Ο πόνος είναι ο τρόπος που έχει το σώμα να ειδοποιεί τον εγκέφαλο για κάποιο τραυματισμό ή ασθένεια. Χωρίς μια ισχυρή απόκριση πόνου, το σωματικό τραύμα μπορεί να περάσει απαρατήρητο και να μείνει χωρίς θεραπεία. Κάποιοι άνθρωποι, ωστόσο, βιώνουν χρόνιο πόνο που διαρκεί για πολύ καιρό μετά την επούλωση ενός τραυματισμού ή δεν έχει μια εύκολα εντοπίσιμη αιτία.
Το κακό είναι ότι η θεραπεία του χρόνιου πόνου με μακροχρόνια φαρμακευτική αγωγή έχει τους δικούς της κινδύνους για την υγεία, όπως οι παρενέργειες και ο εθισμός. Σε σχετική δημοσίευση στο Psychological Science in the Public Interest (PSPI), ομάδα ερευνητών αναζητεί τον τρόπο με τον οποίο οι ψυχολογικές παρεμβάσεις μπορούν να αποτελέσουν κομμάτι ενός αναλυτικού πλάνου για τη διαχείριση του χρόνιου πόνου, παράλληλα με τη μείωση της ανάγκης για χειρουργεία και ενδεχομένως επικίνδυνα φάρμακα.
«Υπάρχουν πολλές αποτελεσματικές μη φαρμακευτικές θεραπείες για τον χρόνιο πόνο και οι ψυχολογικές θεραπείες αναδεικνύονται στις ισχυρότερες από αυτές. Οι άνθρωποι που επιλέγουν τις ψυχοθεραπείες μπορούν να προσδοκούν σε ουσιαστικές μειώσεις του ίδιου του πόνου, καθώς και σε βελτιώσεις της σωματικής λειτουργίας και της συναισθηματικής ευεξίας», αναφέρει η ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο Yale και πρώτη συγγραφέας της μελέτης, Δρ. Mary Driscoll.
Η τρέχουσα κατάσταση φροντίδας και οι ψυχοθεραπείες
Σε πολλές περιπτώσεις, οι αιτίες του χρόνιου πόνου παραμένουν άγνωστες και η χρήση παραδοσιακών ιατρικών παρεμβάσεων, όπως η φαρμακευτική αγωγή και η χειρουργική αντιμετώπιση, προσφέρουν από μικρή έως καθόλου ανακούφιση -ή ακόμα και επιδεινώνουν την κατάσταση. Η ψυχοθεραπεία μπορεί να μειώσει τέτοιων παρεμβάσεων, με τις επιδράσεις της να μπορούν να διατηρηθούν καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής.
Έρευνες έχουν δείξει ότι ψυχολογικοί παράγοντες μπορούν να παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο στην έναρξη, τη σοβαρότητα και τη διάρκεια του χρόνιου πόνου. Για τους λόγους αυτούς, διάφορες ψυχολογικές παρεμβάσεις έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές στη θεραπεία του χρόνιου πόνου.
Στη συγκεκριμένη εργασία, η Δρ. Driscoll και οι συνεργάτες της περιγράφουν τις παρεμβάσεις που έχουν μελετηθεί περισσότερο στην κοινότητα των ασθενών με χρόνιο πόνου. Αυτές περιλαμβάνουν:
- Υποστηρικτική ψυχοθεραπεία, που δίνει έμφαση στην άνευ όρων αποδοχή και ενσυειδητότητα.
- Προπόνηση χαλάρωσης ή χρήση αναπνοών, μυϊκής χαλάρωσης και οπτικής απεικόνισης για την αντιστάθμιση της απόκρισης στρες του σώματος.
- Βιο-παρακολούθηση, η οποία περιλαμβάνει την παρακολούθηση της ψυχολογικής απόκρισης των ασθενών στο στρες και τον πόνο (π.χ. αυξημένος καρδιακός ρυθμός, μυϊκή ένταση) και την εκμάθησή τους στο πώς να μειώνουν τις αντιδράσεις αυτές.
- Ύπνωση από εκπαιδευμένη γιατρό, η οποία μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στην επεξεργασία του πόνου, τις προσδοκίες ή την αντίληψή του και ενσωματώνει και την προπόνηση χαλάρωσης.
- Γνωστική συμπεριφορική θεραπεία, στην οποία οι ασθενείς μαθαίνουν να επαναπροδιορίζουν τις άσχημες σκέψεις σχετικά με τον πόνο, οι οποίες προκαλούν δυσφορία. Αλλαγή σε μη βοηθητικές συμπεριφορές όπως η απομόνωση και η αδράνεια και ανάπτυξη βοηθητικών συμπεριφορικών στρατηγικών αντιμετώπισης (π.χ. χαλάρωση).
- Παρεμβάσεις βασισμένες στον διαλογισμό, οι οποίες βοηθούν στην αποσύνδεση του σωματικού από τον συναισθηματικό πόνο μέσω αυξημένης αντίληψης του σώματος, της ανάσας και της δραστηριότητας.
- Ψυχολογικά ενημερωμένη σωματική θεραπεία, που συνδυάζει τη σωματική με τη γνωστική συμπεριφορική θεραπεία.
Διαβάστε επίσης
Χρόνιος πόνος: Το νέο παυσίπονο που θα δώσει λύση
Το ενοχλητικό σύμπτωμα που αυξάνει τον κίνδυνο άνοιας και εγκεφαλικού επεισοδίου
Κατάθλιψη: Η μη φαρμακευτική θεραπεία με ποσοστά επιτυχίας άνω του 70%