Για τους καρκίνους τους οποίους μπορεί να προλάβει ο εμβολιασμός μίλησε η κυρία Λενιώ Καψάσκη, Technical Officer στα Συστήματα Υγείας και τη Δημόσια Υγεία στο Γραφείο του ΠΟΥ για την Ποιότητα της Φροντίδας και την Ασφάλεια των Ασθενών στην Αθήνα, στο πλαίσιο της ημερίδας για τον εμβολιασμό που διοργανώνει το ygeiamou και το protothema.

Στο πλαίσιο της ομιλίας της η Καψάσκη αναφέρθηκε στον ρόλο του γραφείου του ΠΟΥ στην ποιότητα της φροντίδας. «Αναγνωρίζουμε ότι οι ποιοτικές υπηρεσίες υγείας πρέπει να είναι ασφαλείς και με καθολική κάλυψη. Τα εμβόλια συνδέονται άμεσα με την ποιότητα των υπηρεσιών υγείας» είπε χαρακτηριστικά.

Αναφορικά με την πρόληψη των καρκίνων μέσω των εμβολιασμών εξήγησε ότι αποτελεί προτεραιότητα για την Ευρώπη, καθώς και για τον ΠΟΥ και διευκρίνισε το ρόλο του Που σε σχέση με τον εμβολιασμό δίνοντας το παράδειγμα του εμβολιασμού για την ηπατίτιδα σε παιδιά, καθώς και για τον ιό HPV.

«Υπάρχουν ωστόσο χαμηλά επίπεδα απορρόφησης που δεν γεννούν αισιοδοξία. Η μείωση των ανισοτήτων στην πρόσβαση στα εμβόλια αποτελεί προτεραιότητα του ΠΟΥ» είπε η κυρία Καψάσκη.
Η κα Καψάσκη εξήγησε ότι η εισαγωγή ενός νέου εμβολίου δεν γίνεται εύκολα αποδεκτή εάν οι γονείς την αντιμετωπίζουν με επιφυλακτικότητα.

Τόνισε ακόμη ότι πρέπει να βελτιωθεί η συλλογή και ανταλλαγή δεδομένων σε σχέση με την ισότιμη πρόσβαση στα εμβόλια συμφωνώντας με τους προλαλήσαντες ομιλητές.

Ποιος είναι ο ρόλος του ΠΟΥ σε σχέση με την εμπέδωση της αναγκαιότητας του εμβολιασμού; «Πρέπει να κατανοήσουμε τα εμπόδια κάθε φύσης και να τα ξεπεράσουμε. Να επιτευχθεί η ομαλή συνεργασία των ενδιαφερόμενων μερών από τους επιστημονικούς κόσμους της υγείας» απαντά η κυρία Καψάσκη και διαμηνύει ότι ο ΠΟΥ είναι υπέρμαχος της συνεργασίας με το Υπουργείο Υγείας. «Συνεργαζόμενοι μπορούμε να είμαστε σιγουροι ότι δε θα αφήσουμε κανένα πίσω» είπε χαρακτηριστικά.

Ακόμη η κυρία Λενιώ Καψάσκη τόνισε κατά τη διάρκεια της ομιλίας της την ανάγκη συμπερίληψης των εμβολίων σε ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τον καρκίνο.

Όπως ανέφερε, ένα εθνικό σχέδιο δράσης για τον έλεγχο του καρκίνου είναι ζωτικής σημασίας για τον καθορισμό προτεραιοτήτων μέσω του εντοπισμού των αναγκών, για την οικοδόμηση συναίνεσης των ενδιαφερομένων μερών, για την χρηματοδότηση από την άποψη τόσο της αποδοτικής και αποτελεσματικής κατανομής των πόρων όσο και της προώθησής της επένδυσης στην πρόληψη και για να επισημάνει την ανάγκη βελτίωσης της ποιότητας των υπηρεσιών, με έμφαση στην έγκαιρη παροχή και την ανθρωποκεντρικότητα.

«Ένα εθνικό σχέδιο δράσης είναι ακριβώς το κατάλληλο μέσον για να καταδειχθεί ο σημαντικός ρόλος των εμβολίων – η σύνδεση του καρκίνου με την πρόληψη των λοιμώξεων και του σημαντικού ρόλου που διαδραματίζουν τα εμβόλια μπορεί να μειώσει τη διστακτικότητα μέρους του πληθυσμού για τα εμβόλια και να υποστηρίξει την αναγκαιότητα τους (των εμβολίων) – ιδίως την καθολική πρόσβαση και την υιοθέτηση των εμβολίων HPV για τα παιδιά και τους εφήβους», σημείωσε.

