Με βάση την διεθνή εμπειρία στα προγράμματα Υγείας, μια πολιτική για να κριθεί επιτυχής, πρέπει να καλύψει το 85% του πληθυσμού στον οποίο απευθύνεται και η εξέταση να επαναλαμβάνεται σε ποσοστό 90% ανά διετία. Ωστόσο, στα πλαίσια του προγράμματος προσυμπτωματικού ελέγχου καρκίνου του μαστού «Φώφη Γεννηματά» μόλις 120.000 γυναίκες προσήλθαν για εξέταση τον πρώτο χρόνο του προγράμματος, σε σύνολο 1,5 εκατομμυρίου γυναικών, σύμφωνα με την Αθηνά Λινού, Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και υποψήφια βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ. Ολόκληρο το άρθρο της Αθηνάς Λινού* έχει ως εξής:
«Εισαγωγικά, είναι αναγκαίο να διευκρινισθεί ότι τα θέματα δημόσιας υγείας, και δη τα πιο ευαίσθητα από αυτά, όπως είναι ο καρκίνος, δεν νοείται να γίνονται αντικείμενο μικροπολιτικής αντιπαράθεσης. Ο σκοπός του άρθρου που ακολουθεί, είναι να υπογραμμισθούν ελλείψεις σε ένα πρόγραμμα που, εάν εφαρμοσθεί σωστά, μπορεί να σώσει πραγματικά πολλές ζωές!
Ο λόγος για το πρόγραμμα προσυμπτωματικού ελέγχου καρκίνου του μαστού, υπό την επωνυμία «Φώφη Γεννηματά» (στη μνήμη μιας γυναίκας, μητέρας, συζύγου και πολιτικού, που με γενναιότητα πάλεψε με τον καρκίνο).
Σε συνέχεια, προφανώς, της απόφασης της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, το 2018 – για δωρεάν διενέργεια προληπτικής μαστογραφίας, κάθε δύο χρόνια, σε γυναίκες ηλικίας 40-50 ετών και, κάθε χρόνο, σε γυναίκες άνω των 50 ετών ή σε γυναίκες άνω των 35 ετών, εφ’ όσον ανήκουν σε ομάδα υψηλού κινδύνου – η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ο ίδιος ο πρωθυπουργός μάλιστα, ανακοίνωσε στις 9 Ιουνίου 2022 την έναρξη του προγράμματος «Φώφη Γεννηματά».
Το εν λόγω πρόγραμμα αφορά όλες τις γυναίκες ηλικίας 50-69 ετών, οι οποίες διαμένουν στην Ελλάδα και διαθέτουν ΑΜΚΑ. Σύμφωνα με τους κυβερνητικούς υπολογισμούς (Υπουργείο Υγείας) αυτές ανέρχονται σε 1.300.000 γυναίκες. Σύμφωνα, πάντως, με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, ο αριθμός των γυναικών ηλικίας 50-69 ετών, ανέρχεται σε 1.485.600.
Επίσης, ένα πρόγραμμα προσυμπτωματικού ελέγχου για να είναι εθνικό, πρέπει να είναι καθολικό, κατά συνέπεια να μην κάνει εξαιρέσεις. Ούτε ηλικίας, ούτε, βέβαια, και καταγωγής/εθνότητας, αφού πολλές μετανάστριες δεν διαθέτουν ΑΜΚΑ. Το ίδιο ισχύει και για πολλές γυναίκες Ρομά που ζουν σε καταυλισμούς. Όσον αφορά δε, το ηλικιακό όριο, είναι απορίας άξιον γιατί τέθηκε, γιατί εξαιρεί τις γυναίκες 45 έως 49 ετών, όπως και εκείνες που είναι μέχρι 75 χρόνων.
Ας συνεχίσουμε, όμως, με την παράθεση των γεγονότων. Στις 25 Οκτωβρίου 2022, το αρμόδιο Υπουργείο ανακοίνωσε, επί λέξει, ότι είχαν, ως εκείνη τη στιγμή, διενεργηθεί περισσότερες από 40.000 ψηφιακές μαστογραφίες.
