Το ζήτημα διαχείρισης των χρόνιων νοσημάτων και των ασθενών ανέδειξε με την παρέμβασή της η Παρασκευή Μιχαλοπούλου, Αντιπρόεδρος Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου (ΕΛΛΟΚ), όπως σκιαγράφησε μέσα από την οδύσσεια ενός ογκολογικού ασθενούς.
«Πρέπει να λάβουν υπ’ όψιν την ευαλωτότητα του ασθενούς» δήλωσε χαρακτηριστικά και απαρίθμησε όσα καλείται να αντιμετωπίσει, εκκινώντας από τη συγκέντρωση με άλλους ασθενείς την ίδια ώρα στους διαδρόμους τους νοσοκομείου και την αναμονή για τις αιματολογικές εξετάσεις, τα αποτελέσματα, τον γιατρό που θα τα ελέγξει και θα προκρίνει τη χημειοθεραπεία, τη μετάβαση μετά σε ένα υποστελεχωμένο τμήμα ειδικής θεραπείας… «Άρα καθυστέρηση και ένας ασθενής καταπονημένος από την ασθένεια και τις νοσοκομειακές συνθήκες που μπορεί να γυρίσει σπίτι του χωρίς καν να λάβει τη θεραπεία του».
Σύμφωνα με την κ. Μιχαλοπούλου, είναι ζωτικής σημασίας οι ογκολογικοί ασθενείς να μπουν στα διοικητικά συμβούλια των νοσοκομείων για θέματα διάφορα του κόστους που είναι όμως ουσιαστικά για τη βελτίωση της καθημερινότητάς τους.
Κατά την τοποθέτησή της για το ζήτημα των ασθενών με καρκίνο και άλλα χρόνια νοσήματα, η κ. Γκάγκα αναφέρθηκε ειδικά στις καλές πρακτικές που εφαρμόζονται στην Πνευμονολογική Κλινική του Νοσοκομείου «Σωτηρία» της οποίας προΐστατο έως και την ανάληψη της κυβερνητικής θέσης, όπου οι ογκολογικοί ασθενείς έρχονται αντιμέτωποι με ένα σωστά δομημένο σύστημα που μειώνει τους χρόνους αναμονής σχετικά με εξετάσεις και θεραπείες. «Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Σπάνιων Παθήσεων, αναδεικνύεται η σημασία κατάλληλης και έγκαιρης φροντίδας της υγείας των χρόνιων ασθενών. Από πλευράς μας, συνομιλούμε με όλες τις Ενώσεις Ασθενών για να υπερβούμε θέματα που μπορούν να ξεπεραστούν» πρόσθεσε, κλείνοντας πως «είμαστε ασθενοκεντρικοί, πρέπει να γίνουμε συνεργατικοί ώστε να του παρέχουμε την αίσθηση ικανοποίησης και ασφάλειας».
«Η αγωνία μας σε αυτήν την πανδημία ήταν πώς θα κατορθώσουμε οι ασθενείς με τέτοια προβλήματα να μη χάνουν την παρακολούθηση της υγείας όπως το σχήμα τους, τις αναγκαίες υπηρεσίες υγείας λόγω της πληρότητας του συστήματος υγείας» σχολίασε για τα ως άνω ο κ. Μπουλμπασάκος. Επικαλούμενος το Ευρωπαικό σχέδιο για την καταπολέμηση του Καρκίνου, πρόσθεσε ότι δεν αρκεί αφού πρέπει να υπάρξει μέριμνα και για τις υποστηρικτικές δομές, όπως π.χ. η υποστήριξη προς τους παιδιατρικούς ασθενείς με καρκίνο αλλά και την οικογένειά τους.
Κατ’ επέκταση, ο καθηγητής κ. Πολύζος επεσήμανε ότι, πέραν του εθνικού προγράμματος υγείας, χρειάζονται εθνικά προγράμματα και για καρδιαγγειακά ή άλλα νοσήματα καθώς, εξ αφορμής της πανδημίας, «καταλάβαμε τη σημασία της δημόσιας υγείας, καθοδηγεί τις υπόλοιπες υπηρεσίες υγείας.
Συμμετοχή της ιδιωτικής ασφάλισης
Για το καυτό θέμα των υψηλών δαπανών υγείας που πληρώνουν τα ελληνικά νοικοκυριά απευθείας από την τσέπη τους, ζήτησε την τοποθέτηση των ομιλητών ο Γιάννης Καντώρος, Μέλος ΔΣ Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (ΕΑΕΕ), αλλά και ποια μπορεί να είναι η ανάμειξη της ιδιωτικής ασφάλισης ώστε να αλλάξει ένα καθεστώς που μαρτυρά παθολογίες συγκριτικά με άλλα κράτη του ευρωπαϊκού χώρου. Σύμφωνα με τον ίδιο, ζητούμενο είναι η ορθολογική κατανομή των πόρων και η πρόσβαση του πληθυσμού σε πιο ποιοτικές υπηρεσίες υγείας. Ένα από τα παραδείγματα «κακοδιαχείρισης» αποτυπώνεται στο γεγονός ότι στην Ελλάδα συνταγογραφείται ίδια ποσότητα φαρμάκων με τη Γαλλία, παρά το ότι η τελευταία έχει πολύ μεγαλύτερο πληθυσμό. Έτσι, χάνονται πόροι που θα χρησίμευαν στη χρηματοδότηση άλλων υπηρεσιών.
Παράλληλα ωστόσο, οικονομικές δυσκολίες προκύπτουν και από το αυξανόμενο συν τω χρόνω κόστος της υγείας. «Τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη, εκτός από τον αντίστοιχο ΕΟΠΥΥ, έχουν βάλει συμπληρωματική και την ιδιωτική για να αντεπεξέλθουν. Ζητούμενο είναι η κάλυψη των αναγκών υγείας του ασθενούς» τόνισε και, απαντώντας στο ερώτημα της κ. Παγώνη για τα ελλείμματα που παρατηρούνται κάθε Σεπτέμβριο, η αναπληρώτρια υπουργούς υπενθύμισε ότι «δεν έχουμε αφήσει νοσοκομείο χωρίς δυνατότητα να αντεπεξέλθει στις οικονομικές υποχρεώσεις. Θα βρούμε τα χρήματα».
Πιο περιορισμένες αρμοδιότητες εντούτοις θα προέβλεπε για τον ιδιωτικό τομέα ο κ. Πολύζος. Σύμφωνα με τον Καθηγητή του «Δημοκρίτειου» Πανεπιστημίου Θράκης, τον κεντρικό ρόλο του διαχειριστή θα πρέπει να επωμίζεται ο ΕΟΠΥΥ. Παρεμφερή θέση εξέφρασε και ο κ. Μπουλμπασάκος επισημαίνοντας την ανάγκη αύξησης της δημόσιας δαπάνης επί το πλείστον μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης, με τις ασφαλιστικές εταιρείες να πρέπει να μπορούν να επιλέξουν με ποια δημόσια νοσοκομεία θα ήθελαν να συνεργαστούν ώστε να υπάρξει έτσι μια συμφωνία.
Διαβάστε ακόμη:
Συνέδριο ygeiamou – Προσωπικός Γιατρός, Πρωτοβάθμια Φροντίδα, Εμβολιασμός, Ψηφιακή Υγεία