Η απογοήτευση, ο θυμός και η μεγαλύτερη αγωνία και αβεβαιότητα για την οικονομική κατάσταση και την εργασία μας έχουν διαδεχθεί σε αυτό το δεύτερο lockdown που διανύουμε το σοκ, το μούδιασμα και τον έντονο φόβο που συνόδευσε την πρωτόγνωρη εμπειρία της καραντίνας της περασμένης Άνοιξης εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού.
Σε συνέντευξή της στο ygeiamou.gr η ψυχολόγος κ. Γεωργία – Χριστίνα Κανελλοπούλου αποτυπώνει πώς βιώνουμε το δεύτερο lockdown που έχει επιβληθεί στη χώρα, προσφέροντας καίριες συμβουλές για να ενισχύσουμε τις ψυχικές μας δυνάμεις και την εσωτερική μας ασφάλεια ενώπιον εξωτερικών συνθηκών που δεν τελούν υπό τον έλεγχό μας.
«Κλειδί», σύμφωνα με την κ. Κανελλοπούλου είναι να παραμείνουμε στο παρόν, μακριά από εικασίες και προβλέψεις από το πόσο μπορεί να διαρκέσει η ισχύουσα καραντίνα και αν θα ακολουθήσουν άλλες. Στο παρόν, στο οποίο καλούμαστε να αναγνωρίσουμε και να ενισχύσουμε τα πεδία στα οποία μπορούμε να διατηρήσουμε τον εσωτερικό έλεγχο σε μία κατάσταση που διαφαίνεται πιο επιβαρυντική ψυχικά συγκριτικά με το πρώτο lockdown.
Τα στάδια του πένθους
Η«μετάβαση» από το πρώτο στο δεύτερο lockdown μοιάζει σύμφωνα με την κ. Κανελλοπούλου με το πέρασμα από το πρώτο στο δεύτερο στάδιο του πένθους, με το αρχικό σοκ και πάγωμα να έχουν μετατραπεί τώρα σε απογοήτευση, θυμό και θλίψη.
Η ίδια εκτιμά πως η νέα καραντίνα θα οδηγήσει σε πιο έντονες ψυχολογικές διακυμάνσεις αφενός μεν λόγω της σωρευτικής επίδρασης της ψυχοπιεστικής κατάστασης που επί μήνες βιώνουμε και ακόμη δεν γνωρίζουμε πότε θα έλθει το τέλος της, και αφετέρου διότι γιγαντώνεται πλέον η αγωνία για τις οικονομικές επιπτώσεις στη ζωή μας.
Σύμφωνα με την κ. Κανελλοπούλου γνωρίζοντας πλέον καλύτερα πώς να προστατευτούμε και να συμπεριφερθούμε ο έντονος φόβος που συνόδευε το πρώτο lockdown δείχνει να έχει υποχωρήσει, γεγονός που αποτυπώνεται και στο μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων που κυκλοφορούν. Κυριαρχούν τώρα περισσότερο ο θυμός γιατί φθάσαμε εκ νέου εδώ και ο φόβος εστιάζεται πιο πολύ στο οικονομικό σκέλος.
«Ο χρόνος σαν κοινωνική κατασκευή μας δίνει μία ανακούφιση· το να ξέρουμε πότε τελειώνει κάτι. Όταν δεν γνωρίζω πότε θα λήξει αυτή η κατάσταση, πόσες καραντίνες ακόμη μπορεί να έρθουν, πώς θα πάνε τα οικονομικά μου, το άγνωστο και η αβεβαιότητα, όλα αυτά στερούν την αισιοδοξία» αναφέρει η κ. Κανελλοπούλου, επισημαίνοντας πως η πανδημία επέφερε μία απότομη μείωση των προσδοκιών των ανθρώπων για τη ζωή τους συνοδευόμενη από συναισθήματα ματαίωσης, απαισιοδοξία, ίσως και ωμή ρεαλιστικότητα.
Χτίζοντας ψυχική ανθεκτικότητα
Εξ ου και είναι μέγιστης σημασίας να ενισχύσουμε την ψυχική μας ανθεκτικότητα, να εστιάσουμε ακόμη περισσότερο εν μέσω αυτής της καραντίνας σε όλα όσα μπορούμε να ελέγξουμε οι ίδιοι, επισημαίνει η Γεωργία-Χριστίνα Κανελλοπούλου, καλώντας μας να θέσουμε και να απαντήσουμε σε τέσσερα ερωτήματα, και να τα κάνουμε βίωμά μας.
