Ποια είναι αυτά; Πρόκειται για τα post των οικείων μας προσώπων. Όταν συγκρίνουμε τον εαυτό μας με τις εικόνες φίλων και γνωστών στα social media, η αυτοπεποίθηση μας βάλλεται περισσότερο συγκριτικά με τις φωτό διάσημων ή influencers. Αυτό ήταν το συμπέρασμα από πειράματα των ερευνητών του από το Πανεπιστήμιο Anglia Ruskin στην Ανατολική Αγγλία και το Πανεπιστήμιο Karl Landsteiner των Επιστημών Υγείας στην Αυστρία, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Body Image.
Η συγκεκριμένη διαπίστωση βασίζεται στο γεγονός ότι θεωρείται πιο ανέφικτο να αποκτήσουμε την εικόνα ενός celebrity ή influencer απ’ ότι την καλογυαλισμένη εικόνα ενός ατόμου της διπλανής πόρτας, που θα μπορούσε να ασκεί πίεση στο άτομο που βλέπει την ανάρτηση. «Ταυτόχρονα, οι χρήστες αντιλαμβάνονται τις αναρτήσεις από μοντέλα και διασημότητες που είναι λιγότερο ρεαλιστικές» σημειώνει ο καθηγητής Viren Swami από το Πανεπιστήμιο Anglia Ruskin.
Το ερευνητικό υλικό σχετικά με τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης όλο και εμπλουτίζεται και συγκλίνει στο γεγονός ότι τα κοινωνικά μέσα επηρεάζουν αρνητικά την εικόνα του σώματος. Όμως, οι περισσότερες έρευνες μέχρι σήμερα αφορούσαν εργαστηριακά τεστ ή έρευνες και όχι στην εμπειρία των χρηστών.
Έτσι, οι ερευνητές, για να βασιστούν στην εμπειρία των χρηστών σε πραγματικό χρόνο, διερεύνησαν την επίδρασή τους σε 50 ενήλικες από την Αυστρία και τη Γερμανία, με μέσο όρο ηλικίας τα 23 έτη, οι οποίοι, με τη βοήθεια μιας φορητής συσκευής φορεμένη στον καρπό, ανατροφοδοτούσαν με πληροφορίες την ερευνητική ομάδα καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας και για διάστημα δύο εβδομάδων. Αυτό συνέβαινε πατώντας ένα κουμπί μία φορά για να δουν περιεχόμενο από φίλους ή συγγενείς και δύο φορές για κάποιον που δεν γνώριζαν προσωπικά, όπως μια διασημότητα ή έναν influencer.
Οι συμμετέχοντες ανέφεραν το χρόνο που αφιέρωσαν «ενεργά» χρησιμοποιώντας τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (π.χ. δημιουργώντας αναρτήσεις στο Facebook, γράφοντας Tweets και στέλνοντας μηνύματα στο WhatsApp) και «παθητικά» χρησιμοποιώντας τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (π.χ. διαβάζοντας αναρτήσεις στο Facebook και βλέποντας φωτογραφίες στο Snapchat).
Δε διευκρινίστηκε ωστόσο ποιες εφαρμογές χρησιμοποιούσαν τη δεδομένη στιγμή. Κατά μέσο όρο, οι συμμετέχοντες χρησιμοποιούσαν «ενεργά» τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για 73 λεπτά την ημέρα και «παθητικά» για 90 λεπτά την ημέρα.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα σχετικά με την επίδραση των κοινωνικών δικτύων, κάθε μορφή ενασχόλησης με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σχετιζόταν σημαντικά με χαμηλότερη ικανοποίηση από την εμφάνιση. Παραδόξως, το περιεχόμενο ατόμων που γνώριζαν ήταν έως και δύο φορές πιο επιβλαβές σε σχέση με το περιεχόμενο που δημοσιεύτηκε από αγνώστους.
Οι συγγραφείς επισημαίνουν ότι τα αποτελέσματά τους ενισχύουν τα υπάρχοντα στοιχεία σχετικά με την αρνητική εικόνα του εαυτού που δημιουργείται.
«Οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης με επίκεντρο την εικόνα παρέχουν απεριόριστες ευκαιρίες στους χρήστες να κάνουν αρνητικές συγκρίσεις και να εσωτερικεύουν την ιδανική εξωτερική εμφάνιση, γεγονός που με τη σειρά του οδηγεί σε πιο αρνητικά αποτελέσματα για την εικόνα του σώματος», δήλωσε ο συγγραφέας και καθηγητής Viren Swami.