Στις δυσκολίες με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη η εγχώρια φαρμακευτική βιομηχανία στα χρόνια του κορωνοϊού αναφέρθηκε ο κ. Δημήτρης Γιαννακόπουλος, πρόεδρος του Συλλόγου Αντιπροσώπων Φαρμακευτικών Ειδών και Ειδικοτήτων (Σ.Α.Φ.Ε.Ε.) στις 18 Ιουνίου 2020, κατά τη διάρκεια της Ημερίδας με θέμα «Οικονομικά της Υγείας μετά την πανδημία: μία πρώτη προσέγγιση» με σημείο μετάδοσης την αίθουσα «Παύλος Γιαννακόπουλος», στην εταιρεία ΒΙΑΝΕΞ.
Ο κ. Γιαννακόπουλος μίλησε για τις προτεραιότητες της φαρμακευτικής πολιτικής και τις αναγκαίες παρεμβάσεις. Αναφέρθηκε στην προτεραιότητα στην πρόληψη, με ισχυρή εμβολιαστική πολιτική που θα εξασφαλίσει ένα ξεχωριστό κονδύλι για τα εμβόλια. Παράλληλα, τόνισε την ανάγκη για μείωση του clawback προσθέτοντας ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να δοθούν οι σωστές απαντήσεις στις προκλήσεις που ανέκυψαν από την πανδημία, καθώς και στις στρεβλώσεις με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπος ο κλάδος του φαρμάκου εδώ και χρόνια.
Όπως τόνισε ο πρόεδρος του Σ.Α.Φ.Ε.Ε. «Η πανδημία του κορωνοϊού έφερε στο προσκήνιο πρωτοφανείς προκλήσεις για τα συστήματα υγείας και για τις οικονομίες των χωρών. Δοκιμάστηκε η ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων και έγιναν πιο ορατά τα προβλήματα, αλλά και οι ανάγκες, στην κάλυψη των οποίων καλούμαστε και εμείς ως φαρμακοβιομηχανία να συμβάλλουμε».
Σύμφωνα με τον κ. Γιαννακόπουλο «το μεγαλύτερο πρόβλημα του κλάδου είναι ο ελλιπής δημόσιος προϋπολογισμός για το φάρμακο και άρα τα τεράστια ποσά του clawback, που πλέον δεν έχουμε λόγια να τα χαρακτηρίσουμε. Λέγαμε δυσβάσταχτο, δυσθεώρητο, ανεξέλεγκτο το clawback, τα στοιχεία όμως τόσο του 2019 όσο και οι εκτιμήσεις του 2020 είναι εκτός πραγματικότητας, αν θέλουμε να μιλάμε για βιώσιμες επιχειρήσεις. Η συνολική επιβάρυνση της βιομηχανίας (νοσοκομειακή και εξωνοσοκομειακή ) ξεπερνά το 1,7 δισ. ευρώ (clawback και rebate) το 2019, ενώ το πρώτο τρίμηνο του 2020 δείχνει επιπλέον αύξηση κατά 45%. Ακόμα και οι μνημονιακές δεσμεύσεις προέβλεπαν μείωση κατά 30% την τελευταία τριετία, στόχος που ποτέ δεν επετεύχθη, ενώ οι ίδιοι οι θεσμοί πλέον κάνουν λόγο για «ηθικό κίνδυνο» από τη συνεχώς αυξανόμενη πορεία του. Τώρα έχουν 52 δισ. διαθέσιμα (23 + 9 + 20). Ας τα αξιοποιήσουν εκεί που πρέπει, δηλαδή στην υγεία. Το 1% ζητάμε, όχι όλο το ποσό, ήρθε η ώρα να ληφθούν αποφάσεις» είπε αναφερόμενος στο ευρωπαϊκό πακέτο στήριξης από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Ενώ, πρόσθεσε: «Η μείωση του clawback είναι επιτακτική και θα ήθελα να σταθώ σε ορισμένα σημεία, τα οποία θεωρώ ιδιαιτέρως κρίσιμα. Χρειάζεται διόρθωση σε βιώσιμα επίπεδα και καθορισμός του προϋπολογισμού με βάση τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού, λαμβάνοντας υπόψη επιδημιολογικά δεδομένα, την αύξηση του προσδόκιμου ζωής, τη γήρανση του πληθυσμού, την αύξηση των χρόνιων νοσημάτων».