– Εντοπίζουμε ποια είναι τα δυνατά μας στοιχεία προκειμένου όταν η κρίση παρέλθει να τα ενεργοποιήσουμε για να αυξηθεί η εργασιακή αυτοπεποίθηση
– Επενδύουμε πολύ στις προσωπικές σχέσεις, τα υποστηρικτικά μας συστήματα εν γένει. Αν νοιώθουμε την περίοδο αυτή απογοήτευση, θυμό, ματαίωση, ανατρέχουμε στα πρόσωπα εκείνα που εμπιστευόμαστε και μας έχουν βοηθήσει
– Επιλέγουμε να ενημερωνόμαστε για τις εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας μία φορά την ημέρα, σε συγκεκριμένη ώρα και από έγκυρες ειδησεογραφικές πηγές
– Κάνουμε στον εαυτό μας την ερώτηση «τι ελέγχω εγώ;» -από τη διατροφή μας, την ώρα που θα ασκηθούμε, το παιχνίδι με τα παιδιά μας, τι θα παρακολουθήσουμε στην τηλεόραση. Διαμορφώνουμε μία λίστα με όλα αυτά που μπορούμε εμείς να ελέγξουμε ακόμη και τώρα.
Σε ό,τι αφορά την αγωνία και αβεβαιότητα για την οικονομική κατάσταση, ας ανατρέξουμε σε παλαιότερες δυσκολίες, οικονομικές ή προσωπικές, ανακαλώντας στη μνήμη μας τι μας βοήθησε και τι όχι να ανταπεξέλθουμε, όπως ενδεχομένως την περίοδο της οικονομικής κρίσης του 2010.
Για τη σύγκριση των συναισθημάτων μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης καραντίνας η Γεωργία – Χριστίνα Κανελλοπούλου δίνει το παράδειγμα ενός παιδιού που ξαφνικά βιώνει ένταση στο οικογενειακό του περιβάλλον βλέποντας τους γονείς του να διαπληκτίζονται. Το παιδί όχι μόνο αισθάνεται ότι δεν μπορεί να προστατεύσει τους γονείς, αλλά βιώνει ανασφάλεια και το ίδιο νιώθοντας ότι και οι ίδιοι δεν το προστάτευσαν.
Πώς μεταφράζεται αυτό; Έχουμε βρεθεί εκ νέου σε καθεστώς lockdown και ενώ ελπίζαμε ότι όλα τα ατομικά και συνολικά μέτρα ασφαλείας που λάβαμε και τηρήσαμε θα μας είχαν προστατεύσει αυτό δεν συνέβη. Απογοητευτήκαμε που δεν προστατεύσαμε τον εαυτό μας ή δεν μας προστάτευσαν και οι άλλοι, ενδεχομένως συμπολίτες που δεν πρόσεχαν ή οι κρατικοί μηχανισμοί μέσω της χαλάρωσης των μέτρων το καλοκαίρι. Συνεπώς, βιώνουμε μία απογοήτευση ότι δεν προστατευτήκαμε από αυτούς που έπρεπε να προστατευτούμε, αναφέρει η ειδικός.
Και επανερχόμενη στο παράδειγμα με το παιδί, εξηγεί ότι σε αυτή την κατάσταση που βιώνει θα πρέπει μόνο του να βρει την ασφάλεια, όπως καλούμαστε και εμείς στη δεύτερη αυτή καραντίνα να αναζητήσουμε μόνοι μας την εσωτερική ασφάλεια, τον εσωτερικό έλεγχο, τι μπορούμε να ελέγξουμε εμείς για να παραμείνουμε ψυχικά δυνατοί δεδομένου ότι τον εξωτερικό έλεγχο του πότε θα σημάνει η λήξη της πανδημίας και από ποια μέτρα θα συνοδεύεται έως τότε, δεν τον διαθέτουμε.
Σε αυτές τις εσωτερικές διεργασίες θα πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας κατά την κ. Κανελλοπούλου σε παραμέτρους που αφορούν τις ασχολίες μας εντός της ημέρας, το χρόνο που θα αφιερώσουμε στην ενημέρωση (πόσες ώρες θα διαβάσω ειδήσεις), στα μέτρα προστασίας που θα λάβουμε, καθώς και στις κινήσεις που θα κάνουμε εργασιακά ώστε να διατηρηθεί η επαγγελματική μας αυτοπεποίθηση. Ως προς τη σύγκριση των δύο lockdown προκύπτει πως αυτή τη φορά πρέπει να εστιάσουμε περισσότερο σε εμάς, την ψυχική μας θωράκιση και εσωτερική ασφάλεια. Αυτό είναι το στοίχημά μας.