Ο έρωτας του Κώστα Καρυωτάκη και της Μαρίας Πολυδούρη, δύο Ελλήνων ποιητών της γενιάς του 1920, έμεινε στην ιστορία όχι μόνο για την τραγική κατάληξη του, αφού και οι δυο αυτοκτόνησαν, αλλά και γιατί η ποιήτρια έπασχε από το «νόσημα των φτωχών», τη φυματίωση, που τον 19ο και 20ο αιώνα οδηγούσε σε βέβαιο θάνατο τους πάσχοντες.
Η φυματίωση εκδηλώνεται με αδυναμία, καταβολή, πυρετό που διαρκεί ακόμα και μερικές εβδομάδες, βήχα και μερικές φορές αιμόπτυση. Η ακτινογραφία θώρακα δείχνει παθολογικά ευρήματα. Συχνά μέχρι τη διάγνωση μεσολαβούν εβδομάδες ή και μήνες όπου ο πάσχων μπορεί να μεταδώσει τη νόσο. Μετά τη συμπλήρωση δύο εβδομάδων αγωγής, ο ασθενής θεωρείται ότι μάλλον δεν μεταδίδει τη νόσο. Όταν παρά την αγωγή ο ασθενής δεν βελτιώνεται ή προέρχεται από περιοχή με κρούσματα πολυανθεκτικής φυματίωσης, πρέπει να διερευνηθεί η πιθανότητα να πάσχει από πολυανθεκτική νόσο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι όταν το 1946, αναπτύχθηκε το αντιβιοτικό στρεπτομυκίνη κατέστη δυνατή η αποτελεσματική θεραπεία και ίαση της φυματίωσης. Κι ενώ οι επιστήμονες έκτοτε πίστευαν ότι ήταν εφικτή η εξάλειψη της φυματίωσης, η αύξηση των ανθεκτικών σε φάρμακα στελεχών της, τη δεκαετία του 1980, κατέστησε την επίτευξη αυτού του στόχου δύσκολη. Μάλιστα, η επανεμφάνιση της φυματίωσης σε πολλές χώρες, του αναπτυσσόμενου αλλά και αναπτυγμένου κόσμου ώθησε τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας το 1993 να κηρύξει παγκόσμια έκτακτη υγειονομική ανάγκη.
Στο πλαίσιο αυτό καθιερώθηκε και η Παγκόσμια Ημέρα κατά της Φυματίωσης, που τιμάται κάθε χρόνο στις 24 Μαρτίου, για να μην ξεχαστεί το τεράστιο κοινωνικοοικονομικό κόστος της νόσου αλλά και να μην σταματήσουν οι οργανωμένες προσπάθειες για την εξάλειψη της. Η επιλογή της 24ης Μαρτίου, ως παγκόσμιας ημέρας κατά της νόσου, επιλέχθηκε εις ανάμνηση της ημέρας που το 1882 ο Δρ. Robert Koch ανακάλυψε το βακτήριο που προκαλούσε τη φυματίωση, ανοίγοντας τον δρόμο για την έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία της νόσου.
Η φυματίωση παραμένει από τις πλέον θανατηφόρες ασθένειες, αφού ακόμα και στις μέρες 9-10 εκατομμύρια νέα περιστατικά φυματίωσης καταγράφονται ετησίως στον πλανήτη μας και σχεδόν 4.500 άνθρωποι πεθαίνουν καθημερινά εξαιτίας της, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Οι φτωχότερες χώρες της Ασίας και της Αφρικής έχουν τους περισσότερους ασθενείς. Επίσης, φυματίωση υπάρχει στις χώρες που έχουν πολλούς ασθενείς που πάσχουν από AIDS. Πάντως, μέχρι σήμερα οι προσπάθειες σε επίπεδο πρόληψης και θεραπείας έχουν συντελέσει στη μείωση της θνησιμότητας των πασχόντων κατά 42%.
Φέτος το κεντρικό θέμα της Παγκόσμιας Ημέρας κατά της Φυματίωσης έχει τίτλο «Είναι ώρα να τηρήσουμε την υπόσχεση για την εξάλειψη της Φυματίωσης», θέλοντας να επισημάνει την ανάγκη άμεσης δράσης ώστε να εκπληρωθούν οι στόχοι που έχουν συμφωνηθεί από όλους τους εμπλεκόμενους θεσμικούς φορείς: πρόσβαση σε πρόληψη και θεραπεία, ανάληψη ευθύνης, διασφάλιση επαρκούς και σταθερής χρηματοδότησης για Έρευνας και Ανάπτυξη, τέλος στο κοινωνικό στίγμα της νόσου και προαγωγή δίκαιης, βασισμένης στα ανθρώπινα δικαιώματα και με επίκεντρο τον άνθρωπο απάντησης στη φυματίωση.
Η φυματίωση δεν έχει «ξεχάσει» την Ελλάδα
Παρά το γεγονός ότι οι Έλληνες επιστήμονες ανέμεναν την εξάλειψη της φυματίωσης στη χώρα μας το 2000, δυστυχώς αυτό δεν επιτεύχθηκε και όπως εξηγεί μιλώντας στο ygeiamou.gr ο καθηγητής Πνευμονολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Κωνσταντίνος Ι. Γουργουλιάνης, «γιατί οι παράγοντες που σχετίζονται με τη νόσο, δηλαδή η φτώχεια, η μετανάστευση, οι πόλεμοι συνεχίζουν να υπάρχουν».
