Τα αποτελέσματα της μελέτης LADY σχετικά με τα επιδημιολογικά χαρακτηριστικά των υφιστάμενων και νέων περιπτώσεων ουρογεννητικού συνδρόμου της εμμηνόπαυσης στην χώρα μας δημοσίευσε η ελληνική ερευνητική ομάδα στο International Urogynecology Journal, το επίσημο περιοδικό της Διεθνούς Ουρογυναικολογικής Εταιρείας (IUGA).
Ο όρος «ουροποιογεννητικό σύνδρομο της εμμηνόπαυσης (GSM)» εισήχθη για πρώτη φορά το 2014 με συναίνεση της Διεθνούς Εταιρείας για τη Μελέτη της Σεξουαλικής Υγείας των Γυναικών και της Εταιρείας Εμμηνόπαυσης της Βόρειας Αμερικής. Το σύνδρομο που κάποτε ονομαζόταν αιδοιοκολπική ατροφία, ατροφική κολπίτιδα ή ουρογεννητική ατροφία, περιγράφει ολόκληρο το φάσμα των αλλαγών που προκαλούνται από την έλλειψη οιστρογόνων κατά την εμμηνόπαυση, στις οποίες περιλαμβάνονται, πέραν της ατροφίας του αιδοίου και του κόλπου, συμπτώματα του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος (Lower Urinary Tract Symptoms -LUTS)
Δεδομένης της κοινής εμβρυολογικής καταγωγής ουροποιητικού και γεννητικού συστήματος, την παρουσία υποδοχέων οιστρογόνων και τον υψηλό επιπολασμό της αιδοιοκολπικής ατροφίας και των LUTS στον πληθυσμό εμμηνοπαυσικών γυναικών, οι δύο καταστάσεις μπορούν να συνυπάρχουν, σημειώνουν οι ερευνητές.
Έτσι, ως στόχο της προκείμενης μελέτης έθεσαν τη διερεύνηση του επιπολασμού και των παραγόντων κινδύνου των LUTS σε δείγμα Ελληνίδων στο στάδιο της περιεμμηνόπαυσης και εμμηνόπαυσης.
Στη μελέτη συμμετείχαν 450 γυναίκες, ηλικίας 40-70 ετών, που προσήλθαν σε τρία εξωτερικά γυναικολογικά ιατρεία για μια εξέταση ρουτίνας, συμμετείχαν σε μια δομημένη συνέντευξη και απάντησαν στο εγκεκριμένο ερωτηματολόγιο “International Consultation on Incontinence Questionnaire Female Lower Urinary Tract Symptoms (ICIQ-FLUTS)” για την αξιολόγηση των γυναικείων συμπτωμάτων του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος και των επιπτώσεων στην ποιότητα ζωής.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα:
- 51.6% των γυναικών ανέφεραν συχνουρία ή επιτακτική ακράτεια, ήπια για το 25.6%, μέτρια για 14.4% και σοβαρή για 11.6% των γυναικών
- 43.6% ανέφεραν δυσουρία (επώδυνη ούρηση), ήπια για το 26.26%, μέτρια για το 5.8% και σοβαρή για το 11.6% των γυναικών.
Η έρευνα ανέδειξε ότι η ηλικία, το βάρος, ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) και ο αριθμός κυήσεων και αμβλώσεων συσχετίστηκαν με υψηλότερη βαθμολογία στο ερωτηματολόγιο ICIQ-FLUTS.
Υψηλότερη βαθμολογία στο ερωτηματολόγιο ICIQ-FLUTS είχαν και οι γυναίκες με μέτρια έως σοβαρά συμπτώματα αιδοιοκολπικής ατροφίας όπως ερεθισμός, αίσθημα καύσου και κνησμός στο αιδοίο ή τον κόλπο.
Συμπερασματικά, τα συμπτώματα του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος είναι πολύ συνηθισμένα στις γυναίκες που βρίσκονται στην περιεμμηνόπαυση και μετεμμηνοπαυσιακή περίοδο και συνδέονται με τα συμπτώματα της αιδοιοκολπικής ατροφίας. «Τα δεδομένα μας υποστηρίζουν την ανάγκη άμεσης αξιολόγησης των γυναικών που περνούν στην εμμηνόπαυση, καθώς τα συμπτώματα αυτά απεικούν την ποιότητα της ζωής τους» κατέληξαν οι ερευνητές.
Τη ερευνητική ομάδα αποτέλεσαν οι: Ειρήνη Λαμπρινουδάκη, Νικολέττα Μήλη, Αρετή Αυγουλέα, Ελένη Αρμένη, Παναγιώτης Βάκας, Κωνσταντίνος Πανούλης, Νικόλαος Βλάχος, Θεμιστοκλής Μίκος, Γρηγόριος Γκριμπίζης, Αλέξανδρος Ροδολάκης και Σταύρος Αθανασίου από τη Β’ Μαιευτική – Γυναικολογική Κλινική της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) στο Αρεταίειο Νοσοκομείο, την Α΄ Μαιευτική & Γυναικολογική Κλινική της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το Α’ Τμήμα Μαιευτικής και Γυναικολογίας της Ιατρική Σχολής στου ΕΚΠΑ στο Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα».
Διαβάστε ακόμη:
Εμμηνόπαυση – Οστεοπόρωση: Πόση ώρα πρέπει να ασκείται μια 50χρονη για γερά οστά χωρίς κατάγματα