«Σε έναν κόσμο ολοένα και πιο εμμονικό με την καθαριότητα, τα αντιμικροβιακά χημικά έχουν γίνει αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητάς μας. Από τα σαπούνια και τα καλλυντικά έως τα καθαριστικά σπρέι και τα προϊόντα γυναικείας υγιεινής, όλα υπόσχονται να μας προστατεύουν “σκοτώνοντας το 99,9% των βακτηρίων”» γράφουν στο The Conversation η Αναστασία Α. Θεοδοσίου, Academic Clinical Lecturer Κλινικής Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων και η Chrissie Jones, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Παιδιατρικών Λοιμωδών Νοσημάτων, αμφότερες στο Πανεπιστήμιο του Southampton, προειδοποιώντας για μία ακόμα κατάχρηση που απειλεί την ατομική και δημόσια υγεία, παρά το γεγονός ότι, τις περισσότερες φορές, γίνεται με καλό σκοπό.

Από τη μανία για αποστείρωση και αντισηψία, γράφουν, δε θα γλιτώσουν ούτε οι ωφέλιμοι συμβιωτικοί μικροοργανισμοί. «Καθένας μας φιλοξενεί πάνω από 30 τρισεκατομμύρια βακτήρια που καλύπτουν κάθε εκατοστό του σώματός μας, από το έντερο και το δέρμα έως τους πνεύμονες και τις βλεφαρίδες. Αυτό το περίπλοκο και δυναμικό οικοσύστημα, γνωστό ως μικροβίωμα, διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στην πέψη, την προστασία από λοιμώξεις και την υποστήριξη του ανοσοποιητικού συστήματος», αναφέρουν.

Σύμφωνα με τις συγγραφείς του άρθρου, πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι τα χημικά με αντιμικροβιακές ιδιότητες μπορούν να βλάψουν το μικροβίωμα, αυξάνοντας τον κίνδυνο για σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως το άσθμα, η παχυσαρκία, ο καρκίνος και επικίνδυνες λοιμώξεις. Σε επιστημονική τους δημοσίευση τον Ιούλιο του 2023, πρότειναν τον όρο «μικροβιοτοξικότητα» για να περιγράψουν την ακούσια βλάβη του μικροβιώματος από την αλόγιστη χρήση αντιβιοτικών. Πλέον, στην τελευταία προστίθεται η ευρύτερη κατάχρηση αντιμικροβιακών παραγόντων.

Η αλλαγή έρχεται από το Ηνωμένο Βασίλειο

Η Βουλή των Λόρδων του Ηνωμένου Βασιλείου συζήτησε πρόσφατα μια πρωτοποριακή πρόταση για την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος. «Το νομοσχέδιο για τα καταναλωτικά προϊόντα (έλεγχος βιοκτόνων), που εισήγαγε η βαρόνη Natalie Bennett, πρώην ηγέτιδα του Κόμματος των Πρασίνων της Αγγλίας και της Ουαλίας, απαιτεί από τους κατασκευαστές να αποδεικνύουν ότι τα προϊόντα τους είναι ασφαλή για το μικροβίωμα, περιορίζοντας ενδεχομένως την περιττή χρήση αντιμικροβιακών», αναφέρεται.

Το νομοσχέδιο επικεντρώνεται αποκλειστικά στα αντιμικροβιακά που εντοπίζονται σε καθημερινά καταναλωτικά προϊόντα, όπως σαπούνια, καλλυντικά, ρούχα και καθαριστικά. «Δεν περιορίζει τη χρήση αντιμικροβιακών για ιατρικούς σκοπούς ή για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας, όπου σώζουν ζωές» διευκρινίζουν. «Το νομοσχέδιο αναδεικνύει την επείγουσα ανάγκη για διεθνή δράση για την προστασία του μικροβιώματος και ανοίγει τον δρόμο για περισσότερα μέτρα προστασίας από τα αντιμικροβιακά», προσθέτουν.