Και συνέχισε λέγοντας ότι, «Κρίσιμη είναι η εξαίρεση από τη φαρμακευτική δαπάνη άλλων δαπανών που αφορούν στην πρόληψη (εμβόλια), στην κοινωνική στήριξη (ανασφάλιστοι) και σε ειδικές καταστάσεις που διαμορφώνουν, για παράδειγμα, οι πανδημίες (μεγάλη ζήτηση συγκεκριμένων σκευασμάτων). Η δαπάνη για τα εμβόλια εκτιμάται στα 200 εκατ. ευρώ, ενώ για τους ανασφάλιστους στα 290 εκατ. ευρώ, για το 2019».
Εξήγησε μάλιστα ότι, «Ειδικά στις συνθήκες που διαμορφώνει η πανδημία, η δημιουργία ξεχωριστού κονδυλίου για τους εμβολιασμούς θα έπρεπε να έχει δρομολογηθεί ήδη από την κυβέρνηση. Θα είναι από το Ταμείο Πρόνοιας; Θα είναι με άλλη ρύθμιση; Το θέμα είναι να υλοποιηθεί. Με ένα δεύτερο κύμα να είναι πιθανό το φθινόπωρο, είναι πιο αναγκαίο από ποτέ η Ελλάδα να αποκτήσει ισχυρή εμβολιαστική πολιτική με ξεχωριστό κονδύλι για τα εμβόλια, ώστε να ελαφρυνθεί η φαρμακευτική δαπάνη για τις αυξημένες ανάγκες σε φάρμακα. Εμείς θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να φέρουμε επαρκείς ποσότητες εμβολίων στη χώρα, όμως ο τρόπος που αποφασίζουν οι εταιρείες –παραγωγοί λαμβάνει υπόψη και τους οικονομικούς όρους και την παγκόσμια ζήτηση που φέτος είναι αυξημένη».
Στη συνέχεια ανέφερε: «Επίσης, θα πρέπει το clawback να κατανέμεται δικαιότερα, ώστε να επιβαρύνονται αναλογικά τα σκευάσματα για την αύξηση της δαπάνης που προκαλούν. Στην ίδια κατεύθυνση, η επιτάχυνση του έργου της επιτροπής Αξιολόγησης και Διαπραγμάτευσης μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία κλειστών προϋπολογισμών για καινοτόμες θεραπείες, στο παράδειγμα της Ηπατίτιδας C και των ανοσοσφαιρινών. Τέλος, θα πρέπει να ενισχυθεί δραστικά το ποσό συμψηφισμού του clawback, με τις επενδύσεις σε κλινικές μελέτες, R&D και εξοπλισμό για τις παραγωγικές μονάδες, με απλοποίηση των διαδικασιών. Οι σημαντικές παραγωγικές επενδύσεις των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών αλλά και η προσέλκυση επενδύσεων από τις ξένες φαρμακευτικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη χώρα, δημιουργούν προστιθέμενη αξία που μένει και επανεπενδύεται».
Και κατέληξε λέγοντας ότι««Η φαρμακοβιομηχανία και θέλει και μπορεί να συνεργαστεί με όλους τους αρμόδιους φορείς, για να διαμορφωθεί μια φαρμακευτική πολιτική, η οποία θα οδηγήσει στην οικονομική ανάπτυξη, όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης ως σύνολο. Στο πλαίσιο αυτό, άλλωστε, πρέπει να αξιοποιηθούν και τα κονδύλια του πακέτου στήριξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και η φαρμακοβιομηχανία να έχει τη θέση που της αναλογεί στο σχέδιο ανάπτυξης που θα καταθέσει η χώρα μας».