Σήμα κινδύνου για οδυνηρές συνέπειες μίας βεβιασμένης άρσης του lockdown έκρουσε ουσιαστικά σήμερα η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας διά στόματος της καθηγήτριας Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Βάνας Παπαευαγγέλου. Το δεύτερο κύμα της πανδημίας επιμένει· 18 περιοχές αγγίζουν το «κόκκινο», και το Εθνικό Σύστημα Υγείας βρίσκεται ενώπιον κρίσιμου δεκαπενθημέρου.
Τρεις εβδομάδες μετά την εφαρμογή του lockdown το επιδημιολογικό φορτίο στη χώρα διατηρείται υψηλό -«το δεύτερο πανδημικό κύμα δε λέει να μας αφήσει», όπως χαρακτηριστικά δηλώνει η κυρία Παπαευαγγέλου- και συνακόλουθα το ΕΣΥ θα παραμείνει υπό έντονη πίεση καθώς βάσει μαθηματικών μοντέλων υπολογίζεται ότι τις επόμενες δύο εβδομάδες περίπου 1.600 άνθρωποι θα χρειαστούν νοσηλεία και 250 εισαγωγή σε ΜΕΘ.
Το τελευταίο 24ωρο καταγράφηκα 2.013 νέα κρούσματα κορωνοϊού στη χώρα –εκ των οποίων 545 στη Θεσσαλονίκη, 319 στην Αττική, 106 στη Λάρισα, 93 στις Σέρρες και 80 στη Μαγνησία. Ο συνολικός αριθμός των διασωληνωμένων ασθενών είναι 607, ενώ άλλοι 101 άνθρωποι έχασαν τη μάχη έναντι του κορωνοϊού.
Οι ιδιαίτερα επιβαρυμένες περιοχές, στις οποίες αναφέρθηκε κατά την ενημέρωση στο υπουργείο Υγείας ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας και Διαχείρισης Κρίσεων Νίκος Χαρδαλιάς, είναι με τη σειρά του επιδημιολογικού φορτίου των τελευταίων 14 ημερών οι εξής 18 σε σύνολο 74: Πέλλα, Δράμα, Θεσσαλονίκη, Γρεβενά, Φλώρινα, Πιερία, Ημαθία, Σέρρες, Λάρισα, Κιλκίς, Χαλκιδική, Μαγνησία, Ξάνθη, Καρδίτσα, Έβρος, Καβάλα, Ροδόπη και Τρίκαλα.
Η Αχαΐα, η Αιτωλοακαρνανία και η Ηλεία στην περιφέρεια της Δυτικής Ελλάδας αποτελούν πηγή ιδιαίτερης ανησυχίας, με τον κ. Χαρδαλιά να σημειώνει πως τα επόμενα 24ωρα είναι κρίσιμα, η τήρηση των μέτρων επιτακτική και δεν υπάρχει κανένα περιθώριο εφησυχασμού.
Στην «κόκκινη λίστα» μπήκε η Δυτική Ελλάδα
Η Δυτική Ελλάδα ενσωματώθηκε σήμερα και στην «κόκκινη λίστα» του γερμανικού Ινστιτούτου Επιδημιολογίας «Robert Koch», το οποίο ταυτόχρονα αφαίρεσε την Πελοπόννησο από τις ζώνες κινδύνου για τη νόσο COVID-19. Η ταξινόμηση ως περιοχή κινδύνου δεν συνιστά απαγόρευση, αλλά σύσταση αποφυγής ταξιδιού και «συνοδεύεται» από δεκαήμερη καραντίνα για όσους επιστρέφουν από ανάλογες ζώνες.
Αποτυπώνοντας την τρέχουσα κατάσταση, η κυρία Βάνα Παπαευαγγέλου επισήμανε σήμερα πως η καμπύλη των κρουσμάτων μειώνεται, όμως το επιδημιολογικό φορτίο στη χώρα παραμένει σε σταθερά σε υψηλό επίπεδο· υπολογίζεται ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν περισσότερα από 25.000 ενεργά κρούσματα στη χώρα.
Μείωση σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη
Υπογραμμίζοντας μεν πως όντως την περασμένη εβδομάδα παρατηρήθηκε μείωση σε πολλές περιοχές της χώρας, περιλαμβανομένων Αθήνας και Θεσσαλονίκης, με τον μέσο όρο των κρουσμάτων ανά την επικράτεια να κυμαίνεται κοντά στις 2.000, η κ. Παπαευαγγέλου επανέλαβε και σήμερα πως η μείωση δεν έχει τον επιθυμητό ρυθμό και αντίθετα -παρά το lockdown- σε ορισμένες περιοχές της χώρας παρατηρείται αύξηση των κρουσμάτων.
