Για όσα θα μπορούσε να κάνει διαφορετικά η Ελλάδα στο δεύτερο κύμα της πανδημίας, μίλησε στον ΘΕΜΑ 104,6 ο Γρηγόρης Γεροτζιάφας, καθηγητής Αιματολογίας Ιατρική Σχολή Σορβόννης. Σημειώνεται ότι ο Έλληνας καθηγητής, έχει ανακαλύψει με την ομάδα του το πρώτο προγνωστικό αιματολογικό τεστ που είναι σε θέση να διαγνώσει αν ένας άνθρωπος θα νοσήσει βαριά ή όχι από τον κορωνοϊό.

Η ταχύτητα στην Ελλάδα, τόνισε ο κ. Γεροτζιάφας, είναι πολλαπλάσια συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Υπογράμμισε, ότι δεν έγινε κατάλληλη προετοιμασία, παρότι υπήρχε το πλεονέκτημα των έξι μηνών αλλά και η εμπειρία του πρώτου κύματος. «Δεν θα έπρεπε να έχουμε τόσο μεγάλη μόλυνση στη Β. Ελλάδα και σε περιοχές όπως οι Σέρρες και η Δράμα», ανέφερε χαρακτηριστικά. Ειδικά για τη Θεσσαλονίκη αλλά και την ευρύτερη περιοχή εκτίμησε ότι δεν υποχωρεί η πανδημία επειδή «ο χρόνος παραμονής των ασθενών μέσα στο νοσοκομείο, έχει περιοριστεί λόγω της μεγάλης πίεσης και βγαίνουν πριν τις 14 μέρες, όταν είναι ακόμα μολυσματικοί και αυτή είναι μία πηγή αναμετάδοσης».
 
«Στη συνδρομή και τη στήριξη του ΕΣΥ, θα έπρεπε να συμμετέχουν ενεργά οι στρατιωτικοί γιατροί αλλά και ο ιδιωτικός τομέας. Στη  Γαλλία είχαμε αυτή τη συμμετοχή και τη στήριξη από τους ιδιώτες και το στρατό. Έγινε συμφωνία από πολύ νωρίς ανάμεσα στο κράτος και τον ιδιωτικό τομέα. Χρειάζεται διαπραγμάτευση με τους ιδιώτες ενώ σε όσους αρνούνται, παρά τη δύσκολη κατάσταση, επιβάλλεις» σχολίασε ενδεικτικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πρακτικής, όπως τόνισε ο κ. Γεροτζιάφας είναι η Γαλλία, που κατάφερε να σταθεροποιήσει την κατάσταση.

«Στη Γαλλία, συμμετείχαν ακόμη και φοιτητές ιατρικής, ενώ όλο το καλοκαίρι παρακολουθούσαν εκπαιδευτικά σεμινάρια για την αντιμετώπιση της κρίσης, από τα πιο βασικά ακόμη και για τη σωστή χρήση γαντιών», πρόσθεσε, ενώ τόνισε πως θεωρεί δεδομένο, ότι «θα υπάρξει και τρίτο κύμα, για το οποίο ήδη προετοιμάζονται οι Γάλλοι και αναμένεται λίγο μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων».

Με αφορμή το παράδειγμα της Γαλλίας,  ο κ. Γεροτζιάφας έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην πρωτοβάθμια φροντίδα, λέγοντας ότι «από το σπίτι θα έπρεπε να υπάρχει ο έλεγχος των περιστατικών, ώστε να μη χρειαστεί να φτάσουν βαρέως στα νοσοκομεία. Διότι αν ξεκινήσει από τη στενή παρακολούθηση ενός γιατρού από το σπίτι, τότε μπορεί κανείς να προλάβει τα χειρότερα».

Στη Γαλλία για παράδειγμα τόνισε ο κ. Γεροτζιάφας οι πολίτες που έχουν ανάγκη «παρακολουθούνται από ένα δίκτυο γιατρών, είτε με τηλεϊατρική, είτε με επισκέψεις στο σπίτι, με το ταξί μάλιστα να το πληρώνει το κράτος».

«Το κράτος έχει ενεργή παρουσία ως συντονιστής και αυτό πρέπει να γίνει με την παρακολούθηση στο σπίτι, αλλιώς θα πεθάνουν κι άλλοι άνθρωποι».

Τόνισε δε ότι «παράλληλα, θα έπρεπε όσοι ασθενείς έχουν άλλες παθήσεις (π.χ.  καρδιά), να παρακολουθούνται τακτικά, αυτούς τους ανθρώπους πρέπει να τους ξέρει μια υγειονομική αρχή, να τους φροντίζει και όταν υπάρχει έξαρση να τους βάζει σε ένα επιλεγμένο lockdown».

«Το εμβόλιο είναι ένα τρομερό εργαλείο, όμως δεν είναι πανάκεια», σχολίασε ο κ. Γεροτζιάφας, τονίζοντας ότι ακόμη και όταν αρχίσουν οι εμβολιασμοί θα συνεχιστούν τα περιστατικά COVID, διατηρώντας μια επιφυλακτική αισιοδοξία. Παράλληλα, μιλώντας για τη θεραπεία υπογράμμισε ότι είναι σημαντικά τα αντιπηκτικά φάρμακα, τα αντιικά, αλλά και η κορτιζόνη όπου υπάρχει ανάγκη.