Κι ενώ η Ελλάδα στερείται επίσημης μεθόδου ασφαλούς καταγραφής των ασθενών με φυματίωση, δηλαδή Μητρώου Ασθενών, η ιατρική κοινότητα υπολογίζει τον ετήσιο αριθμό των νέων κρουσμάτων βάσει της κατανάλωσης των αντιφυματικών φαρμάκων ή ακόμα και με αναγωγή δεδομένων από γεωγραφικά διαμερίσματα που τηρείται σύστημα καταγραφής, όπως στη Θεσσαλία.
«Στη Θεσσαλία έχουμε περίπου 100 νέους ασθενείς ετησίως, άρα σε ολόκληρη τη χώρα υπολογίζονται σε περίπου 1.300 κρούσματα ετησίως. Από τα δικά μας στοιχεία καταγράφηκε μια μείωση των κρουσμάτων το 2018. Όμως, χρειάζεται προσεκτική παρακολούθηση τα επόμενα έτη για να δούμε την πορεία της φυματίωσης στην χώρα μας», σημειώνει ο κ. Γουργουλιάνης τονίζοντας ότι ακόμα και στις ημέρες μας καταγράφονται κάποιοι ελάχιστοι θάνατοι από φυματίωση σε ηλικιωμένους κυρίως ασθενείς με πολλές συνοσηρότητες. Ωστόσο, ενθαρρυντικό είναι σύμφωνα με τον ίδιο ότι «ελάχιστοι ευτυχώς ασθενείς πάσχουν από πολυανθεκτική φυματίωση» στην Ελλάδα.
Από τα επιδημιολογικά χαρακτηριστικά των πασχόντων από φυματίωση στη χώρα μας προκύπτει ότι, αφορά συχνότερα Έλληνες και λιγότερο μετανάστες. «Φαίνεται ότι οι άνδρες προσβάλλονται λίγο περισσότερο από φυματίωση. Ίσως η αιτία να είναι ότι οι νέοι ενήλικες άνδρες μεταναστεύουν συχνότερα, εργάζονται σε σκληρότερες συνθήκες, διαμένουν πολλοί μαζί. Πρόσφατη δική μας καταγραφή έδειξε ότι παρατηρούνται περισσότερα νέα περιστατικά με φυματίωση σε αγροτικές περιοχές», σημειώνει ο καθηγητής Πνευμονολογίας κ. Γουργουλιάνης.
Όπως είναι ήδη γνωστό, η φυματίωση προκαλείται από μυκοβακτηρίδιο και μεταδίδεται με τον εκπνεόμενο αέρα ιδιαίτερα σε κλειστούς μη αεριζόμενους χώρους. Συνεπώς, οι αδύναμοι και εξαντλημένοι οργανισμοί είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι, γι’ αυτό και στην Ελλάδα τα κρούσματα φυματίωσης αφορούν συχνότερα σε νεαρούς ενήλικες, με αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα καθώς σε ηλικιωμένους, χωρίς φροντίδα που ζουν μόνοι, γιατί τα παιδιά τους έχουν μεταναστεύσει στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό.
Ευτυχώς, σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Ι. Γουργουλιάνη, στην Ελλάδα «υπάρχουν φάρμακα για την αντιμετώπιση της νόσου και οργανωμένα ακτινολογικά και μικροβιολογικά εργαστήρια για τη διάγνωση της νόσου. Ίσως η ανάπτυξη πνευμονολογικών κλινικών σε κάθε νοσοκομείο της χώρας να βελτίωνε την έγκαιρη διάγνωση της νόσου».
Ανησυχητικό είναι δε ότι, τα τελευταία χρόνια σταμάτησε ο υποχρεωτικός αντιφυματικός εμβολιασμός στα παιδιά και προτάθηκε εμβολιασμός σε ομάδες που βρίσκονται σε κίνδυνο να αναπτύξουν νόσο, αλλά όπως αναφέρει ο κ. Γουργουλιάνης «ακόμα και τώρα δεν είναι γνωστό εάν γίνονται εμβολιασμοί π.χ. σε καταυλισμούς μεταναστών».
Η εξάλειψη της φυματίωσης είναι αντικείμενο των δομών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας αλλά και βαθιά πολιτικό θέμα. «Πρέπει να αντιμετωπιστούν όλοι οι παράγοντες που συμμετέχουν στην αύξηση των κρουσμάτων. Σε επίπεδο διαχείρισης ενός νέου κρούσματος απαιτείται έλεγχος όλων όσων ήρθαν σε επαφή μαζί του και η χορήγηση προφυλακτικής αγωγής σε όσους έχουν ένδειξη.
Η Ελλάδα είναι μια ευρωπαϊκή χώρα, που στην εποχή των μνημονίων φτωχοποιήθηκε, με πολλούς πολίτες ανασφάλιστους και δομές υγείας με λιγότερους πόρους για πρόληψη νοσημάτων. Άρα η βελτίωση της οικονομίας της χώρας μας και κυρίως του συστήματος Υγείας από την πρωτοβάθμια έως την τριτοβάθμια φροντίδα αλλά και διεθνώς θα μειώσει τα κρούσματα. Η εξάλειψη της νόσου σε αυτή την φάση φαίνεται πολύ αισιόδοξη προοπτική», καταλήγει ο καθηγητής Πνευμονολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Κωνσταντίνος Ι. Γουργουλιάνης.