Φρένο στην εξέλιξη της νόσου Αλτσχάιμερ μπορεί να βάλει το σκανδιναβικό περπάτημα (Nordic walking), μια ενισχυμένη μορφή άσκησης βαδίσματος με χρήση μπατόν (ειδικά μπαστούνια) για την καλύτερη ενεργοποίηση όλου του σώματος.
Σύμφωνα με τους ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Μολίζε στην Ιταλία που κατέληξαν στο παραπάνω συμπέρασμα, η πιλοτική μελέτη τους που δημοσιεύεται στο Heliyon ανοίγει τον δρόμο για τη συμπερίληψη της συγκεκριμένης σωματικής δραστηριότητας στο οπλοστάσιο των μη φαρμακευτικών προσεγγίσεων όπως τα προγράμματα σωματικής άσκησης που συστήνονται για τη βελτίωση της γνωστικής λειτουργίας και των συμπεριφορικών συμπτώματων όπως η κατάθλιψη, η υπερδιέγερση ή η επιθετικότητα.
«Πράγματι, η σωματική αδράνεια είναι ένας από τους κύριους τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου στους ασθενείς με νόσο Αλτσχάιμερ, καθώς και για την ανάπτυξη καρδιαγγειακών νοσημάτων και συναφών παθολογιών. Αν και το σκανδιναβικό περπάτημα, ένας συγκεκριμένος τύπος αερόβιας άσκησης, είναι γνωστό ότι ωφελεί την υγεία στους γηράσκοντες πληθυσμούς, υπάρχουν ελάχιστες ενδείξεις ότι οι ασθενείς με Νόσο Αλτσχάιμερ μπορούν να επωφεληθούν από αυτή τη μη φαρμακευτική προσέγγιση» εξηγούν στη δημοσίευσή τους οι ερευνητές για τον σκοπό της μελέτης.
Οι ερευνητές συμπεριέλαβαν στο πληθυσμιακό δείγμα 30 ασθενείς σε ήπιας και μέτριας βαρύτητας στάδιο της νόσου Αλτσχάιμερ, στους οποίους εφάρμοσαν δοκιμασμένες μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις όπως ο προσανατολισμός στην πραγματικότητα, η μουσικοθεραπεία, η αποκατάσταση της κινητικότητας, της στάσης του σώματος και της ιδιοδεκτικότητας. Για να διερευνήσουν πιθανές επιδράσεις του σκανδιναβικού περπατήματος σε διάφορες γνωστικές λειτουργίες, συμπεριέλαβαν τη δραστηριότητα στο πρόγραμμα των 15 από τους 30 ασθενείς, δύο φορές την εβδομάδα. Νευροψυχολογικές αξιολογήσεις και οι αξιολογήσεις των καθημερινών δραστηριοτήτων και της ποιότητας ζωής πραγματοποιήθηκαν κατά την έναρξη της μελέτης και μετά από 24 εβδομάδες.
Τα αποτελέσματα από τους 22 ασθενείς που ολοκλήρωσαν τη μελέτη έδειξαν ότι η ομάδα του περπατήματος σημείωσε σημαντική βελτίωση της οπτικοχωρικής αντίληψης, της επεισοδιακής (αυτοβιογραφικής) μνήμης, της επιλεκτικής προσοχής και της ταχύτητα επεξεργασίας των ερεθισμάτων.