Οι στερεοτυπικές απόψεις για τη μοναξιά δείχνουν ότι αυτή αυξάνεται με την ηλικία. Ξεκινάμε τη ζωή με ένα ευρύ και δυναμικό κοινωνικό δίκτυο, έναν μεγάλο κύκλο γνωστών και φίλων, αλλά με την πάροδο του χρόνου οι φιλίες διαλύονται, οι άνθρωποι ακολουθούν τις ιδιαιτερότητές τους, και οι νέοι φίλοι και οι γνωστοί μας πιο δύσκολα έρχονται κοντά μας και αποκτούν σημαίνουσα θέση στη ζωή μας. Αυτός είναι ο εμπειρικός κανόνας.
Μια νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε Journal of Personality and Social Psychology εξέτασε την εξέλιξη της μοναξιάς καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής στη Νορβηγία. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η καμπύλη της μοναξιάς στη μέση ηλικία και την τρίτη ηλικία εξαρτιόταν από το φύλο του ατόμου, με τους άνδρες να βιώνουν περισσότερη μοναξιά στη μέση ηλικία και τις γυναίκες να βιώνουν περισσότερη μοναξιά στα γηρατειά.
«Η μοναξιά ορίζεται συνήθως ως η απάντηση σε μια αντιληπτή αντίστιξη μεταξύ της επιθυμητής ποσότητας και της ποιότητας της κοινωνικής ζωής και των κοινωνικών σχέσεων», υποστηρίζουν οι συντάκτες της έρευνας, με επικεφαλής τον Tilmann von Soest του Πανεπιστημίου του Όσλο. Τα αποτελέσματα έδειξαν ουσιαστικές διαφορές στις ηλικιακές τάσεις στη μοναξιά, με σταθερή αύξηση της μοναξιάς από τα 40 έως τα 80 έτη για τις γυναίκες, ενώ το επίπεδο της μοναξιάς των ανδρών ακολούθησε μια καμπύλη σχήματος U, με τα υψηλότερα επίπεδα μοναξιάς να εντοπίζονται στην ηλικία των 40 και των 80 ακριβώς, όταν στο μεσοδιάστημα (40 έως 80) αυτή εμφάνιζε πτωτικές τάσεις.
Για να καταλήξουν σε αυτό το συμπέρασμα, οι ερευνητές εξέτασαν δημογραφικά στοιχεία, οικογενειακή κατάσταση και στοιχεία τρόπου ζωής 5.000 ενηλίκων στη Νορβηγία, από το 2002 μέχρι και το 2007, μέσα από δομημένα ερωτηματολόγια που περιείχαν ερωτήσεις όπως οι παρακάτω και στις οποίες το άτομο καλείτο να τοποθετηθεί συμφωνώντας ή διαφωνώντας:
«Μου λείπει που δεν έχω έναν πολύ στενό φίλο».
«Βρίσκω τον κύκλο φίλων και γνωστών μου πολύ μικρό».
«Δεν υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που μπορώ να εμπιστευτώ πλήρως».
Είναι ενδιαφέρον ότι διαπίστωσαν ότι η διαφορά στις καμπύλες της μοναξιάς για τους άνδρες και τις γυναίκες ήταν υπερβολικά μεγάλη για να αγνοηθεί.
Η διαφορά μεταξύ των φύλων δεν ήταν η μοναδική ενδιαφέρουσα διαπίστωση. Οι ερευνητές βρήκαν επίσης ότι οι κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνθήκες συνέβαλαν στην ανάπτυξη της μοναξιάς, σε βάθος χρόνου. Η ύπαρξη μιας αναπηρίας, η μη ύπαρξη συζύγου/συντρόφου και η εμπειρία χηρείας συνδέονταν με μεγαλύτερη μοναξιά. Επιπλέον, οι άνθρωποι που ήταν συναισθηματικά σταθεροί και εξωστρεφείς εμφάνιζαν λιγότερη μοναξιά συνολικά και λιγότερη αύξηση της μοναξιάς κατά τη γήρανση.