Μαίνεται η επιδημία κορωνοϊού στη χώρα, με επίκεντρο την Αττική, ασκώντας διαρκώς αυξανόμενη πίεση στο σύστημα υγείας και παραλύοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα.
Οι 4.500 και πλέον νοσηλευόμενοι στα νοσοκομεία και οι δεκάδες θάνατοι ημερησίως επιβεβαιώνουν με τον πιο σκληρό τρόπο την ανεξέλεγκτη κυκλοφορία του ιού στην κοινότητα και κρατούν σε συνεχή επιφυλακή τις υγειονομικές αρχές. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τους επιστήμονες η κορύφωση του τρίτου κύματος δεν έχει ακόμη συμβεί, κάτι που εντείνει την αγωνία όλων των αρμόδιων για τη χρονική στιγμή της εκτόνωσης αυτής της βαριάς επιδημιολογικής εικόνας.
Το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας ήταν ένα ορόσημο για τους ειδικούς σε ό,τι αφορά την πορεία της επιδημίας και την υποχώρηση του επιδημιολογικού φορτίου που θα επέτρεπε τη μερική επανεκκίνηση της εμπορικής δραστηριότητας. Ωστόσο, τα 3.215 κρούσματα που καταγράφηκαν την περασμένη Τρίτη, σηματοδοτώντας την άνοδο του επιδημικού κύματος αλλά και το σύνολο των 20.000 ενεργών κρουσμάτων που μετρά η χώρα «πάγωσαν» τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς για τη σταδιακή χαλάρωση των μέτρων. Και επιπλέον έφεραν νέα αυστηρότερα μέτρα και σε άλλες περιοχές της χώρας και κλείσιμο όλων των σχολείων κάθε βαθμίδας, ακόμη και όπου δεν ισχύει καθεστώς σκληρού lockdown, σε μια προσπάθεια να ελεγχθεί η αλυσίδα μετάδοσης.
Οι σκληροί δείκτες στο κόκκινο
Ο ΕΟΔΥ ανακοίνωσε χθες 1.134 νέα κρούσματα τα οποία αντιστοιχούν σε μόλις 11.174 τεστ. Όπως έχουν αναφέρει επανειλημμένα οι ειδικοί, ο χαμηλός αριθμός των τεστ λόγω των αργιών δεν δίνει μια καθαρή, αντιπροσωπευτική εικόνα της επιδημίας. Το επισήμανε μάλιστα και την περασμένη Παρασκευή ο επίκουρος καθηγητής Επιδημιολογίας, κ. Γκίκας Μαγιορκίνης, λέγοντας πως η επιδημιολογική εικόνα θα αποκρυσταλλωθεί την Τετάρτη.
Πάντως, προς το παρόν και σε συνέχεια του δύσκολου τριημέρου οι σκληροί δείκτες παραμένουν στο «κόκκινο». Μετά τους 937 ασθενείς που εισήχθησαν στα νοσοκομεία το Σαββατοκύριακο, οι εισαγωγές κινήθηκαν στα ίδια επίπεδα. Χθες έγιναν 457 εισαγωγές, με το 53% στα νοσοκομεία της Αττικής.
Στο λεκανοπέδιο νοσηλεύονται πλέον 2.334 ασθενείς, με τους 1.983 σε απλές κλίνες. Άλλοι 796 νοσηλευόμενοι καταγράφηκαν στα νοσοκομεία της Μακεδονίας και της Θράκης, 850 στα νοσηλευτικά ιδρύματα της Στερεάς Ελλάδας, της Ηπείρου, της Πελοποννήσου και της Δυτικής Ελλάδας. Τέλος, συνεχής είναι η άνοδος των νοσηλευομένων στην Κρήτη, που έχουν φτάσει πλέον τους 126.
Οι διασωληνωμένοι, ένας από τους σκληρούς δείκτες, έχουν ανέλθει στους 564, επιβεβαιώνοντας τους ειδικούς της Επιτροπής που προέβλεπαν στις αρχές Μαρτίου ότι οι διασωληνωμένοι θα φτάσουν τους 600, στον αριθμό που απείλησε την αντοχή του ΕΣΥ τον περασμένο Νοέμβριο. Την Κυριακή 7 Μαρτίου οι διασωληνωμένοι ήταν 466, και την ερχόμενη Κυριακή θεωρείται βέβαιο πως θα κινούνται στους 620 με 630.
