*Γράφει ο Βασίλης Δαλιάνης
Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης τροποποίησε τις συστάσεις του αναφορικά με τον προσωρινό περιορισμό των μη απαραίτητων ταξιδιών από πολίτες τρίτων χωρών με προορισμό την ΕΕ. Συγκεκριμένα, το Συμβούλιο (σ.σ. συμμετέχουν οι αρμόδιοι υπουργοί από τα κράτη-μέλη) αποφάσισε ότι, για να επιτραπούν οι αφίξεις πολιτών στην ΕΕ, η χώρα καταγωγής τους θα πρέπει να καταγραφεί, όχι πλέον σε 25 περιπτώσεις ανά 100.000 πολίτες, αλλά σε 75.
Βάσει της απόφασης, εάν τα κράτη-μέλη της ΕΕ αποδεχθούν τα πιστοποιητικά εμβολιασμού, ώστε να μην επιβάλουν υποχρεωτικά διαγνωστικά τεστ και καραντίνα, θα πρέπει κατ’ αρχήν, να μην επιβάλουν περιορισμούς για τα μη απαραίτητα ταξίδια σε ταξιδιώτες τρίτων χωρών (σ.σ. κράτη που δεν ανήκουν στην ΕΕ) που έχουν λάβει την τελευταία συνιστώμενη δόση εγκεκριμένου από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (EMA) εμβολίου τουλάχιστον 14 ημέρες πριν την άφιξή τους.
Τα κράτη-μέλη θα μπορούν επίσης να μην επιβάλουν περιορισμούς και σε ταξιδιώτες που έχουν λάβει, τουλάχιστον 14 ημέρες πριν την άφιξή τους, την τελευταία δόση εμβολίου που ολοκλήρωσε τη διαδικασία καταχώρισης έκτακτης ανάγκης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).
Μέχρι να εγκριθεί ο κανονισμός για τα ψηφιακά πράσινα πιστοποιητικά, που θα παρέχει τη βάση, μέσω εκτελεστικής πράξης της Επιτροπής, για την χρήση πιστοποιητικών εμβολιασμού, τα κράτη-μέλη της ΕΕ θα πρέπει να μπορούν να δέχονται πιστοποιητικά τρίτων χωρών που περιέχουν ένα ελάχιστο σύνολο δεδομένων και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να είναι σε θέση να επαληθεύουν την αυθεντικότητα, την εγκυρότητα και την ακεραιότητα του πιστοποιητικού.
«Φρένο» έκτακτης ανάγκης
Σε περίπτωση που η επιδημιολογική κατάσταση μιας τρίτης χώρας ή μιας συγκεκριμένης περιοχής επιδεινωθεί, ιδίως εάν έχει εντοπιστεί μια παραλλαγή, τα κράτη-μέλη πρέπει να επιβάλουν έναν επείγοντα, αλλά προσωρινό περιορισμό για όλα τα ταξίδια στην ΕΕ. Αυτό το «φρένο» έκτακτης ανάγκης δεν θα ισχύει για πολίτες της ΕΕ, μακροχρόνια κατοίκους της ΕΕ και ορισμένες κατηγορίες βασικών ταξιδιωτών, οι οποίοι ωστόσο θα πρέπει να υπόκεινται σε κατάλληλα μέτρα διαγνωστικών τεστ και καραντίνας, ακόμη και αν έχουν εμβολιαστεί πλήρως.
Όταν ένα κράτος-μέλος εφαρμόζει αυτούς τους περιορισμούς, τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, στο πλαίσιο του Συμβουλίου της ΕΕ, θα πρέπει να επανεξετάζουν την κατάσταση με συντονισμένο τρόπο και σε στενή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τουλάχιστον κάθε δύο εβδομάδες.