είναι μερικά από τα βασικά ευρήματα πανελλαδικής έρευνας για τη σχέση γιατρού-ασθενή που έγινε για λογαριασμό του Ινστιτούτου Επικοινωνίας και Αλφαβητισμού στην Υγεία και στα ΜΜΕ (HIT).
Η έρευνα με τίτλο «Επικοινωνία Γιατρού – Ασθενούς – Αλφαβητισμός στην Υγεία – Συμμετοχή των Ασθενών στη Λήψη Αποφάσεων» πραγματοποιήθηκε από τις 22-01-2019 έως 20-02-2019 σε δείγμα 2.000 ανδρών και γυναικών, 18-74 ετών, τόσο από τον γενικό πληθυσμό αλλά και σε ασθενείς με χρόνια ή παροδικά νοσήματα που χρήζουν συστηματικής παρακολούθησης από γιατρό και τον έχουν επισκεφτεί τουλάχιστον τρεις φορές τους τελευταίους 12 μήνες.
Σκοπός της έρευνας ήταν πρωταρχικά η καταγραφή των στάσεων και απόψεων του γενικού κοινού για τη σχέση τους με το γιατρό τους και η καταγραφή βασικών πληροφοριών, όπως η αντιλαμβανόμενη κατάσταση της υγείας τους και η συχνότητα επίσκεψης στον γιατρό τους. Σε δεύτερο επίπεδο, στόχος υπήρξε η σε βάθος καταγραφή των στάσεων και απόψεων των ασθενών χρόνιων και παροδικών νοσημάτων που χρήζουν συστηματικής παρακολούθησης, ως προς την επικοινωνία τους με τον γιατρό τους, καθώς και ο εντοπισμός πιθανών εμποδίων που συναντούν οι ασθενείς στην επικοινωνία τους με τον γιατρό τους και την επίδραση που έχουν αυτοί οι παράγοντες στη συμμόρφωση των ασθενών σε σχέση με τη φαρμακευτική τους αγωγή και τις θεραπείες που καλούνται να ακολουθήσουν, καθώς και τη συμμετοχή τους στη λήψη αποφάσεων.
Σύμφωνα με την Δρ. Έφη Σίμου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, επιστημονικά υπεύθυνη της έρευνας και Πρόεδρο του Ινστιτούτου Επικοινωνίας και Αλφαβητισμού στην Υγεία και στα ΜΜΕ για λογαριασμό του οποίου έγινε η έρευνα «για πρώτη φορά πραγματοποιείται στην Ελλάδα έρευνα σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 2.000 ατόμων, που στόχο έχει τη διεξοδική μελέτη των στάσεων, των αντιλήψεων και των συμπεριφορών που επηρεάζουν την επικοινωνία γιατρού- ασθενούς, τον αλφαβητισμό στην υγεία, τη συμμόρφωση στη φαρμακευτική αγωγή και τη συμμετοχή των ασθενών στη λήψη αποφάσεων. Ευελπιστεί να συμβάλει, ώστε να βελτιωθεί η επικοινωνία γιατρού-ασθενή που αποτελεί την ηθική βάση σχέσεων αλληλοσεβασμού, ποιότητας παρεχόμενων υπηρεσιών, αλλά και εξυγίανσης της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Η εμπιστοσύνη στο γιατρό θα πρέπει να διαφυλαχθεί και ο σεβασμός, η αξιοπρέπεια και διαφάνεια στη φροντίδα του ασθενή να διασφαλιστούν».
Δεν πάνε στον γιατρό γιατί δεν έχουν χρήματα
Παρά το κυβερνητικό αφήγημα περί εξόδου της χώρας από τα μνημόνια και την εξομάλυνση της οικονομικής κατάστασης των πολιτών, η έρευνα που έγινε στο πλαίσιο της δεύτερης φάσης της εκστρατείας ενημέρωσης του Med&Me, δείχνει ότι από όσους δήλωσαν ότι είχαν κάποιο χρόνιο ή παροδικό νόσημα, αλλά δεν επισκέφτηκαν το γιατρό τους τελευταίους 12 μήνες, το 15,6% δεν επισκέφτηκε γιατρό επειδή δεν είχε χρήματα να πραγματοποιήσει την επίσκεψη. Το 34,8% δήλωσε ότι γνώριζε τι πρέπει να κάνει λόγω προηγούμενης εμπειρίας, ενώ το 63,3% θεώρησε ότι δεν ήταν κάτι σοβαρό.
Αξίζει να σημειωθεί ότι όσοι επισκέφθηκαν τον γιατρό για κάποιο χρόνιο νόσημα, σε ποσοστό 28,8% έχει περισσότερο από ένα νοσήματα.
