Σας αρέσει να ξυπνάτε νωρίς και να ξεκινάτε την ημέρα σας μόλις ο ήλιος ανατείλει ή μήπως είστε από εκείνους που λειτουργούν καλύτερα τις «μεγάλες ώρες» υπό το φως… μιας λάμπας; Μια νέα μελέτη, που διερεύνησε την επίδραση του ύπνου στην απόδοση του εγκεφάλου διαπίστωσε ότι η απάντηση σε αυτό το ερώτημα μπορεί να δώσει πολλές ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την υγεία του εγκεφάλου σας.
Ερευνητές από το Imperial College του Λονδίνου εξέτασαν τα στοιχεία περισσότερων από 26.000 ατόμων, για να διαπιστώσουν πώς διάφορες πτυχές του ύπνου -συμπεριλαμβανομένης της διάρκειας, των μοτίβων και της ποιότητας- επηρεάζουν την πνευματική οξύτητα και τη συνολική γνωστική ικανότητα. Χρησιμοποιώντας δεδομένα από την εκτεταμένη βάση δεδομένων UK Biobank, ανέλυσαν πληροφορίες για ενήλικες του Ηνωμένου Βασιλείου που είχαν συμπληρώσει μια σειρά από γνωστικά τεστ. Ρωτήθηκαν, επιπλέον, εάν θα περιέγραφαν τον εαυτό τους ως «πρωινό» ή «βραδινό τύπο», ανάλογα με το διάστημα της ημέρας που νιώθουν πιο δραστήριοι και παραγωγικοί.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο BMJ Public Health, διαπίστωσε αρχικά ότι ο ύπνος 7-9 ωρών τη νύχτα ήταν ο βέλτιστος για τη λειτουργία του εγκεφάλου, ενισχύοντας γνωστικές λειτουργίες όπως η μνήμη, η λογική και η ταχύτητα επεξεργασίας πληροφοριών. Αντίθετα, ο ύπνος λιγότερες από 7 ή περισσότερες από 9 ώρες είχε σαφώς επιζήμια επίδραση στη λειτουργία του εγκεφάλου. Διαπιστώθηκε επίσης ότι ο χρονότυπος ενός ατόμου, δηλαδή η προτίμησή του για πρωινή ή βραδινή δραστηριότητα, επηρέαζε επίσης τα αποτελέσματα των εξετάσεων.
Ειδικότερα, ευνοημένοι φαίνεται να είναι όσοι λειτουργούν καλύτερα τις βραδινές ώρες, αφού αυτοί οι συμμετέχοντες είχαν καλύτερες επιδόσεις στα τεστ σε σύγκριση με εκείνους που ήταν προσανατολισμένοι στο πρωί. Οι «πρωινοί τύποι» παρουσίασαν σταθερά τις χαμηλότερες γνωστικές βαθμολογίες και στις δύο ομάδες που αναλύθηκαν, με τους «ενδιάμεσους» τύπους, εκείνους δηλαδή που δεν εξέφραζαν ιδιαίτερη προτίμηση ανάμεσα στο πρωί και το βράδυ, να τα πηγαίνουν καλύτερα από τους πρωινούς, αλλά χειρότερα από τους βραδινούς τύπους.
Οι βραδινοί τύπου σημείωσαν, συγκεκριμένα, περίπου 13,5% υψηλότερη βαθμολογία σε μία ομάδα και 7,5% υψηλότερη από τους πρωινούς τύπους σε μία άλλη ομάδα. Οι ενδιάμεσοι τύποι σημείωσαν περίπου 10,6% και 6,3% υψηλότερα από τους πρωινούς τύπους στις δύο ομάδες. Οι διαφορές αυτές ήταν εξαιρετικά σημαντικές, αποκλείοντας έτσι το ενδεχόμενο να πρόκειται για ένα τυχαίο εύρημα.
Ένα ακόμη ενδιαφέρον εύρημα ήταν ότι ενώ η διάρκεια του ύπνου ήταν ζωτικής σημασίας, τα άτομα που ανέφεραν αϋπνία δεν σημείωσαν σημαντικά χαμηλότερες γνωστικές επιδόσεις. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ειδικές πτυχές της αϋπνίας, όπως η σοβαρότητά της και η διάρκεια του χρόνου που υποφέρει.
Η ανάλυση έλαβε υπόψη της σημαντικούς παράγοντες υγείας και τρόπου ζωής, όπως η ηλικία, το φύλο, το κάπνισμα και η κατανάλωση αλκοόλ, καθώς και η παρουσία χρόνιων ασθενειών, όπως οι καρδιακές παθήσεις και ο διαβήτης. Οι νεότεροι και υγιείς άνθρωποι σημείωσαν γενικά υψηλότερη βαθμολογία στις γνωστικές δοκιμασίες, ενώ οι πιο υγιεινές επιλογές τρόπου ζωής συνδέονταν συνήθως με καλύτερες γνωστικές επιδόσεις.
«Η μελέτη μας διαπίστωσε ότι οι ενήλικες που είναι εκ φύσεως πιο δραστήριοι το βράδυ τείνουν να έχουν καλύτερες επιδόσεις στα γνωστικά τεστ από εκείνους που είναι πρωινοί τύποι», σχολίασε η επικεφαλής ερευνήτρια, δρ. Raha West, από το Τμήμα Χειρουργικής και Καρκίνου του Imperial College του Λονδίνου. Η ίδια εξήγησε: «Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι πρωινοί άνθρωποι έχουν χειρότερες γνωστικές επιδόσεις. Τα ευρήματα αντικατοπτρίζουν μια συνολική τάση, όπου η πλειονότητα των βραδινών τύπων μπορεί να εμφανίζει καλύτερη γνωστική ικανότητα. Ενώ μπορείτε να αλλάξετε τις συνήθειες ύπνου σας, προσαρμόζοντας σταδιακά την ώρα του ύπνου, αυξάνοντας την έκθεση στο βραδινό φως και διατηρώντας ένα συνεπές πρόγραμμα ύπνου, η πλήρης αλλαγή από πρωινός σε βραδινός τύπος ανθρώπου είναι πολύπλοκη».
Η ειδικός τόνισε επίσης τη σημασία της «κατανόησης και συνεργασίας με τις φυσικές τάσεις σας για ύπνο, καθώς και το να θυμάστε ότι είναι σημαντικό να κοιμάστε όσο χρειάζεται, ούτε περισσότερο, ούτε λιγότερο. Αυτό είναι ζωτικής σημασίας για να διατηρήσετε τον εγκέφαλό σας υγιή και να λειτουργεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο».
Ο επικεφαλής της μελέτης καθηγητής Daqing Ma, επίσης στο Τμήμα Χειρουργικής και Καρκίνου του Imperial, δήλωσε: «Διαπιστώσαμε ότι η διάρκεια του ύπνου έχει άμεση επίδραση στη λειτουργία του εγκεφάλου και πιστεύουμε ότι η προληπτική διαχείριση των προτύπων ύπνου είναι πραγματικά σημαντική για την ενίσχυση και τη διαφύλαξη του τρόπου λειτουργίας του εγκεφάλου μας. Θα θέλαμε ιδανικά να δούμε πολιτικές παρεμβάσεις που θα βοηθήσουν στη βελτίωση των προτύπων ύπνου στον γενικό πληθυσμό».
Πολλαπλή Σκλήρυνση: Κινδυνεύουν όσοι εργάζονται νυχτερινές βάρδιες
Κινδυνεύετε από νόσο Αλτσχάιμερ; Η απάντηση εξαρτάται από τους γονείς σας