Πέρυσι τον Μάρτιο, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κήρυξε παγκόσμια πανδημία την εξάπλωση του κορωνοϊού. Σήμερα, λιγότερο από έναν χρόνο μετά, τρία εμβόλια κατά του ιού έχουν εγκριθεί στην ΕΕ και ακολουθούν περισσότερα.
Συνήθως, η ανάπτυξη ενός εμβολίου παίρνει περίπου δέκα χρόνια. Αυτή τη φορά, όμως, χρειάστηκαν μόλις δέκα μήνες. Το πρώτο εμβόλιο κατά της νόσου COVID 19 ανακαλύφθηκε στην Ευρώπη και πλέον παράγεται μαζικά εντός της ΕΕ. Μέσω συμφωνιών προαγοράς, προπληρώσαμε χρήματα στους φορείς ανάπτυξης εμβολίων, όχι μόνο για να αναπτύξουν τις ικανότητες μαζικής παραγωγής, αλλά και για να παράγουν άμεσα τα εμβόλια για όλους τους Ευρωπαίους. Στόχος ήταν να μπορέσουν να προβούν σε άμεσες παραδόσεις μόλις θα εγκρινόταν το εμβόλιο. Επενδύσαμε προκαταβολικά 2,9 δισ. ευρώ, πέραν των πολλών δισεκατομμυρίων που επενδύει κάθε χρόνο η Ευρώπη σε ένα ευρύτερο ερευνητικό οικοσύστημα που καθιστά δυνατές αυτές τις επιτυχίες. Αναμένουμε όλοι οι Ευρωπαίοι πολίτες να αποκομίσουν χωρίς διακρίσεις τα μεγάλα οφέλη αυτής της ευρωπαϊκής επένδυσης.
Συνολικά, η ΕΕ έχει εξασφαλίσει 2,3 δισ. δόσεις αυτών των εμβολίων για τους πολίτες της και τις γειτονικές της χώρες. Αυτή ήταν η σωστή προσέγγιση: να μείνουμε ενωμένοι στον αγώνα μας κατά του ιού και να εργαστούμε όλοι μαζί, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την αντιμετώπιση ενός ιού που δεν γνωρίζει σύνορα. Από την αρχή, θέλαμε όλα τα κράτη μέλη, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους, να έχουν ισότιμη πρόσβαση στα εμβόλια. Φανταστείτε τι θα συνέβαινε αν μόνο κάποια κράτη μέλη είχαν πρόσβαση στα εμβόλια, το οποίο ενδεχομένως να συνέβαινε αν δεν υπήρχε η πολλαπλασιαστική συλλογική διαπραγματευτική μας ισχύς. Τι θα σήμαινε αυτό για την ενιαία αγορά και για την ενότητα της Ευρώπης;
Αποτρέψαμε αυτόν τον κίνδυνο συνεργαζόμενοι στενά και με τις 27 εθνικές κυβερνήσεις. Από τον Ιούνιο συγκροτήσαμε ένα διοικητικό συμβούλιο με τα κράτη μέλη, το οποίο συνεδριάζει έως και επτά φορές το μήνα. Υπάρχει συνεχής ροή πληροφοριών και όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται από κοινού σε ευρωπαϊκή βάση. Αφού ελέγξαμε πάνω από 100 εταιρείες, οι οποίες την εποχή εκείνη διεξήγαν έρευνες για εμβόλια, δημιουργήσαμε σε σύντομο χρονικό διάστημα ένα χαρτοφυλάκιο με τις έξι πιο ελπιδοφόρες από αυτές. Πέρυσι το καλοκαίρι, κανείς δεν γνώριζε ποια απ’αυτές τελικά θα είχε το προβάδισμα. Σήμερα γνωρίζουμε ότι η ευρωπαϊκή προσέγγιση ενός ευρύτατου χαρτοφυλακίου εμβολίων ήταν ορθή. Διαθέτουμε πλέον τρία εγκεκριμένα εμβόλια, και οι τρεις εταιρείες BioNTech/Pfizer, Moderna και AstraZeneca έχουν αρχίσει να τα παραδίδουν. Και έπονται σύντομα κι άλλες.