Αποφεύγουν να κάνουν ερωτήσεις στο γιατρό
Από την ανάλυση των απαντήσεων των συμμετεχόντων φαίνεται επίσης ότι το 81,4% εμπιστεύεται πάντα και συχνά το γιατρό του, ενώ αντίστοιχα το 90,1% μπορεί να μιλήσει σε αυτόν με ειλικρίνεια για οτιδήποτε αφορά την υγεία του. Παρόλα αυτά 23,3% διστάζει να μιλήσει στο γιατρό για τον τρόπο ζωής τους και τις καθημερινές τους συνήθειες. Επίσης, σε ποσοστό 58,8% πάντα και 22,4% συχνά οι συμμετέχοντες δήλωσαν ότι ο γιατρός τους τους δεν τους διακόπτει, και τους αφιερώνει χρόνο κατά την επίσκεψη (56,2% και 20,7% αντίστοιχα). Ενώ σε ποσοστό 27,3% (μερικές φορές – συχνά – πάντα) απάντησαν ότι αποφεύγουν να κάνουν ερωτήσεις στο γιατρό τους, γιατί έχουν την αίσθηση ότι βιάζεται ή δεν έχει χρόνο.
Αναφορικά με τον τρόπο που ο γιατρός επικοινωνεί και επεξηγεί στον ασθενή παραμέτρους της ασθένειας και της φαρμακευτικής αγωγής η έρευνα έδειξε ότι σε ποσοστό 81,6% ο γιατρός εξηγεί τα αποτελέσματα των εξετάσεων, σε ποσοστό 92,9% τον τρόπο που ο ασθενής θα πρέπει να παίρνει τα φάρμακα, ενώ το ποσοστό αυτό καταγράφεται στο 62,4% σε ό,τι αφορά την επεξήγηση των παρενεργειών και των ανεπιθύμητων ενεργειών των φαρμάκων. Τέλος το 49,8% των γιατρών ρωτά τους ασθενείς αν κατάλαβαν όλα όσα τους είπε και 30,8% τους δείχνει συμπληρωματικές εικόνες και γραφήματα για να τους εξηγήσει όλα όσα δεν κατάλαβαν.
Ομοίως, το 73,5% των ασθενών δήλωσαν ότι διαβάζουν πάντα τα αποτελέσματα των ιατρικών εξετάσεων, όμως μόνο 28% τα καταλαβαίνει πάντα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό αναφορικά με τις οδηγίες στο κουτί των φαρμάκων καταγράφεται σε ποσοστό 54,4% και 40% αντίστοιχα. Ακόμα, το 48% όσων επισκέφθηκαν γιατρό περισσότερο από τις φορές τους τελευταίους 12 μήνες μίλησαν με το γιατρό τους τηλεφωνικά και ζήτησαν διευκρινήσεις, 30% έψαξαν στο διαδίκτυο και 21,1% αναζήτησαν ομάδες ασθενών με παρόμοια προβλήματα και ρώτησαν τη γνώμη τους.
«Γιατροί» του εαυτού τους οι Έλληνες ασθενείς
Οι συμμετέχοντες στην έρευνα δήλωσαν επιπλέον ότι σε ποσοστό 59,5% πάντα και συχνά γνωρίζουν πως μπορούν να προλάβουν επιπλοκές από την ασθένειά τους και που και πως μπορούν να βρουν πληροφορίες σχετικά με συμπτώματα και τις θεραπείες. Ποσοστό 74,1% γνωρίζει που μπορεί να βρει γιατρό και το ποσοστό αυτό σημειώνει πτώση 67% στην περίπτωση επείγοντος περιστατικού, καθώς και σε περιπτώσεις που θα πρέπει να αναζητήσει δεύτερη γνώμη 60,5%. Τέλος ποσοστό 60,9% μπορεί να συμπληρώσει μόνο του ιατρικές φόρμες και έντυπα.
Παρότι η πλειοψηφία (79,2%) των συμμετεχόντων θυμάται πως πρέπει να παίρνει τα φάρμακα, ποσοστό 27,7% διακόπτει τα φάρμακα όταν αισθάνεται καλύτερα, ποσοστό 23,3% λόγω του ότι φοβάται τις παρενέργειες, ποσοστό 12,5% γιατί χρησιμοποιεί εναλλακτικές θεραπείες και ποσοστό 12,4% για οικονομικούς λόγους.
