Σαν σήμερα, 17 Ιουλίου 1790, φεύγει από τη ζωή ο Σκωτσέζος οικονομολόγος και φιλόσοφος Adam Smith, κορυφαία μορφή και «πατέρας» για πολλούς της οικονομικής επιστήμης, εμπνευστής επιπλέον της πασίγνωστης θεωρίας του «αόρατου χεριού», της ραχοκοκαλιάς του magnum opus του «Ο πλούτος των Εθνών» (1776). Σύμφωνα με αυτή, μια σειρά αλληλεπιδράσεων προσφοράς και ζήτησης βάσει των ατομικών συμφερόντων, θα προωθήσουν υπό μορφήν «αόρατου χεριού», συνδυαστικά με την ελεύθερη αγορά, το γενικό συμφέρον.
Η περίφημη αρχή του αόρατου μηχανισμού έχει φίλους όσο και εχθρούς, σίγουρα όμως μπορεί να βοηθήσει να κατανοήσουμε πώς αυτές οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ αγοράς, ανταγωνισμού, ατομικών επιλογών και καταναλωτικών συμπεριφορών εμπλέκονται αναπόδραστα στην ιδιωτική ασφάλιση και θέματα όπως η διαμόρφωση ασφαλίστρου στα συμβόλαια υγείας.
Όσοι αναζητούν ένα συμβόλαιο υγείας διαπιστώνουν το πλήθος διαθέσιμων ασφαλιστικών προϊόντων που, σύμφωνα με την αρχή του «αόρατου χεριού», απορρέουν από το ανταγωνιστικό περιβάλλον και αποσκοπούν στη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, καινοτομία και αυξημένη πρόσβαση σε ποιοτική υγειονομική περίθαλψη. Μπορούν να επιλέξουν φερ’ ειπείν την εταιρεία που θα τους εξασφαλίσει ένα δίκτυο υγείας ταιριαστό στις ανάγκες και επιθυμίες τους.
Υπάρχουν προγράμματα διαφόρων τύπων που επιτρέπουν την προσαρμογή στις καλύψεις σύμφωνα με τις συγκεκριμένες ανάγκες και προτιμήσεις, οι οποίες βέβαια θα έχουν αντίκτυπο και στο ασφαλίστρων. Όσο περισσότερες παροχές, τόσο μεγαλύτερο το κόστος. Αντίστοιχα το ασφάλιστρο θα καθοριστεί και από το ύψος της απαλλαγής που επιλέγει ο υποψήφιος.
Πέρα από τις επιθυμίες του πελάτη όμως λαμβάνονται υπ’ όψιν κατ’ αρχήν η ηλικία και η συνολική του υγεία. Οι μεγαλύτερες ηλικίες και οι προϋπάρχουσες παθήσεις αυξάνουν το κόστος του συμβολαίου. Είναι ένας δίκαιος τρόπος να εξασφαλιστεί ότι πληρούται το κριτήριο της «κοινωνίας ομοίων κινδύνων» και ο κάθε υποψήφιος υπάγεται στην κοινωνία (ομάδα) ασφαλισμένων με κοινές πιθανότητες να νοσήσουν, να χρειαστούν νοσηλεία ή εξετάσεις και ιατρική παρακολούθηση.
Άλλοι παράγοντες που σχετίζονται με τις δυνάμεις της αγοράς, για να επιστρέψουμε στον Σμιθ, όπως η μεταβολή των εξόδων των υπηρεσιών υγείας που καλύπτονται από το ασφαλιστήριο, το κόστος των νοσηλειών αναφορικά με τη διάγνωση, τη θεραπεία, την τεχνολογία που χρησιμοποιείται από τα νοσηλευτήρια, τη χρέωση για τιμές δωματίου, φαρμάκων, υλικών, αμοιβές ιατρών και λοιπών παρόχων, τη θέση νοσηλείας, τη συνεχή εξέλιξη των ιατρικών μεθόδων και πρακτικών και την αντίστοιχη επιβάρυνση αυτών στο κόστος του προγράμματος, τη διαχρονική μεταβολή και το ύψος των καλυπτόμενων ποσών αποζημίωσης, τη συχνότητα των περιστατικών που καλύπτονται από το πρόγραμμα και τα γενικότερα λειτουργικά έξοδα της εταιρείας που συνδέονται με το πρόγραμμα ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της για το σύνολο των ασφαλιστηρίων υγείας.
Επιπροσθέτως, κάθε εταιρεία έχει αρμόδια ομάδα που συγκεντρώνει και μελετά τα δικά της στατιστικά στοιχεία καθώς και εγχώριων και διεθνών οργανισμών σχετικά με τη σχέση αποζημιώσεων/ασφαλίστρων, την ηλικιακή σύνθεση του ασφαλισμένου πληθυσμού, εγχώριους και διεθνείς πίνακες ανικανότητας και νοσηρότητας, τη μεταβολή της θνησιμότητας του ασφαλισμένου πληθυσμού, κ.α..
Από τη σκοπιά της σμιθιανής θεωρίας, ο τρόπος που καθορίζονται τα ασφάλιστρα δίνει κίνητρα στα υγιέστερα άτομα να συμμετέχουν στην ασφαλιστική αγορά, κατανέμοντας τον κίνδυνο και επιτρέποντας στους ασφαλιστές να παρέχουν κάλυψη σε λογικό κόστος. Από την άλλη, μέσα από την ιδιωτική ασφάλιση τα άτομα αποκτούν «λόγο» και μεγαλύτερη αίσθηση ευθύνης ως προς στις παροχές υγειονομικής περίθαλψης, επιλέγοντας προγράμματα κάλυψης που ανταποκρίνονται καλύτερα στις ανάγκες τους, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε συγκεκριμένους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης, θεραπείες και εξατομικευμένες υπηρεσίες. Έτσι, από παθητικοί δέκτες γινόμαστε ενεργοί και υπεύθυνοι καταναλωτές υπηρεσιών υγείας.