Κάποιοι από όσους επικρίνουν την ευρωπαϊκή μας προσέγγιση μάς καταλογίζουν καθυστέρηση στη λήψη αποφάσεων. Θα μπορούσαμε όμως να είχαμε δράσει ταχύτερα; Ή μήπως άραγε θα μπορούσε κάποιο κράτος μέλος να είχε δράσει ταχύτερα από μόνο του; Η ταχύτερη σύναψη σύμβασης θα αποτελούσε εγγύηση ταχύτερης παράδοσης μεγάλων ποσοτήτων; Ειλικρινά, δεν πιστεύουμε ότι κάτι τέτοιο θα συνέβαινε. Η παραγωγή ενός νέου εμβολίου αποτελεί ένα εξαιρετικά πολύπλοκο και ευαίσθητο έργο. Οι τρεις παρασκευαστές εμβολίων, που έχουν αναπτύξει μέχρι στιγμής επιτυχημένα εμβόλια, χρειάστηκε να μειώσουν σημαντικά κάποιες από τις παραδόσεις τους κατά το πρώτο στάδιο της παραγωγής, λόγω προβλημάτων στη διαδικασία παραγωγής ή έλλειψης σημαντικών συστατικών.
Σε τελική ανάλυση, εμβολιασμός σημαίνει έγχυση βιολογικών δραστικών ουσιών σε υγιείς οργανισμούς. Συνεπώς, η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα. Αυτός είναι ο λόγος που στην Ευρώπη δεν κάναμε καμία έκπτωση στη διαδικασία αδειοδότησης από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων. Η διαδικασία αυτή, η οποία διαρκεί τρεις έως τέσσερις εβδομάδες, είναι απαραίτητη γιατί γεννάει ασφάλεια και εμπιστοσύνη. Έτσι εξηγείται, για παράδειγμα, το γιατί ξεκινήσαμε λίγο αργότερα από το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και η τρέχουσα διαφορά στον αριθμό των εμβολιασμών. Ωστόσο, η διάθεση των εμβολίων μας βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και οι πολίτες μπορούν να είναι βέβαιοι ότι δεν έχουμε κάνει καμία έκπτωση όσον αφορά την ασφάλεια.
Η Ευρώπη δεν συμμετέχει σε κούρσα ταχύτητας αλλά σε αγώνα ασφάλειας.
Στην ΕΕ ξεκινήσαμε τον εμβολιασμό στα τέλη Δεκεμβρίου. Σήμερα, πέντε εβδομάδες μετά, οι εταιρείες έχουν ήδη παραδώσει περίπου 20 εκατ. δόσεις εμβολίου. Στην Ελλάδα, πάνω από 338.000 πολίτες έχουν εμβολιαστεί, με τη δεύτερη δόση εξασφαλισμένη. 62.000 Έλληνες έχουν ήδη λάβει και τις δύο δόσεις.
Γνωρίζουμε ότι οι δόσεις αυτές δεν επαρκούν, είναι όμως σημαντικές. Το Φεβρουάριο, οι χώρες της ΕΕ θα λάβουν περίπου 33 εκατ. επιπλέον δόσεις και άλλα 55 εκατ. τον Μάρτιο. Σύμφωνα με συντηρητικές εκτιμήσεις, στο δεύτερο τρίμηνο του 2021, αναμένεται να παραδοθούν άλλα 300 εκατ. δόσεις. Συνολικά 400 εκατ. μέχρι τον Ιούνιο.
Θα παρακολουθούμε στενά και προσεκτικά τη διαδικασία αυτή. Καταλαβαίνουμε ότι ορισμένες εταιρείες αντιμετωπίζουν κάποια προβλήματα με τη μαζική παραγωγή. Άλλωστε, ποτέ άλλοτε στο παρελθόν δεν είχαμε τέτοια ραγδαία αύξηση της παραγωγής. Πρόσφατα, διευθύνων σύμβουλος μιας εταιρείας μάς είπε ότι το 2019 η εταιρεία του παρήγαγε 100.000 δόσεις εμβολίων. Ενώ φέτος σχεδιάζουν να παραγάγουν 1 δισεκατομμύριο δόσεις! Πρόκειται για μία απίστευτη, χωρίς προηγούμενο, αύξηση. Επικροτούμε και στηρίζουμε αυτές τις προσπάθειες.