Αλλά το 73,3% των ασθενών συμφωνούν απόλυτα ότι οι σημαντικές ιατρικές αποφάσεις θα πρέπει να λαμβάνονται από το γιατρό και 82,3% ότι οι ασθενείς θα πρέπει να εμπιστεύονται τους γιατρούς τους, ενώ μόνο 19,4% δηλώνει ότι στις δύσκολες καταστάσεις είναι καλύτερα για τους ασθενείς να μην τους εξηγείται η κατάσταση υγείας τους. Τέλος σε ποσοστό 26,8% δήλωσαν ότι συμβουλεύονται το σύντροφό τους προκειμένου να λάβουν μια ιατρική απόφαση, ενώ 50,2% εγκατέλειψε το γιατρό μετά από δυσαρέσκεια και 26,4% δήλωσε ότι υπέστη ιατρικό σφάλμα πρόσφατα ή στο παρελθόν.
Αναγκαία η ενεργός συμμετοχή του ασθενούς στη λήψη αποφάσεων
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου για την παρουσίαση της έρευνας, ο Δρ. Γιάννης Μπουκοβίνας, Πρόεδρος της Εταιρείας Παθολόγων – Ογκολόγων Ελλάδας, (Ε.Ο.Π.Ε) επεσήμανε ότι «η σχέση ογκολόγου – ασθενούς περνά μέσα από πολλά στάδια, είναι μία σχέση με πολλές συσχετίσεις, ψυχολογικές, κοινωνικές, αξιών και φιλοσοφίας, ιδιαιτεροτήτων και οικονομικών δεδομένων. Ο γιατρός στην ενημέρωση θα πρέπει να ακροβατεί ανάμεσα στη μη συντριβή του ασθενούς, αλλά και στη μη αποκοίμηση του. Η ενεργός συμμετοχή του ασθενούς στη λήψη αποφάσεων, σταθμίζοντας όλα τα δεδομένα και κινητοποιώντας δυνάμεις του που είναι χρόνια σε ύπνωση, είναι απαραίτητη στη σύγχρονη άσκηση της ογκολογίας, όπου η τελική έκβαση της αρρώστιας δεν είναι πάντα το ζητούμενο, αλλά προσμετρώνται και παράμετροι όπως ποιότητα ζωής, προτιμήσεις ασθενών, κλινικό όφελος, ολοκλήρωση κύκλου ζωής».
Η κ. Ζωή Γραμματόγλου, Πρόεδρος του Συλλόγου Καρκινοπαθών – Εθελοντών – Φίλων – Γιατρών (Κ.Ε.Φ.Ι) συμπλήρωσε ότι «για να αλλάξει η σχέση γιατρού ασθενούς, χρειαζόμαστε επαγγελματίες υγείας με εν-συναίσθηση, εκπαιδευμένους στην επικοινωνία με τον ασθενή και την οικογένειά του, ικανούς να διαχειριστούν τα ζητήματα της διάγνωσης, της θεραπείας, της υποτροπής και του πιθανού θανάτου. Οι μελέτες και οι κατευθυντήριες οδηγίες βάσει των οποίων καλούνται να ασκήσουν την ιατρική μιλάνε με αριθμούς και ποσοστά. Μπροστά τους όμως έχουν ανθρώπους και καμιά μελέτη δεν μπορεί να περιγράψει τον κάθε ξεχωριστό καρκινοπαθή. Γι’ αυτό και οι κατευθυντήριες οδηγίες -που τόσο θεοποιούνται στις μέρες μας- μπορεί να είναι η πυξίδα, όχι όμως και ο οδικός χάρτης στην άσκηση της ιατρικής. Αυτά τα προγράμματα εκπαίδευσης που θα έπρεπε να είναι το αλφαβητάρι της ιατρικής απουσιάζουν προκλητικά από την εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας».
Τέλος, ο κ. Γιώργος Καλαμίτσης, Πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων Ληπτών Υπηρεσιών Υγείας (Υπουργείο Υγείας) υπογράμμισε ότι «στην προσπάθεια μας να δημιουργήσουμε ένα αποδοτικότερο, δικαιότερο και χωρίς αποκλεισμούς σύστημα υγείας το οποίο παράλληλα θα περιορίζει την σπατάλη, την κακοδιαχείριση και την διαφθορά, αρχίζουμε και κάνουμε βήματα προς ένα πιο ασθενοκεντρικό μοντέλο. Προαπαιτούμενο αυτής της προσπάθειας οφείλει να είναι η αποκατάσταση της ασυμμετρίας που υπάρχει ανάμεσα στην σχέση γιατρού-ασθενούς. Ο ενημερωμένος ασθενής καθίσταται συνυπεύθυνος για τη λήψη ορθών αποφάσεων για την υγεία του».