Στο σχετικό δελτίο Τύπου διαβάζουμε πως «17.605 γυναίκες έχουν εντοπιστεί με καλοήθη ευρήματα (σ.σ. τι εννοούν ως «ευρήματα» και ποια η σοβαρότητα αυτών;) ενώ για 5.104 γυναίκες ο περαιτέρω έλεγχος ήταν αρνητικός και δεν προέκυψε κάποιο εύρημα. 2.411 γυναίκες έχουν εντοπιστεί έγκαιρα με ευρήματα». Ευλόγως προκαλούνται απορίες από την παραπάνω ανακοίνωση, αφού δεν ενημερωνόμαστε για την κατάσταση 12.500 γυναικών (17.605 μείον 5.104). Σε κάθε περίπτωση, το 6% όσων υπεβλήθησαν σε μαστογραφία, βρέθηκε με κάποια ευρήματα, χωρίς κάποια περαιτέρω ενημέρωση επίσης.
Νέες ανακοινώσεις, στις 23 Ιανουαρίου 2023, από τον υπουργό Υγείας, σε εκδήλωση για το Ευρωπαϊκό Σχέδιο Καταπολέμησης του Καρκίνου. «Από τις 80.000 μαστογραφίες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα, 4.700 γυναίκες είχαν ευρήματα σε πρώιμο στάδιο», ανέφερε ο κ. Πλεύρης. Ποσοστό, 5,8%.
Στις 8 Μαρτίου, επανέρχεται ο υπουργός και δηλώνει ότι οι μαστογραφίες έχουν φθάσει τις 99.000, ενώ σε 6.113 γυναίκες έχουν βρεθεί ευρήματα σε πρώιμο στάδιο. Ποσοστό, 7,6%.
Τον επόμενο μήνα, στις 20 Απριλίου, και σε προεκλογικό χρόνο πλέον, ο πρωθυπουργός, με ανάρτησή του στον προσωπικό του λογαριασμό στα κοινωνικά δίκτυα, μας ενημερώνει ότι έχουν γίνει 120.000 έλεγχοι, ενώ εντοπίσθηκαν πάνω από 7.500 περιστατικά σε πρώιμο στάδιο. Ποσοστό, 6,25%.
Με βάση την εμπειρία διεθνώς, από αντίστοιχα προγράμματα, μια τέτοια πολιτική για να κριθεί επιτυχής, πρέπει να καλύψει το 85% του πληθυσμού στον οποίο απευθύνεται και η εξέταση να επαναλαμβάνεται σε ποσοστό 90% ανά διετία.
Κατά, συνέπεια, από ένα σύνολο 1,5 εκατ. γυναικών, ηλικίας 50-69 ετών, θα έπρεπε να έχουν υποβληθεί σε μαστογραφία, τουλάχιστον 1,2 εκατ. γυναίκες κατά το δυνατόν συντομότερα και όχι σε βάθος τριετίας. Ωστόσο, μόλις 120.000 προσήλθαν για εξέταση τον πρώτο χρόνο του προγράμματος – και τούτο γιατί δεν εφαρμόσθηκαν καλές πρακτικές επικοινωνίας και ενθάρρυνσης του πληθυσμού για να συμμετάσχει, οι οποίες εφαρμόζονται σε άλλες χώρες.
