Συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό η εκστρατεία «Ελευθερία» ανά την επικράτεια, σε μία εμβολιαστική επέλαση που γίνεται εκ παραλλήλου με τη σταθερή εφόρμηση και του κορωνοϊού, δημιουργώντας μια δυναμική κατάσταση.

Το ιικό φορτίο παραμένει υψηλό στη χώρα μας, όπως μαρτυρούν τα περίπου 19.000 ενεργά κρούσματα και οι εκατοντάδες εισαγωγές ασθενών με λοίμωξη covid-19 στα νοσοκομεία ημερησίως – χθες έγιναν για πρώτη φορά έπειτα από αρκετές εβδομάδες 330 νέες εισαγωγές, χαμηλότερες από τον μέσο όρο της τελευταίας εβδομάδας που κυμαίνονταν στις 400. Το Σαββατοκύριακο έγιναν άλλες 840 εισαγωγές ασθενών στα νοσοκομεία της χώρας.

Επίσης, χθες υποχώρησαν στο 45% των συνολικών εισαγωγών εκείνες που έγιναν στα νοσοκομεία της Αττικής – η οποία μέχρι τώρα συγκέντρωνε το 50-55% των ημερήσιων εισαγωγών. Το βάρος των νοσηλειών έχει μετακυλιστεί στην περιφέρεια, και ιδίως στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης, της Λάρισας, των Ιωαννίνων, της Πάτρας, του Αγρινίου και του Μεσολογγίου. Με δεδομένο πως η επιδημία μαίνεται στο Μεσολόγγι και πως οι δυνατότητες διαχείρισης των ασθενών στο νοσοκομείο της πόλης είναι πεπερασμένες, η διακομιδή σε άλλα κοντινά νοσοκομεία είναι μονόδρομος – και δύσκολος.

Σε υψηλό επίπεδο όμως διατηρούνται και οι εμβολιασμοί, καθώς πια διενεργούνται περί τους 100.000 εμβολιασμούς καθημερινά, φέρνοντας μας με σταθερά βήματα πιο κοντά στο τείχος ανοσίας.

Πλέον 3.740.000 δόσεις εμβολίων έχουν χορηγηθεί, ενώ η «Ελευθερία» αναμένεται να επιταχυνθεί το τελευταίο 10ήμερο του Μαϊου οπότε και θα δοθεί δυνατότητα εμβολιασμού με όλα τα εμβόλια στους πολίτες ηλικίας 30-44 χρόνων που τώρα μπορούν να εμβολιάζονται μόνο με το εμβόλιο των AstraZeneca/Πανεπιστημίου Οξφόρδης.

Όπως ανακοίνωσε χθες ο γενικός γραμματέας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) και συντονιστής του εμβολιαστικού προγράμματος, κ. Μάριος Θεμιστοκλέους, η πλατφόρμα για ραντεβού εμβολιασμού με όλα τα εγκεκριμένα διαθέσιμα εμβόλια θα ανοίξει αρχικά για τα άτομα της ηλικιακής ομάδας 40-44 χρόνων, στη συνέχεια για εκείνους της ομάδας 35-39 και τέλος για τα άτομα 30-34 χρόνων. Εντός του Ιουνίου θα δοθεί πρόσβαση στα ραντεβού για εμβολιασμό και στις ηλικιακές ομάδες 25-29 χρόνων και 18-24 χρόνων με τις οποίες ολοκληρώνεται ο εμβολιασμός των ενηλίκων στη χώρα μας.

emvoliasmos

Η τακτική του mix&match εμβολιασμού

Η ομότιμη καθηγήτρια Παιδιατρικής και πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, κυρία Μαρία Θεοδωρίδου αναφέρθηκε στην τακτική mix and match εμβολίων που εξετάζεται μετά από τα περιστατικά θρομβώσεων που καταγράφηκαν μετά την πρώτη δόση με το εμβόλιο της AstraZeneca, στην τακτική δηλαδή να επιλεγεί άλλο εμβόλιο για την ολοκλήρωση του εμβολιασμού των πολιτών.

«Μετά από τις τροποποιήσεις που έγιναν στο εμβολιαστικό πρόγραμμα με AstraZeneca σε Βρετανία και Γερμανία και τις αναταράξεις λόγω των σπανίων θρομβωτικών επεισοδίων, ένα από τα ερωτήματα που έχουν τεθεί και για το οποίο αναμένουμε ξεκάθαρη απάντηση, ήταν η συνέχεια του εμβολιασμού με την δεύτερη δόση», ανέφερε η κυρία Θεοδωρίδου.

Όπως εξήγησε, «η μόνη χώρα που θα μπορούσε να δώσει τεκμηριωμένα αποτελέσματα για την ασφάλεια της δεύτερης δόσης ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο. Πράγματι ο αρμόδιος Οργανισμός παρουσίασε δεδομένα τα οποία επιτρέπουν τη σύσταση ότι η δεύτερη δόση είναι ασφαλής και πρέπει να συνεχίζεται ο εμβολιασμός με AstraZeneca».