Η πίεση που δέχονται τα νοσοκομεία είναι μεγάλη – η ΠΟΕΔΗΝ καταγγέλλει ότι δεκάδες διασωληνωμένοι βρίσκονται εκτός ΜΕΘ, μάλιστα δεν πρόκειται μόνο για περιστατικά Covid αλλά και για κάθε άλλου είδους περιστατικά. Οι αρμόδιοι στο υπουργείο Υγείας σχεδιάζουν να εντάξουν ακόμη ένα νοσοκομείο όπως το «Ερρίκος Ντυνάν» στις εφημερίες ώστε να υποδέχεται τους non Covid ασθενείς.
Άνοδος αναμένεται και στον αριθμό των θανάτων. «Οι αυξημένες εισαγωγές δυστυχώς θα οδηγήσουν σε αύξηση των θανάτων εντός των επόμενων εβδομάδων», ανέφερε ο κ. Μαγιορκίνης στην τακτική για τον κορωνοϊό ενημέρωση της Παρασκευής. Το περασμένο τριήμερο καταγράφηκαν 151 νέοι θάνατοι, ανεβάζοντας το συνολικό αριθμό των θανάτων από την αρχή της πανδημίας στη χώρα μας σε 7.137, με τους 480 να έχουν χάσει τη ζωή τους μέσα στον Μάρτιο.
Τα τεστ που «θολώνουν» την επιδημιολογική εικόνα
Σύμφωνα με την τελευταία εβδομαδιαία αναφορά του ΕΟΔΥ, το ποσοστό θετικότητας ήταν 4,31% σε σύνολο 152.695 μοριακών τεστ και 171.508 Rapid τεστ που πραγματοποιήθηκαν. Όμως, όπως κατ΄ επανάληψη έχει αναφερθεί από τους ειδικούς, τα rapid τεστ λόγω της χαμηλής ευαισθησίας τους δεν αποτελούν διαγνωστικό εργαλείο της νόσου covid-19 όπως και άλλων λοιμωδών νοσημάτων.
Πρόκειται για τεστ ταχείας ανίχνευσης τα οποία έχουν συγκεκριμένη επιδημιολογική ένδειξη για να μετρηθεί η διακύμανση, δηλαδή η αύξηση ή η μείωση του ιικού φορτίου, σε έναν συγκεκριμένο πληθυσμό-στόχο. Η διενέργειά τους θεωρείται ότι έχει επιστημονική αξία και αντίκρισμα όταν αφορά είτε μια δομή, όπως μία Μονάδα Φροντίδας Ηλικιωμένων, ένα σχολείο, ένα σωφρονιστικό κατάστημα, μία βιομηχανική μονάδα κα., είτε μια ομάδα ανθρώπων σε συγκεκριμένη περιοχή πχ επιβάτες του Μετρό, αλλά σε τακτά χρονικά διαστήματα.
Για παράδειγμα, αν σε ένα σχολείο ανά 48ωρο γίνονται rapid τεστ στον ίδιο σταθερό πληθυσμό μαθητών και εκπαιδευτικών, τότε μπορεί να αποτυπωθεί η αυξομείωση του ιικού φορτίου και να σχηματισθεί μια αδρή εικόνα για την επιδημία στον συγκεκριμένο πληθυσμό. Μόνο η σταθερή παρατήρηση τέτοιων στοχευμένων υποομάδων μπορεί να επιτρέψει το σχηματισμό της μεγάλης επιδημιολογικής εικόνας.