Η κυρία Καψάσκη τόνισε ότι η Ελλάδα δεν υποβάλλει στοιχεία για την εμβολιαστική κάλυψη κατά του HPV στον ΠΟΥ μέσω του κοινού εντύπου αναφοράς του ΠΟΥ/UNICEF. «Αυτό το κενό σημαίνει ότι ο ΠΟΥ δεν μπορεί να παρακολουθήσει την πρόοδο της Ελλάδας ως προς τον στόχο του 2030 για την επίτευξη εμβολιαστικής κάλυψης κατά HPV σε ποσοστό 90% μεταξύ των εφήβων κοριτσιών μέχρι την ηλικία των 15 ετών. Είναι σημαντικό για το υπουργείο υγείας να παρακολουθεί την εμβολιαστική κάλυψη για την αξιολόγηση της προόδου προς την επίτευξη του στόχου εξάλειψης. Επιπλέον, η υποβολή δεδομένων κάλυψης στον ΠΟΥ θα συνεισφέρει πολύτιμες πληροφορίες για την παγκόσμια κοινότητα εμβολιασμού».

Την ίδια στιγμή, δεν υπάρχουν επί του παρόντος διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τις παρεμβάσεις για την πρόληψη της περιγεννητικής μετάδοσης της ηπατίτιδας Β στην Ελλάδα. «Αυτό περιλαμβάνει στοιχεία σχετικά με την κάλυψη και τον επιπολασμό του προσυμπτωματικού ελέγχου για την ηπατίτιδα Β μεταξύ των εγκύων γυναικών, την πληρότητα της θεραπείας για όσες είναι θετικές στην ηπατίτιδα Β και την κάλυψη της προφύλαξης μετά την έκθεση μεταξύ των παιδιών που γεννήθηκαν από μητέρες φορείς. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς αφορά ορισμένες από τις πιο ευάλωτες και εγκαταλελειμμένες ομάδες γυναικών και παιδιών», επεσήμανε η Technical Officer του γραφείου του ΠΟΥ στην Αθήνα.

Χαμηλή η εμβολιαστική κάλυψη για τον HPV

«Η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες παγκοσμίως που εισήγαγε το εμβόλιο κατά του HPV», σημείωσε η κυρία Καψάσκη. Το εμβόλιο διατίθεται δωρεάν σε όλα τα παιδιά και τους εφήβους ηλικίας 9-18 ετών. Υπάρχουν ακόμη όμως χαμηλά επίπεδα απορρόφησης. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε η κυρία Καψάσκη, τα ποσοστά εμβολιασμού κυμαίνονται από 40-55% σε ορισμένες ηλικιακές ομάδες, δηλαδή πολύ κάτω από το 90% ποσοστό απορρόφησης που συνιστάται από τον ΠΟΥ.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Globocan (Παγκόσμιο Παρατηρητήριο για τον Καρκίνο), στην Ελλάδα εμφανίζονται ετησίως 473 περιπτώσεις καρκίνου του τραχήλου της μήτρας και 260 γυναίκες πεθαίνουν από αυτή την ασθένεια που μπορεί να προληφθεί. Η Ελλάδα εφαρμόζει με επιτυχία τον εμβολιασμό των βρεφών κατά της ηπατίτιδας Β εδώ και δεκαετίες, αναφέροντας σταθερά υψηλή κάλυψη με εμβόλια κατά της ηπατίτιδας Β μέχρι το 2021. «Ωστόσο, ο ΠΟΥ δεν έλαβε στατιστικά στοιχεία κάλυψης για την περίοδο 2022-2023, αν και οι εκτιμήσεις του ΠΟΥ και της UNICEF (WUENIC) εξακολουθούν να δείχνουν υψηλή κάλυψη. Το 2022, περίπου το 1,9% του πληθυσμού στην Ελλάδα ζούσε με χρόνια λοίμωξη από ηπατίτιδα Β.Η λοίμωξη από ηπατίτιδα Β συμβάλλει σε 3,6 θανάτους ανά 1000.000 κατοίκους στην Ελλάδα», τόνισε.

Ειδικά σε σχέση με τον εμβολιασμό κατά του HPV, η ειδικός σημείωσε ότι από το 2020, 38 από τα 53 κράτη μέλη της Περιφέρειας είχαν εντάξει τον εμβολιασμό κατά του HPV στα προγράμματα εμβολιασμού ρουτίνας, αλλά η αφομοίωση του εμβολιασμού σε ορισμένες χώρες παραμένει κατώτερη του ιδανικού. Ενώ οκτώ χώρες έχουν επιτύχει κάλυψη 80% ή υψηλότερη, ορισμένες έχουν επιτύχει κάλυψη μικρότερη από 30% στον πληθυσμό-στόχο. «Ο κύριος στόχος μας είναι «να μην αφήσουμε κανέναν πίσω», τόνισε, και πρόσθεσε:

