Οι γυναίκες που έτρωγαν λίγο περισσότερο από τη συνιστώμενη ημερήσια ποσότητα πρωτεΐνης ήταν λιγότερο πιθανό, έως και 8%, να αναπτύξουν κολπική μαρμαρυγή, μια επικίνδυνη διαταραχή του καρδιακού ρυθμού που μπορεί να οδηγήσει σε εγκεφαλικό επεισόδιο και καρδιακή ανεπάρκεια, σε σύγκριση με εκείνες που κατανάλωναν λιγότερες πρωτεΐνες, σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε στο πρόσφατο Παγκόσμιο Συνέδριο Καρδιολογίας. Ως γνωστόν η Κολπική Μαρμαρυγή, ανήκει στις υπερκοιλιακές αρρυθμίες και είναι η πιο συχνή αρρυθμία της καρδιάς παγκοσμίως. Η εν λόγω είναι η πρώτη μελέτη για τη διερεύνηση της σημασίας της πρωτεΐνης σε σχέση με την πάθηση.
Η πρωτεΐνη είναι ένα σημαντικό μέρος της δίαιτας των γυναικών, ειδικά καθώς μεγαλώνουν, επειδή μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη της αδυναμίας και της απώλειας της οστικής αλλά και της μυϊκής μάζας. Οι τρέχουσες οδηγίες των ΗΠΑ συνιστούν να καταναλώνουν 0,8 γραμμάρια πρωτεΐνης ανά κιλό σωματικού βάρους, το οποίο για μια γυναίκα 70 κιλών είναι περίπου 56 γραμμάρια την ημέρα. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η σύσταση είναι ακόμη χαμηλότερη στα 0,75 γραμμάρια πρωτεΐνης ανά χιλιόγραμμο ημερησίως.
Η εν λόγω έρευνα έβαλε στο μικροσκόπιο και ανέλυσε πάνω από 99.000 εμμηνοπαυσιακές γυναίκες (μέσος όρος ηλικίας 64 έτη). Εκεί διαπίστωσαν ότι όσες κατανάλωναν 58-74 γραμμάρια πρωτεΐνης την ημέρα ήταν 5-8% λιγότερο πιθανό να αναπτύξουν την πάθηση. Ουσιαστικά μιλάμε για κατανάλωση 10-20 επιπλέον γραμμαρίων πρωτεΐνης την ημέρα, όπως το στήθος κοτόπουλου ή σολομού, ένα γιαούρτι ή δύο αυγά. Φυσικά, όταν μιλάμε για αύξηση της πρόσληψης πρωτεϊνών, πρέπει να αυτό να γίνεται με υγιεινά τρόφιμα και άπαχες πρωτεΐνες, όχι με τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά, χοληστερόλη και ζάχαρη.
Η παρατήρηση αυτή παρέμεινε ακόμα και μετά την παραμετροποίηση των γυναικών του δείγματος στην ηλικία, την εθνικότητα, την εκπαίδευση και άλλες καρδιαγγειακές παθήσεις και παράγοντες κινδύνου όπως ο δείκτης μάζας σώματος, η σωματική δραστηριότητα, η κατανάλωση οινοπνεύματος και το κάπνισμα, η υψηλή αρτηριακή πίεση, η υψηλή χοληστερόλη, ο διαβήτης, η στεφανιαία και περιφερική αρτηριακή νόσος, αλλά και η καρδιακή ανεπάρκεια .