Ωστόσο, από τη μέχρι τώρα χρήση των rapid τεστ στη χώρα μας αυτό δεν φαίνεται να συμβαίνει. Τόσο ο ΕΟΔΥ που έχει την αρμοδιότητα να σχεδιάσει και να συντονίσει τις δειγματοληψίες μέσω των rapid test όσο και οι λοιποί εμπλεκόμενοι φορείς, του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, φαίνεται να κάνουν αποσπασματικές και σποραδικές κινήσεις. Τα rapid τεστ που διενεργούνται σε πλατείες και γειτονιές, χωρίς σταθερή και συστηματική επανάληψη, δεν θεωρούνται από τους ειδικούς ότι συμβάλουν στον σχηματισμό της πραγματικής επιδημιολογικής εικόνας. Αντιθέτως, όταν τα αποτελέσματα αυτών των τεστ ενσωματώνονται στο σύνολο των ελέγχων της επιδημιολογικής έκθεσης του ΕΟΔΥ, διαμορφώνουν μια «θολή» εικόνα και οδηγούν σε υποεκτίμηση της επιδημίας. Βάσει των προαναφερθέντων, δεν είναι λίγοι οι επιστήμονες που «αγνοούν» το σύνολο των ελέγχων στις ημερήσιες εκθέσεις του ΕΟΔΥ και λαμβάνουν υπόψη μόνο τους μοριακούς ελέγχους για το ποσοστό θετικότητας. Την πραγματική εικόνα της επιδημίας διαμορφώνουν ο αριθμός των ημερήσιων εισαγωγών στα νοσοκομεία και οι ασθενείς που διασωληνώνονται στις ΜΕΘ – οι αποκαλούμενοι και σκληροί δείκτες της επιδημίας.
Επιπλέον, η διενέργεια των τεστ ταχείας ανίχνευσης στέλνει λάθος μήνυμα στους πολίτες για το τι σημαίνει διαγνωστικός έλεγχος, πότε αυτός πρέπει να διενεργείται και τι σηματοδοτεί για την τήρηση των μέτρων έναντι του κορωνοϊού. Ο ιός έχει εύρος επώασης 7 ημερών, δεδομένο που φαίνεται να έχει ξεχαστεί παρότι παίζει καθοριστικό ρόλο στο αποτέλεσμα του διαγνωστικού ελέγχου. Πολλοί πολίτες σπεύδουν να υποβληθούν είτε σε rapid είτε σε μοριακό έλεγχο στο άκουσμα ενός θετικού κρούσματος στο περιβάλλον τους, τακτική που είναι λανθασμένη και μπορεί να οδηγήσει και σε λάθος αποτέλεσμα.
Όπως εξηγεί μιλώντας στο ΘΕΜΑ, ο αναπληρωτής καθηγητής Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, υπεύθυνος του Εργαστηρίου Μοριακής Βιολογίας του Ομίλου Hellenic Healthcare Group (HHG), Νικόλαος Σπανάκης, «το αποτέλεσμα του μοριακού ελέγχου εξαρτάται από την αναλυτική μέθοδο που χρησιμοποιεί κάθε εργαστήριο, από τον τρόπο και το σημείο που γίνεται η δειγματοληψία, από τη χρονική στιγμή που αυτή γίνεται και από την ιοφορία του ασθενή. Για παράδειγμα, αν η δειγματοληψία γίνει αμέσως μετά την έκθεση κάποιου ατόμου στον κορωνοϊό, πιθανόν να μην έχει αναπτυχθεί επαρκές ιικό φορτίο ανιχνεύσιμο από το μοριακό τεστ. Ή επίσης, αν ο ιός φύγει από τη ρινική κοιλότητα, από τον ρινοφάρυγγα προς το κατώτερο αναπνευστικό σύστημα, τότε το φορτίο του ιού στο ανώτερο αναπνευστικό μειώνεται, με αποτέλεσμα και πάλι να μην είναι εφικτό να εντοπιστεί ο ιός. Και στη μία και στην άλλη περίπτωση μπορεί το αποτέλεσμα να είναι ψευδώς αρνητικό. Για αυτόν τον λόγο, είναι καίριας σημασίας η τήρηση της αυτοαπομόνωσης και των λοιπών περιοριστικών μέτρων για όσους έχουν συμπτώματα αλλά αρνητικά τεστ, ή για όσους έχουν εκτεθεί στον ιό αλλά είναι ασυμπτωματικοί».
Ειδήσεις σήμερα
Παγκόσμιος συναγερμός: Έκτακτη συνεδρίαση του ΠΟΥ για το εμβόλιο της AstraZeneca την Τρίτη