«Η πρόσβαση στον εμβολιασμό επηρεάζεται από συστημικά και προγραμματικά ζητήματα, όπως η κοινωνική ανισότητα και η διαθεσιμότητα των εμβολίων. Διεθνείς έρευνες δείχνουν ότι η εισαγωγή του εμβολίου για τον HPV μπορεί να επηρεαστεί αρνητικά αν το ιατρικό προσωπικό και οι γονείς αμφισβητούν το εμβόλιο. Συχνά, αυτές οι ομάδες έχουν ανησυχίες οι οποίες επιδεινώνονται από τη μη πρόσβαση σε αξιόπιστες πληροφορίες και την έλλειψη εμπιστοσύνης του ιατρικού προσωπικού στο να κάνουνε μια συζήτηση για το εμβόλιο. Η έμφαση στην ασφάλεια του εμβολίου HPV και στην προστατευτική του αξία, καθώς και η εκπαίδευση του υγειονομικού προσωπικού σχετικά με την εισαγωγή του εμβολίου HPV και τον τρόπο αντιμετώπισης και επικοινωνίας σχετικά με αυτό, έχει αποδειχθεί ότι μειώνει αποτελεσματικά τα εμπόδια στον εμβολιασμό. Αυτό γίνεται μέσω της αύξησης της εμπιστοσύνης στο εμβόλιο, της αύξησης των συστάσεων για εμβολιασμό και της ενίσχυσης της αποτελεσματικής επικοινωνίας για την αντιμετώπιση των ανησυχιών των εμβολιαζόμενων και των γονέων».

Σε ό,τι αφορά την πρόληψη μετάδοσης της ηπατίτιδας Β, η Technical Officer του γραφείου του ΠΟΥ, στόχος του σχεδίου δράσης του ΠΟΥ για την ιογενή ηπατίτιδα στην Ευρώπη είναι η εξάλειψή της ως απειλή για τη δημόσια υγεία στην Ευρωπαϊκή Περιφέρεια του ΠΟΥ έως το 2030 μέσω της μείωσης της μεταδοτικοτητας, της νοσηρότητας και της θνησιμότητας λόγω της ιογενούς ηπατίτιδας και των επιπλοκών που αυτή συνεπάγεται.

«Υπάρχουν δύο βασικές στρατηγικές που υιοθετούνται στην Ευρωπαϊκή Περιφέρεια του ΠΟΥ για την πρόληψη της περιγεννητικής μετάδοσης. Η πρώτη είναι να εξασφαλιστεί ότι όλα τα παιδιά εμβολιάζονται με μια δόση μονοδύναμου εμβολίου ηπατίτιδας Β εντός 24 ωρών από τη γέννηση. Η δεύτερη είναι ο προγεννητικός έλεγχος όλων των εγκύων γυναικών για HBsAg και στη συνέχεια η παροχή προφύλαξης μετά την έκθεση στην νόσο στα βρέφη των μητέρων φορέων με δόση εμβολίου HBV κατά τη γέννηση και ανοσοσφαιρίνη ηπατίτιδας Β (HBIg). Μόνο δώδεκα χώρες εφαρμόζουν και τις δύο στρατηγικές – δηλαδή καθολική ανοσοποίηση όλων των παιδιών κατά τη γέννηση με εμβόλιο HBV, καθώς και νεογνικό έλεγχο των μητέρων και προσθήκη HBIg στα βρέφη των μητέρων φορέων», ανέφερε.

Το γραφείο του ΠΟΥ στην Αθήνα

Έχοντας υπόψη τον κεντρικό ρόλο της ποιότητας στο Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Εργασίας του ΠΟΥ, 2020-2025, η κυβέρνηση της Ελλάδας ανέλαβε έναν σημαντικό ρόλο και δεσμεύτηκε για τη βελτίωση της ποιότητας της φροντίδας και της ασφάλειας των ασθενών – όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη.

«Υπό αυτό το πρίσμα, χάρη στη γενναιόδωρη στήριξη από το Ελληνικό κράτος, εγκαινιάσαμε το Περιφερειακό Γραφείο ΠΟΥ για την Ποιότητα της Φροντίδας στην Αθήνα, το οποίο λειτουργεί ως Ευρωπαϊκό Κέντρο Αριστείας για την Ποιότητα της Φροντίδας και την Ασφάλεια των Ασθενών», σημείωσε κατά τη διάρκεια της ομιλίας της η κυρία Καψάσκη.

Τι είναι η ποιότητα στη φροντίδα; «Η ποιότητα της φροντίδας ορίζεται ως ο βαθμός στον οποίο οι υπηρεσίες υγείας αυξάνουν την πιθανότητα να έχουμε τα επιθυμητά αποτελέσματα και είναι σύμφωνες με τις τεκμηριωμένες επιστημονικές γνώσεις. Αναγνωρίζουμε ότι οι ποιοτικές υπηρεσίες υγείας πρέπει να είναι: Αποτελεσματικές, παρέχοντας τεκμηριωμένες υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης σε όσους τις χρειάζονται, ασφαλείς, αποφεύγοντας τη βλάβη των ατόμων για τα οποία προορίζεται η φροντίδα και με επίκεντρο τον άνθρωπο, παρέχοντας φροντίδα που ανταποκρίνεται στις ατομικές προτιμήσεις, ανάγκες και αξίες».

Διαβάστε επίσης:

Λοιμώξεις: Χωρίς «όπλα» τα νοσοκομεία κατά των ανθεκτικών μικροβίων – Γιατί είναι σε έλλειψη 10 απαραίτητα αντιβιοτικά

Ηπατίτιδα C: Εξελίξεις για τη νόσο που οδηγεί σε 300.000 θανάτους ετησίως – Ένα εμβόλιο προ των πυλών;

Ιός HPV: Επεκτείνεται ο εμβολιασμός μέχρι τα 45 – Πότε αποζημιώνεται