Χρειαζόμαστε όμως και διαφάνεια για το πού πηγαίνουν αυτά τα εμβόλια. Αυτό ισχύει ιδίως όταν μια εταιρεία δεν εκπληρώνει τις υποσχέσεις της απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτός είναι ο λόγος που θεσπίσαμε ένα μηχανισμό διαφάνειας και αδειοδότησης: για να έχουμε δηλαδή μια συνολική εικόνα των εξαγωγών που έχουν γίνει και που πρόκειται να γίνουν. Δεν σκοπεύουμε να θέσουμε περιορισμούς στις εταιρείες που τιμούν τις συμβάσεις —μόλις εγκρίναμε δύο αποστολές για τον Καναδά και μία για το Ηνωμένο Βασίλειο. Αν όμως μια εταιρεία μάς λέει ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις παραγγελίες της ΕΕ, τότε επιβάλλεται να γνωρίζουμε τι παραδίδει στους άλλους.
Ενώ καταπολεμούμε τον ιό, αυτός δυστυχώς μεταλλάσσεται συνεχώς. Ανησυχούμε για τις νέες μεταλλάξεις , παρόλο που οι επιστήμονες μάς καθησυχάζουν ότι τα εμβόλιά μας φαίνεται, προς το παρόν, να τις αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά. Επειδή όμως περνάμε πολλά από την πανδημία, θέλουμε να είμαστε προετοιμασμένοι για ένα σενάριο, στο οποίο τα σημερινά εμβόλια δεν αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τον ιό. Γι’ αυτό πριν από μερικές ημέρες, σε συνεδρίαση με τους επικεφαλής των εταιρειών εμβολίων και τους επιστήμονες, συμφωνήσαμε να παρακολουθούμε στενά την εξέλιξη του ιού, ώστε να διασφαλίσουμε ότι τα δεδομένα αυτά γνωστοποιούνται στις εταιρείες και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων. Θέλουμε να συνεργαστούμε στενά με τους επιστήμονες και τη βιομηχανία, ώστε να μπορούμε γρήγορα να αναπτύσσουμε, να εγκρίνουμε και να παράγουμε εμβόλια που αντιμετωπίζουν και τις όποιες μεταλλάξεις του ιού. Πάνω απ’ όλα, θέλουμε να αυξήσουμε την παραγωγική ικανότητα στην Ευρώπη επειδή τα εμβόλια αποτελούν κοινό αγαθό και η σημασία τους αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου.
Η ευθύνη μας δεν περιορίζεται στα σύνορα της Ευρώπης. Δεν θα τελειώσει όταν εμβολιαστούν οι περισσότεροι ενήλικοι Ευρωπαίοι. Γι’ αυτό, από την πρώτη ημέρα, απευθύναμε έκκληση για μια παγκόσμια αντίδραση στην πανδημία. Η Επιτροπή διοργάνωσε δύο διασκέψεις δωρητών, στις οποίες συγκεντρώθηκαν 16 δισ. ευρώ. Βοηθήσαμε στη δημιουργία του μηχανισμού Covax για να διασφαλίσουμε ότι οι χώρες υψηλού εισοδήματος θα επενδύσουν στην προμήθεια εμβολίων για τις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Μαζί με τα κράτη μέλη μας, ως «Ομάδα Ευρώπη», είμαστε ένας από τους μεγαλύτερους χορηγούς του μηχανισμού Covax, με 870 εκατ. ευρώ.
Η πανδημία αυτή αποτελεί μια δύσκολη στιγμή για την Ευρώπη και όλο τον κόσμο. Αυτόν τον αγώνα τον δίνουμε όλοι μαζί και πρέπει να παραμείνουμε ενωμένοι ενάντια στον μοναδικό – και κοινό μας εχθρό: τον ιό.