Υπενθυμίζεται ότι στη Βρετανία, η σύσταση για τη χορήγηση του εμβολίου της Astrazeneca ήταν για άτομα ηλικίας από 30 ετών και άνω και «ανέβηκε» από 40 ετών και άνω, ενώ στη Γερμανία η σύσταση ήταν να γίνεται το εμβόλιο σε πολίτες έως 60 ετών και πλέον συστήνεται στους 18 και άνω.

Από τη Βρετανία αναμένεται τους επόμενους, μάλλον τους καλοκαιρινούς μήνες, και η απάντηση για το ζήτημα του mix and match των εμβολίων, δηλαδή της χορήγησης διαφορετικού σκευάσματος στη δεύτερη από ό,τι στην πρώτη δόση, καθώς διεξάγεται σχετική μελέτη. Πρόκειται για τη «μελέτη Com-Cov» (Com-Cov study), η οποία ξεκίνησε τον περασμένο Φεβρουάριο, προκειμένου να εξεταστεί αν η λήψη της πρώτης δόσης ενός τύπου εμβολίου κατά της λοίμωξης covid-19 και μιας δεύτερης δόσης ενός άλλου εμβολίου προκαλεί αντίδραση ανοσίας τόσο καλή, όσο και η ανοσολογική αντίδραση που προκαλείται από τη χρήση δύο δόσεων του ίδιου εμβολίου. Kατά την πρώτη φάση της μελέτης χρησιμοποιήθηκαν τα εμβόλια της AstraZeneca και της Pfizer, ενώ πλέον θα συμπεριληφθούν και δόσεις εμβολίων της Moderna και της Novavax.

«Για να ειπωθεί με σιγουριά αν θα μπορεί να χορηγηθεί διαφορετικό εμβόλιο στην πρώτη και τη δεύτερη δόση, θα πρέπει να περιμένουμε τα αποτελέσματα της μελέτης» ανέφερε η κυρία Θεοδωρίδου.

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ο κ. Θεμιστοκλέους ξεκαθάρισε πως οι δόσεις του εμβολίου AstraZeneca για όσους έχουν προγραμματίσει ραντεβού ή έχουν ήδη λάβει την πρώτη δόση, είναι εξασφαλισμένες. «Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να μην επεκτείνει τη συμφωνία με την Astrazeneca πέραν αυτής της χρονιάς δεν επηρεάζει τις παραδόσεις για το 2021. Αναμένονται 7,2 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου της Astrazeneca και όλες οι δόσεις, είτε είναι πρώτες είτε δεύτερες, είναι εξασφαλισμένες για αυτή τη χρονιά», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ο εμβολιασμός των ανηλίκων

Μέχρι στιγμής τα εμβόλια που έχουν εγκριθεί αφορούν άτομα άνω τω 18 ετών ενώ το εμβόλιο της Pfizer χορηγείται στους άνω των 16 ετών, με νοσήματα. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΜΑ) εξετάζει την έγκριση του εμβολίου της Pfizer για τα παιδιά ηλικίας 12-15 ετών. Ο Καναδάς είναι η πρώτη χώρα που ξεκίνησε, χθες, τον εμβολιασμό σε αυτές τις ηλικίες.

Το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας για τον εμβολιασμό των παιδιών είναι έντονο, υπογράμμισε η κυρία Μαρία Θεοδωρίδου, σημειώνοντας όμως παράλληλα η προσέγγιση προς τον εμβολιασμό των παιδιών θα πρέπει να πολύ «προσεκτική».

«Ο κίνδυνος λοίμωξης και επιπλοκών από τον κορωνοϊό για τα παιδιά είναι μικρός. Βεβαίως, τα παιδιά αποτελούν το 25% του πληθυσμού και ο εμβολιασμός τους θα μείωνε τη διασπορά στην κοινότητα, ώστε να μείνουν ανοιχτά τα σχολεία και να προστατευθούν οι ευάλωτες ομάδες» είπε η ειδικός, προσθέτοντας όμως ότι ο εμβολιασμός των παιδιών έχει διαφορετικό στόχο από αυτόν των ηλικιωμένων.

«Τα εμβόλια που έχουν δοκιμαστεί, έχουν δείξει καλή αποτελεσματικότητα και ανοσογονικότητα, ωστόσο τα παιδιά δεν είναι μικροί ενήλικες. Καταγράφονται διαφορές στη ανοσιακή απάντηση και στην πιθανότητα εκδήλωσης ανεπιθύμητων ενεργειών σε σχέση με εκείνες σε ενηλίκους. Επομένως, ναι μεν θα υπάρχει δυνατότητα εμβολιασμού των παιδιών όταν εγκριθούν τα εμβόλια αλλά η εφαρμογή και η αποδοχή του εμβολιασμού στα παιδιά θα πρέπει να γίνει με πάρα πολύ μεγάλη προσοχή και εφόσον τα επιδημιολογικά δεδομένα το επιβάλλουν. Το κύριο βάρος του τείχους προστασίας που χτίζεται με τον εμβολιασμό πέφτει στους ενήλικες. Ας μην σκεφτόμαστε αν θα εμβολιαστούν τα παιδιά όσο υπάρχουν κενά στον εμβολιασμό των ενηλίκων», τόνισε χαρακτηριστικά η κ. Θεοδωρίδου.