Είναι, αναντίρρητα, κέρδος, βεβαίως, έστω και μία γυναίκα να προσέλθει για προληπτική μαστογραφία, ωστόσο θα πρέπει να τονιστεί ότι το πρόγραμμα «Φώφη Γεννηματά» δεν έχει πετύχει τα προσδοκώμενα έως τώρα. Την αποτυχία του προγράμματος παραδέχθηκε, άλλωστε, ο ίδιος ο πρωθυπουργός, όταν μιλώντας με πολίτες στις 2 Μαΐου, στο πλαίσιο εκδήλωσης της Νέας Δημοκρατίας με αντικείμενο την υγεία δήλωνε ότι «μόνο το 10% των γυναικών που έχουν πρόσβαση στο πρόγραμμα έχει κάνει μαστογραφία». Κατά συνέπεια, δύσκολα μπορεί να συμμερισθεί κανείς τα «εντυπωσιακά, θα έλεγα εξαιρετικά ενθαρρυντικά αποτελέσματα», που διέκρινε ο κ. Μητσοτάκης…
Για τις αιτίες της αποτυχίας πολλά θα μπορούσε κανείς να πει. Είχαν προειδοποιήσει, άλλωστε, 55 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, όταν, με ερώτηση που είχαν καταθέσει στις 20 Ιανουαρίου, υπογράμμιζαν την έλλειψη πρόσβασης στο πρόγραμμα.
Είχε διαπιστωθεί, τότε, η απουσία συνεργαζόμενων κέντρων, δημόσιων ή ιδιωτικών, στις Περιφερειακές Ενότητες Ευρυτανίας, Θάσου, Κεφαλληνίας, Κιλκίς, Λήμνου, Σποράδων, Φλώρινας, Φωκίδας, καθώς και σε πολλά νησιά των Δωδεκανήσων και των Κυκλάδων. Απουσία που διαπιστώνεται και από τα δημοσιεύματα του τοπικού Τύπου στις αντίστοιχες περιοχές.
Επιπλέον, δεν υπάρχουν καθόλου στοιχεία για τον βαθμό συμμετοχής των πιο ευάλωτων συμπολιτών μας στο πρόγραμμα, όπως Ρομά, μεταναστών κ.ά. ομάδων πληθυσμού που ούτε είναι εξοικειωμένες με την πρόληψη, ούτε διαθέτουν οικογενειακό ιατρό.
Εύλογη, συγχρόνως, είναι η ανησυχία για αυτή καθαυτή την τύχη του προγράμματος, όταν λήξει η χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης (εφ’ όσον, ασφαλώς, συνεχίζει να κυβερνά τη χώρα μια κυβέρνηση που δεν επενδύει στη δημόσια υγεία…), ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι ένα πληθυσμιακό πρόγραμμα θα πρέπει να διασφαλίζει τη διενέργεια επαναληπτικών εξετάσεων ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ανάλογα και με τις σχετικές οδηγίες. Θα πρέπει, εξ άλλου, κάποιος να μας ενημερώσει υπευθύνως εάν και πότε θα επανεξετασθούν εκείνες που εξετάσθηκαν ήδη…
Ένα πρόσθετο στοιχείο, τέλος, που προκαλεί ακόμη μεγαλύτερο προβληματισμό, είναι ο αριθμός των γυναικών, στις οποίες εντοπίσθηκαν ευρήματα.
Η διεθνής βιβλιογραφία και πρακτική μας μιλούν για 5 τοις χιλίοις του συνολικού δείγματος, η ελληνική κυβέρνηση, όμως, κάνει λόγο για υπερδεκαπλάσιο ποσοστό. Οπότε, είτε έχουμε πανδημία του καρκίνου του μαστού στην Ελλάδα είτε εννοούν κάτι που δεν είναι καρκίνος και, εν τέλει, βοήθησαν περίπου 600 γυναίκες. (Για να προλάβω τυχόν παρεξηγήσεις, έστω και σε μία να βρέθηκαν πρόωρα ευρήματα, είναι σημαντικό!) Σε κάθε περίπτωση, κάποιος θα πρέπει να μας ενημερώσει, υπευθύνως, (και) για αυτό…
* Η Αθηνά Λινού είναι Καθηγήτρια Επιδημιολογίας, Επαγγελματικών και Χρόνιων Νοσημάτων, και υποψήφια βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, στο Βόρειο Τομέα Αθηνών
Ειδήσεις σήμερα:
Έλληνες ερευνητές καλούνται να λύσουν τον γρίφο των σοβαρών λοιμώξεων του αναπνευστικού