Ο όρος «Ενιαία Υγεία», «Οne Health» όπως είναι ο διεθνής όρος, αποτελεί τελευταία αντικείμενο ευρείας συζήτησης σε κάθε επίπεδο κοινωνικής και επιστημονικής δραστηριότητας δημιουργώντας ένα τεράστιο όγκο πληροφοριών. Η αναζήτηση του όρου «Οne Ηealth» στο webofscience (www.webofscience.com) φανερώνει ότι την τελευταία 5ετία καταγράφεται αύξηση 70% στις σχετικές επιστημονικές δημοσιεύσεις. Αντίστοιχη είναι και η αύξηση της πληροφορίας σε ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης και κοινωνικά δίκτυα.
Το ερώτημα που τίθεται είναι τι ακριβώς πυροδότησε αυτή την έκρηξη του ενδιαφέροντος για την αμφίδρομη σχέση μεταξύ της υγείας των ζώων και εκείνης των ανθρώπων;
Η συνύπαρξη του ανθρώπου με τα ζώα έχει μακρά ιστορία και τα απολιθώματα υποδηλώνουν ότι το κρέας είχε ενσωματωθεί στην ανθρώπινη διατροφή στην πρώιμη λίθινη εποχή. Αυτό ήταν ένα σημαντικό εξελικτικό βήμα αφού η διατροφική αλλαγή από τη χορτοφαγία υποστήριξε τη μεταμόρφωση και εξέλιξη του ανθρώπινου σώματος που οδήγησε στους σύγχρονους ανθρώπους.
Ζούμε στην εποχή της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης και η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπινων δραστηριοτήτων βασίζεται σε ψηφιακές εφαρμογές, στο διαδίκτυο των πραγμάτων και σε τεχνολογίες που εξελίσσονται με γεωμετρικούς ρυθμούς. Οι ρυθμοί ζωής στα μεγάλα αστικά κέντρα, οι αυξημένες επαγγελματικές υποχρεώσεις και ο περιορισμός του ελεύθερου χρόνου δημιουργούν νέες καταναλωτικές ανάγκες και αλλάζουν τις διατροφικές συνήθειες. Επιπλέον, τον τελευταίο καιρό παρατηρούμε μια αυξητική τάση για φυτικά τρόφιμα που μιμούνται το κρέας και τα προϊόντα κρέατος.
Η μεγάλη πρόκληση για τη ζωική παραγωγή παγκοσμίως.
Ανατρέχοντας στη διαθέσιμη βιβλιογραφία για να αξιολογήσουμε αντικειμενικά το προφίλ αυτών των εναλλακτικών «κρεάτων» φυτικής προέλευσης εστιάσαμε σε μελέτες καταναλωτών για να αξιολογήσουμε πόσο ενημερωμένοι είναι, καθώς αυτή η αλλαγή στη διατροφή θα μπορούσε να γίνει άλλη μια εξελικτική αλλαγή με άγνωστες συνέπειες. Η βιβλιογραφία αποκαλύπτει πολλά υποσχόμενα σενάρια σχετικά με πιλοτικά προϊόντα φυτικής προέλευσης στην αγορά, αλλά χωρίς επαληθεύσιμα στοιχεία σχετικά με τις περιβαλλοντικές συνέπειες της παραγωγής σε μεγάλη κλίμακα.
Είναι επομένως σημαντικό να διασφαλίσουμε ότι οι καταναλωτές είναι καλά ενημερωμένοι σχετικά με τη μεταποίηση φυτικών προϊόντων και ότι οι πρακτικές σήμανσης και εμπορίας τους είναι διαφανείς. Η πράξη δείχνει ότι η απομίμηση προϊόντων ζωικής προέλευσης με εναλλακτικές προτάσεις «φυτικών προϊόντων» αντιμετωπίζει δυσκολίες και χαρακτηρίζεται από προχειρότητα και έλλειψη επιστημονικής τεκμηρίωσης ειδικά σε ότι αφορά τις επιπτώσεις τους στην υγεία των καταναλωτών όπου υπάρχουν ελάχιστα επιστημονικά δεδομένα.
Η παραγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης με τεκμηριωμένη ποιότητα, ταυτότητα και ιχνηλασιμότητα, μέσω της χρήσης καινοτόμων τεχνολογιών, αποτελούν πρόκληση για την ελληνική κτηνοτροφία αλλά και για τις μεταποιητικές επιχειρήσεις της βιομηχανίας τροφίμων που στοχεύουν σε τρόφιμα με σημαντικά πλεονεκτήματα για την υγεία των καταναλωτών.