Παραπλανητικές ή ελλιπείς πληροφορίες

Οι Αθανασίου και Jones σημειώνουν ότι, πολύ συχνά, οι καταναλωτές αγνοούν ότι τα καθημερινά προϊόντα περιέχουν αντιμικροβιακά. Για παράδειγμα, κάλτσες και προϊόντα γυναικείας υγιεινής που διαφημίζονται ως ιδανικά «για την απομάκρυνση δυσάρεστων οσμών» περιέχουν νανοσωματίδια αργύρου, ικανά να βλάψουν τα ωφέλιμα βακτήρια και να διαρρεύσουν στο περιβάλλον. «Η πιο σαφής σήμανση θα βοηθούσε τους ανθρώπους να κάνουν πιο συνειδητές επιλογές για τα προϊόντα που φέρνουν στα σπίτια τους», επισημαίνουν.

Εντούτοις, και για τα προϊόντα καθαρισμού και απολύμανσης, η προώθηση δεν γίνεται με σωστό τρόπο. Όπως τόνισε σε εισήγησή της η βαρόνη Natalie Bennett, οι ισχυρισμοί για τα οικιακά αντιμικροβιακά προϊόντα είναι συχνά «παραπλανητικοί και απατηλοί». Σύμφωνα με τις συγγραφείς, ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) δεν έχει εντοπίσει καμία ένδειξη ότι τα αντιβακτηριδιακά σαπούνια είναι πιο αποτελεσματικά στην πρόληψη ασθενειών από το απλό πλύσιμο με σαπούνι και νερό.

Η μικροβιακή αντοχή

Η αλόγιστη χρήση αντιβακτηριδιακών συμβάλλει στη διόγκωση της μικροβιακής αντοχής. «Πέρα από τη βλάβη στο ανθρώπινο μικροβίωμα, τα αντιμικροβιακά καταλήγουν στα υδάτινα συστήματα, όπου μπορεί να βλάψουν βακτήρια απαραίτητα για τη διάσπαση των αποβλήτων και τη διατήρηση της ποιότητας του νερού. Η κατάχρηση αντιμικροβιακών μπορεί επίσης να οδηγήσει σε ανθεκτικά βακτήρια, “καταργώντας” αντιβιοτικά απαραίτητα για τη θεραπεία λοιμώξεων», με συνέπεια οι τελευταίες να καθίστανται απειλητικές για τη ζωή.

Αναγνωρίζοντας το πρόβλημα

Οι συγγραφείς αναγνωρίζουν ότι η αλλαγή της στάσης του κοινού θα αποτελέσει πρόκληση: «Δεκαετίες διαφημίσεων έχουν διδάξει τους ανθρώπους να βλέπουν τα βακτήρια ως εχθρό. Επιπλέον, η πανδημία COVID-19 οδήγησε σε εκρηκτική αύξηση της χρήσης αντιμικροβιακών προϊόντων. Η σωστή ενημέρωση είναι καθοριστική για να αλλάξει αυτή η αντίληψη και να κατανοήσουμε ότι τα περισσότερα μικρόβια είναι σύμμαχοι και όχι απειλές».

Στην κατακλείδα του άρθρου τους, οι ειδικοί επισημαίνουν την ανάγκη παγκόσμιας δράσης για τη ρύθμιση αυτών των προϊόντων και την προστασία του μικροβιώματος, καθώς «έτσι θα διασφαλίσουμε την υγεία μας, θα διατηρήσουμε την αποτελεσματικότητα των αντιβιοτικών και θα προωθήσουμε ένα πιο βιώσιμο μέλλον».

Διαβάστε επίσης

Έντερο: Έξι σημάδια που «φωνάζουν» ότι υπάρχει πρόβλημα – Tι να κάνετε

Τι κερδίζουμε όταν έχουμε πολλά καλά μικρόβια στο έντερό μας

Η επικίνδυνη νόσος που απειλεί όσους αμελούν να βουρτσίζουν τα δόντια τους