Επ’ αυτού επισήμανε πως πιθανολογείται ότι, τουλάχιστον εν μέρει, οφείλεται σε κάποιες συρροές κρουσμάτων σε διάφορες κλειστές δομές που επιβαρύνουν τον επιδημιολογικό χάρτη σημαντικά.
Τη στιγμή που ταυτόχρονα καταγράφεται αύξηση της διάμεσης ηλικίας των νέων κρουσμάτων, που σήμερα υπολογίζεται στα 48 έτη, το ποσοστό των ανθρώπων ηλικίας άνω των 65 ετών που νόσησαν αυτή την εβδομάδα παραμένει υψηλό –υπάρχουν περίπου 3.200 νέα κρούσματα στην ηλικιακή αυτή ομάδα-, γεγονός το οποίο συνεπάγεται πως το ΕΣΥ θα εξακολουθήσει να πιέζεται. «Και αυτή η πίεση του συστήματος Υγείας παραμένει κρίσιμη» υπογράμμισε η κ. Παπαευαγγέλου.
Σταθεροποίηση στις νέες εισαγωγές ασθενών
Αναφορικά με τις νέες εισαγωγές παρατηρείται κάποια σταθεροποίηση. Ανά την Ελλάδα νοσηλεύονται σήμερα περίπου 4.500 ασθενείς, πάνω από το 1/4 αυτών στη Θεσσαλονίκη. Με βάσει, πάντως, τον αριθμό των νέων κρουσμάτων αναμένεται μία μείωση των νέων εισαγωγών στα νοσοκομεία εντός της προσεχούς εβδομάδας.
Όλοι γνωρίζετε την πληρότητα των ΜΕΘ ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα, και είδαμε για πρώτη φορά αυτές τις ημέρες και αεροδιακομιδή ασθενών, είπε η κ. Παπαευαγγέλου. Στην επικράτεια πληρότητα η πληρότητα των κλινών ΜΕΘ βρίσκεται σήμερα στο 88%.
Σύμφωνα με μαθηματικά μοντέλα, τα οποία βασίζονται στα πραγματικά επιδημιολογικά δεδομένα, υπολογίζεται ότι κατά τη διάρκεια των επόμενων δύο εβδομάδων περίπου 1.600 άνθρωποι θα χρειαστούν νοσηλεία και 250 εισαγωγή σε ΜΕΘ. Και, δυστυχώς, οι απώλειες συνεχίζουν να αυξάνονται -την περασμένη εβδομάδα καταγράφονταν ημερησίως κατά μέσο όρο 85 θάνατοι.
«Συμπερασματικά αν και έχουμε μία σαφή μείωση στα κρούσματα, αυτό συμβαίνει με βραδύτερο ρυθμό από αυτόν που περιμέναμε. Το δεύτερο πανδημικό κύμα δε λέει να μας αφήσει και δυστυχώς αναμένουμε μία συνεχιζόμενη πίεση στο ΕΣΥ τις επόμενες 7 με 14 ημέρες» επισήμανε συνοψίζοντας την επιδημιολογική εικόνα της χώρας η ίδια.
Ως προς τη σταδιακή άρση των μέτρων, η ίδια τόνισε πως το ζήτημα δεν ακόμη συζητηθεί στην Επιτροπή και θα εξεταστεί την ερχόμενη εβδομάδα με βάση τα νέα επιδημιολογικά δεδομένα, υπογραμμίζοντας ότι η πίεση στις ΜΕΘ της χώρας αποτελεί σημαντικό κριτήριο για τις αποφάσεις.
Η βεβιασμένη άρση των μέτρων θα φέρει περισσότερους νεκρούς
Και αναφέρθηκε σε προγνωστικό μοντέλο που δημοσιοποίησε το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Λοιμώξεων στις αρχές της εβδομάδας, βάσει του οποίου μία βεβιασμένη άρση των μέτρων θα είχε ως αποτέλεσμα την άμεση και απότομη αύξηση των κρουσμάτων και κατ’ επέκταση των νοσηλειών και των θανάτων.
«Αυτό οφείλεται στο μεγάλο επιδημιολογικό φορτίο στις πόλεις μας, και συνεπώς όσο νωρίτερα διακοπεί η κοινωνική αποστασιοποίηση που ζούμε, τόσο γρηγορότερα και πιο έντονα θα δούμε την αναζωπύρωση της επιδημίας. Αντίθετα, αν η άρση των μέτρων συμβεί αφού έχει μειωθεί περαιτέρω η διασπορά στην κοινότητα, η όποια αύξηση των κρουσμάτων θα καθυστερήσει και θα γίνει και με χαμηλότερο ρυθμό» επισήμανε.
«Ασφαλώς θα ανοίξουν κάποιες δραστηριότητες της κοινωνίας, χωρίς όμως να ξεχάσουμε ότι ζούμε στον πυρήνα μίας πανδημίας» κατέληξε η ίδια.