Η κτηνοτροφία ακριβείας
Η προσαρμογή των υφιστάμενων εκτροφών στην κτηνοτροφία ακριβείας περνά μέσα από την υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών αιχμής που λειτουργούν ως συνδετικός κρίκος που ενώνει κάθε δραστηριότητα σε επίπεδο παραγωγής, μεταποίησης και εμπορίας στην αλυσίδα αξίας κάθε προϊόντος. Σήμερα, αλλά και στο άμεσο μέλλον, η ζωική παραγωγή έχει να αντιμετωπίσει προκλήσεις που σχετίζονται με την ευζωία των ζώων, το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και τη κλιματική αλλαγή.
Τα εκτρεφόμενα ζώα έχουν να αντιμετωπίσουν αναδυόμενα νοσήματα, «νόσους του πολιτισμού» που συνδέονται με τις εξελίξεις στα συστήματα εκτροφής και ζωονόσους. Οι ζωονόσοι απειλούν και τους καταναλωτές ενώ σημαντικό ρόλο για την υγεία τους παίζει και η ποιότητα των προϊόντων ζωικής προέλευσης, ιδιαίτερα σε ότι αφορά τα κατάλοιπα κτηνιατρικών σκευασμάτων με έμφαση στο θέμα ανάπτυξης μικροβιακής αντοχής που η Ελλάδα βρίσκεται σε δυσχερή θέση σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Η μικροβιακή αντοχή αποτελεί πρόβλημα με διεπιστημονική διάσταση όπου εμπλέκονται η ιατρική και κτηνιατρική.
Σε κάθε περίπτωση ο στρατηγικός σχεδιασμός για την «Ενιαία Υγεία» πρέπει να περιλαμβάνει μια μακροχρόνια και ρεαλιστική στρατηγική για την κτηνοτροφία και την παραγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης διερευνώντας διεξοδικά τους πιθανούς άμεσους και έμμεσους κινδύνους για τους καταναλωτές.
Νέες τεχνολογίες και Κτηνίατροι εκτροφής
Μονόδρομος για την ζωική παραγωγή είναι οι εκτροφές στις οποίες θα υπάρχει ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών και προσανατολισμός στην παραγωγή προϊόντων (γάλα, κρέας, αυγά) σε οργανωμένο πλαίσιο με τις μεταποιητικές επιχειρήσεις εξασφαλίζοντας αυστηρές προδιαγραφές ποιότητας και ιχνηλασιμότητας. Για παράδειγμα, σε ότι αφορά τους κινδύνους από ζωονόσους, με δεδομένη τη δυναμική που υπάρχει στο διεθνές εμπόριο ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης, είναι απαραίτητο από τη πλευρά της πολιτείας να εξασφαλιστούν οι απαραίτητοι μηχανισμοί ελέγχου σε ολόκληρη την αλυσίδα αξίας κάθε προϊόντος. Για να καταστεί αυτό εφικτό θα πρέπει κατά την άποψή μας να εφαρμοστεί ο θεσμός του «Κτηνιάτρου εκτροφής», που ενώ έχει ψηφιστεί ως νόμος έχει παγώσει από το 2016.
Λαμβάνοντας υπόψη το διαχρονικό πρόβλημα των συνεχών κρίσεως με αναδυόμενα νοσήματα αλλά και ζωονόσους ο «Κτηνίατρος εκτροφής» είναι μονόδρομος για ουσιαστική αντιμετώπιση τους. Έχει αναφερθεί και στο παρελθόν πως στην πλειοψηφία των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων η τήρηση του μητρώου εκτροφής και του μητρώου φαρμακευτικών αγωγών είναι πρόχειρη και σε μερικές περιπτώσεις ανύπαρκτη στη διάρκεια του έτους.
Αυτό μπορεί να έχει συνέπειες στα πλαίσια της Ενιαίας Υγείας, αφού συνδέεται με την ανάπτυξη ανθεκτικών στελεχών. Η υγεία των εκτρεφόμενων ζώων και η διασφάλιση της παραγωγής ποιοτικών προϊόντων στις εκτροφές θα πρέπει να είναι ευθύνη κάποιου. Αυτός πρέπει να είναι ο «Κτηνίατρος εκτροφής» διότι είναι ο βασικός κρίκος στην αλυσίδα της «Ενιαίας Υγείας».
*Ο κ. Γεώργιος Ι. Αρσένος είναι καθηγητής στο Τμήμα Κτηνιατρικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
*Η MSD Ελλάδος υποστηρίζει την πρωτοβουλία του «Πρώτου Θέματος» να αναδείξει τη σημασία της Ενιαίας Υγείας για τη βιωσιμότητα του οικοσυστήματος και τη διασφάλιση της Δημόσιας Υγείας. Η φαρμακευτική εταιρεία δεν έχει καμία ανάμειξη στην επιλογή των αρθρογράφων και στο περιεχόμενο των κειμένων.