Πίτσα, σουβλάκια, πρόχειρο φαγητό… Μήπως την τελευταία φορά που καταβροχθίσατε τέτοιες ένοχες νοστιμιές δεν κοιμηθήκατε από τη βαρυστομαχιά και τις τύψεις για τις θερμίδες; Αν ναι, τουλάχιστον για το τελευταίο δεν θα έπρεπε να ανησυχείτε ισχυρίζεται νέα βρετανική έρευνα, η οποία όμως διευκρινίζει την βασική προϋπόθεση για την απόλαυση δίχως όρια.
Η μελέτη, προϊόν μιας αυθόρμητης απόφασης του James Betts, καθηγητή Μεταβολικής Φυσιολογίας και της ερευνητικής του ομάδας από το Κέντρο Διατροφής, Άσκησης και Μεταβολισμού του Πανεπιστημίου του Bath έπειτα από ένα λουκούλλειο γεύμα fast food, επικεντρώθηκε στο αν και πώς επηρεάζει τον οργανισμό η ξαφνική και μεγάλη κατανάλωση τέτοιων τροφών. Τα ευρήματα δημοσιεύονται στο British Journal of Nutrition.
Για τις ανάγκες της έρευνας, 14 νέοι και υγιείς άνδρες ηλικίας 24 έως 37 ετών, κλήθηκαν να καταναλώσουν πίτσα -φαγητό ιδιαιτέρως εύγευστο και πλούσιο σε λιπαρά και υδατάνθρακες για να «ταράξει» τον οργανισμό- πέρα από το αίσθημα κορεσμού. Η τελευταία προϋπόθεση του πειράματος συντέλεσε στην κατανάλωση γεύματος αποτελούμενου από δύο μεγάλες πίτσες, όταν η πείνα είχε ήδη καλυφθεί από την μία πίτσα, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Τα εντυπωσιακά αποτελέσματα: πέρα από την ικανότητα κατανάλωσης τόσο μεγάλου γεύματος, καμία αρνητική παρενέργεια δεν σημειώθηκε στους δείκτες των αιματολογικών εξετάσεων αναφορικά με τα επίπεδα των σακχάρων, λιπιδίων, ινσουλίνης και άλλων ορμονών των Βρετανών που συμμετείχαν στο πείραμα, παρά την αναμενόμενη αύξηση στο σάκχαρο και τα λιπίδια του αίματος ως απόκριση ανάλογη με την ποσότητα του γεύματος. Συγκεκριμένα, το σάκχαρο στο αίμα δεν σημείωσε αύξηση μεγαλύτερη απ’ ότι έπειτα από ένα κανονικό γεύμα, τα λιπίδια στο αίμα όπως τα τριγλυκερίδια ήταν ελαφρώς υψηλότερα, παρόλο που η κατανάλωση λιπαρών ήταν διπλάσια και η ινσουλίνη, η οποία απελευθερώνεται για τον έλεγχο του σακχάρου στο αίμα, ήταν 50% υψηλότερη από το κανονικό. Οι ορμόνες που αυξάνουν το αίσθημα κορεσμού σημείωσαν τη μεγαλύτερη αλλαγή.
Τα ευρήματα σχολίασε η Connie Diekman, σύμβουλος διατροφής στο St. Louis, επισημαίνοντας πως η μελέτη τεκμηριώνει αυτά που ήδη γνωρίζουν οι επιστήμονες για το σώμα και την ικανότητά του να επεξεργάζεται τα τρόφιμα, ενώ δίνει απαντήσεις στα διατροφικά ερωτήματα των ανθρώπων σχετικά με το εάν τρώνε σωστά, αν πρέπει να καταναλώνουν λιγότερους υδατάνθρακες, να τρώνε λιγότερα λίπη ή να δοκιμάζουν δίαιτες όπως η κετογονική ή η διαλειμματική.
Για να προλάβει τυχόν παρερμηνείες των συμπερασμάτων, διευκρίνισε πως δεν θα πρέπει κανείς να υιοθετήσει ως καθημερινή συνήθεια την αλόγιστη κατανάλωση πρόχειρου φαγητού, κάτι που θα διασάλευε τη λειτουργία της ινσουλίνης και τη διαχείριση των λιπαρών από τον οργανισμό. Επιπλέον, η μελέτη περιορίστηκε σε υγιείς άνδρες. Αντίστοιχο πείραμα σε υπέρβαρους ή παχύσαρκους ασθενείς θα είχε διαφορετικά και αρνητικά το πιθανότερο αποτελέσματα, συμπλήρωσε.
Επομένως, για να μπορεί κανείς να απολαμβάνει χωρίς ενοχές και συνέπειες ένα γεύμα πολλαπλάσιων θερμίδων μία στο τόσο, θα πρέπει να ακολουθεί ένα πρόγραμμα υγιεινής διατροφής στην καθημερινότητά του καθώς και να επιδίδεται σε σωματικές δραστηριότητες όπως η άσκηση.