Σύμμαχο και φρουρό του εγκεφάλου αποτελούν οι ασκήσεις υψηλής έντασης, σύμφωνα με πρόσφατη πιλοτική μελέτη που διαπίστωσε ότι, όχι μόνο καθυστερούν, αλλά αναστρέφουν σε κάποιες περιπτώσεις τη νευροεκφύλιση, σε διάστημα έξι μόλις μηνών.
Τα ευρήματα που δημοσιεύονται στο npj Parkinson’s Disease αποτελούν μια ακόμη απόδειξη ότι η σωματική άσκηση μπορεί να βοηθήσει τα άτομα με νόσο Πάρκινσον, με μια σημαντική διαφορά· όπως εξήγησε ο Evan D. Morris, Ph.D., καθηγητής Ακτινολογίας και Βιοϊατρικής Απεικόνισης στην Ιατρική Σχολή του Yale, «είναι πρώτη φορά που γίνεται χρήση απεικονιστικών τεχνικών για να επιβεβαιωθούν οι επαγόμενες από την έντονη άσκηση αλλαγές στη βιολογία του εγκεφάλου πασχόντων με τη νόσο του Πάρκινσον».
Ο ρόλος της ντοπαμίνης
Μια από τις αλλαγές που επέφεραν οι έντονες αερόβιες προπονήσεις στους 10 συνολικά συμμετέχοντες, ήταν η διατήρηση των ντοπαμινεργικών νευρώνων, τα κύτταρα του εγκεφάλου που παράγουν την ντοπαμίνη -νευροδιαβιβαστή που διαμεσολαβεί τη μεταξύ τους επικοινωνία-, τα οποία πλήττει επί το πλείστον η νευροεκφυλιστική νόσος.
Συγκεκριμένα, οι νευροεκφυλιστικές διαταραχές στη νόσο Πάρκινσον προκαλούνται από σφάλματα κατά την αναδίπλωση της πρωτεΐνης α-συνουκλεΐνης, η οποία υπάρχει φυσιολογικά στα κύτταρα. Αυτή η μη φυσικά αναδιπλούμενη πρωτεΐνη αρχίζει και συσσωρεύεται στους νευρώνες και κυρίως τους ντοπαμινεργικούς, που βρίσκονται στη μέλαινα ουσία (substantia nigra) του εγκεφάλου, περιοχή που εμπλέκεται στη ρύθμιση της κίνησης.
Μέχρι τη στιγμή της διάγνωσης, οι περισσότεροι ασθενείς έχουν χάσει τους μισούς σχεδόν ντοπαμινεργικούς νευρώνες και η σημαντική έλλειψη ντοπαμίνης έχει οδηγήσει στην εκδήλωση κινητικών συμπτωμάτων όπως ο τρόμος (τρέμουλο) και η επιβράδυνση της κίνησης. Σύμφωνα με τη συμμετέχουσα στη μελέτη Sule Tinaz, MD, Ph.D., αναπληρώτρια καθηγήτρια Νευρολογίας, η νευροεκφυλιστική διαδικασία ξεκινά πολύ πριν τα σωματικά συμπτώματα, μια ή και δύο δεκαετίες νωρίτερα.
Η βασική σήμερα φαρμακευτική αγωγή για τη νόσο Πάρκινσον, η λεβοντόπα, αντικαθιστά την ντοπαμίνη που λείπει και βελτιώνει τα κινητικά συμπτώματα, δεν μπορεί όμως να φρενάρει την πορεία της νευροεκφύλισης. Έτσι η πάθηση παραμένει χωρίς θεραπεία.
Ζωτικής σημασίας η άσκηση
Η πιλοτική μελέτη βασίστηκε σε δύο παλαιότερες, καλά σχεδιασμένες έρευνες που είχαν διαπιστώσει ότι οι υψηλής έντασης προπονήσεις -κατά τις οποίες οι συμμετέχοντες έφτασαν το 80-85% του μέγιστου καρδιακού ρυθμού για την ηλικία τους-, τρεις φορές την εβδομάδα για έξι μήνες σχετίστηκαν με λιγότερο σοβαρά κινητικά συμπτώματα.
Οι ερευνητές από το Yale επέλεξαν για πληθυσμιακό δείγμα 10 άτομα που είχαν διαγνωστεί με νόσο Πάρκινσον έως και τέσσερα χρόνια νωρίτερα, σε σημείο που δεν είχαν χαθεί όλοι οι νευρώνες και υπήρχε ακόμα παραγωγή ντοπαμίνης. Όλοι οι συμμετέχοντες πέρασαν μια δοκιμαστική περίοδο δύο εβδομάδων ώστε να διασφαλιστεί η ικανότητά τους να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις των έντονων προπονήσεων που σχεδιάστηκαν για τη μελέτη.
Οι πρώτες απεικονιστικές εξετάσεις πραγματοποιήθηκαν μετά τη δοκιμαστική περίοδο· περιέλαβαν μια μαγνητική τομογραφία για τη μέτρηση της νευρομελανινης -σκούρο βιόχρωμα που εντοπίζεται στου ντοπαμινεργικούς νευρώνες- και μια εξέταση PET-scan για τη μέτρηση της διαθεσιμότητας του μεταφορέα ντοπαμίνης (DAT), μιας πρωτεΐνης που βοηθά τους νευρώνες να διατηρούν σε επαρκή επίπεδα τον νευροδιαβιβαστή.
Οι συμμετέχοντες ολοκλήρωσαν (εξ αποστάσεων λόγω πανδημίας COVID) το εξαμηνιαίο πρόγραμμα γυμναστικής Υψηλής Έντασης με Λειτουργικά Διαστήματα (HIFI), έναν τύπο προπόνησης ιδανικό για να διατηρούν τους καρδιακούς παλμούς τους σε υψηλά επίπεδα κατά το μεγαλύτερο μέρος της. Οι μετρητές καρδιακών παλμών και άλλα wearables που φορούσαν οι συμμετέχοντες, εγγυούνταν ότι έφταναν το επιθυμητό όριο στους καρδιακούς παλμούς και παρέμεναν συνεπείς στην προπόνηση.
Οι επαναληπτικές απεικονίσεις, μετά το πέρας της εξαμηνιαίας παρέμβασης, έδειξαν σημαντική αύξηση της νευρομελανίνης και των σημάτων μεταφορέων ντοπαμίνης, εύρημα που υπέδειξε ότι η υψηλής έντασης προπόνηση δεν επιβράδυνε απλώς τη νευροεκφύλιση, αλλά βελτίωσε συνολικά το ντοπαμινεργικό σύστημα για 9 στους 10 συμμετέχοντες.
Έτσι, καταλήγουν οι ερευνητές, αν και χρειάζονται περαιτέρω έρευνες για τις νευροπροστατευτικές ιδιότητες της άσκησης, τα ευρήματα δίνουν ελπίδες για ένταξη ενός ανέξοδου και εύκολα προσβάσιμου εργαλείου στη θεραπευτική φαρέτρα για μια νόσο με τεράστιο προσωπικό και οικονομικό κόστος.