Ο Ματθαίος Γιωσαφάτ ανήκει σε εκείνους τους ανθρώπους που καταφέρνουν να σαγηνεύσουν τον συνομιλήτή τους και να κρατήσουν αμείωτο το ενδιαφέρον του. Οι συνεντεύξεις του είναι πάντα απολαυστικές και από αυτόν τον κλανόνα δεν θα μπορούσε να λείπει και η πρόσφατη που έδωσε στο free press LIFO.
Για μία ακόμα φορά ο διάσημος ψυχίατρος μίλησε για τα προβλήματα της «αγίας ελληνικής οικογένειας» αλλά και για τη σημασία των παιδικών μας εμπειριών: «Οι παιδικές εμπειρίες είναι αυτές που διαμορφώνουν το σενάριο της ζωής μας. Κυρίως, ο πρώτος χρόνος και έπειτα τα επόμενα τέσσερα ή πέντε έτη. Ο βασικός χαρακτήρας, ο τρόπος που αγαπάμε, οι ανάγκες, οι ερωτικές επιθυμίες, διαμορφώνονται στα πέντε μας χρόνια». «Κατά τον δεύτερο χρόνο της ζωής μας όλοι περνάμε μια ομοφυλοφιλική φάση. Επίσης, κάποια ομοφυλοφιλικά στοιχεία τα έχουμε όλοι μέσα μας λόγω ορμονών από τα δύο φύλα, αλλά και επειδή αγαπούσαμε εξίσου τη μητέρα και τον πατέρα μας. Σταδιακά, τα φυσιολογικά ομοφυλοφιλικά αισθήματα τα απωθούμε και ξαναζωντανεύουν στην ηλικία των 12-14 ετών. Τότε σχεδόν όλα τα παιδιά είναι για μια περίοδο ομοφυλοφιλικά. Και στον στρατό αναπτύσσονται αντίστοιχα αισθήματα. Αν εμάς τους δυο μάς αφήσουν σε ένα νησί μόνους μας, είναι σίγουρο ότι θα ξυπνήσει το σεξουαλικό μας ένστικτο, το οποίο θα θέλει εκτόνωση. Υπάρχει και ομοφυλοφιλία που μπορεί να είναι εν μέρει γονιδιακή και, φυσικά, υπάρχουν κι άλλες μορφές, που μπορεί να δημιουργηθούν μέσα στην οικογένεια».
Μέσα από μία εμπειρία του αναφέρθηκε και στο πόσο σημαντικό είναι να γίνεται στα σχολεία το μάθημα της σεξουαλικής αγωγής: «Μια φορά, μεσημέρι ήταν, είχα ακούσει τη μητέρα μου να κάνει έρωτα με τον πατέρα μου. Φώναζε, δεν μπορούσα όμως να αντιληφθώ τι είχε συμβεί. Η μητέρα μου αργότερα βγήκε από το δωμάτιο με απίστευτη ευδιαθεσία. Κι εγώ την πέρασα για πόρνη. Δεν της μιλούσα για τρεις μήνες. Όταν το συζήτησα με τους συμμαθητές μου, μου είπαν ότι κι εκείνοι τα ίδια άκουγαν. Έτσι, τότε, τις θεωρήσαμε όλες πόρνες. Άλλες εποχές, χωρίς Διαδίκτυο ή τηλεόραση. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό το μάθημα της σεξουαλικής αγωγής στα σχολεία».
Για την ελληνική οικογένεια: «Τα προβλήματα της «αγίας ελληνικής οικογένειας» ξεκινούν από την υποβάθμιση της γυναίκας. Παλιότερα οι άνδρες την έδερναν, την υποτιμούσαν ή την απατούσαν. Ήταν υποτακτική και δεν είχε ανεξαρτησία. Έτσι, η μητέρα γινόταν προβληματική. Γι’ αυτό βλέπουμε πολλούς νέους, ακόμα και σε μεγάλη ηλικία, να μένουν με τη μητέρα τους. Είναι ο προστάτης-γιος. Ο γάμος είναι μία από τις σημαντικότερες αιτίες της χρόνιας κατάθλιψης. Το 80% των ζευγαριών στην Ελλάδα δεν τα πάνε καλά, το 50% χωρίζουν, το 30% δεν χωρίζουν για κοινωνικο-οικονομικούς λόγους, το 20% είναι σε σχετικά καλό επίπεδο και μόνο το 5%-10% είναι πραγματικά ευτυχισμένοι. Επομένως, η πλειονότητα των σχέσεων είναι ψεύτικες και βολεμένες. Δεν βρήκαν ποτέ το ιδανικό».
Σχετικά με το σεξ είπε: «Σήμερα, οι περισσότεροι νέοι που με επισκέπτονται έχουν απορίες για τις σχέσεις τους και το σεξ. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν ενισχύσει τον πανσεξουαλισμό. Στη νεωτερική περίοδο, οι γυναίκες δεν δίνουν στα παιδιά την απόλυτη αγάπη που χρειάζονται γιατί εργάζονται κι αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μένουν με ένα κενό, το οποίο σπεύδουν να το γεμίσουν με σεξ, συνήθως τα κορίτσια, και με επιθετικότητα, συνήθως οι άνδρες, π.χ. στο γήπεδο. Το σεξ είναι βασικό κομμάτι της ζωής. Τα στάδια της ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης ενός παιδιού χωρίζονται στον πρώτο χρόνο της ζωής του, τη στοματική φάση, στον δεύτερο χρόνο της ζωής του, την πρωκτική φάση, στον τρίτο χρόνο της ζωής του, τη φαλλική φάση, και τέλος στο διάστημα από τον τρίτο ως τον έκτο χρόνο της ζωής του, που ονομάζουμε οιδιποδειακή ή γενετησιακή φάση. Άρα, όταν δεν μπορείς να αλλάξεις την κληρονομικότητα, χρειάζεται να δίνεται η απαραίτητη προσοχή στην ανατροφή ενός παιδιού».
Τι τον ενοχλεί στον Νεοέλληνα; «Η έλλειψη πολιτισμού, ο φθόνος, η επιθετικότητα και η αγένεια. Οι μισοί βρίζουν τους άλλους μισούς ως «γερμανοτσολιάδες», «προδότες» ή «ξεπουλημένους». Πάντα είχαμε διχόνοια. Είμαστε λίγο παρανοϊκός λαός, όχι με την έννοια της τρέλας, αλλά με εκείνη της καχυποψίας. Παραδείγματος χάριν, η οδηγική συμπεριφορά μας είναι ενδεικτική των διαθέσεών μας. Ένα νταηλίκι ακατανόητο. Πιστεύω ότι υπάρχουν θαυμάσιοι Έλληνες, αλλά και πολλά καθίκια». Και συνέχισε: «Ευτυχώς, η ψυχανάλυση και η ψυχιατρική δεν είναι ταμπού πλέον. Κάποτε, ναι, ήταν, αλλά σήμερα χιλιάδες άνθρωποι επιλέγουν την ψυχανάλυση. Οι Έλληνες είναι ένα έθνος αμόρφωτων μιας χώρας παραδοσιακής και υπανάπτυκτης. Το σχολείο είναι απαίσιο. Ο τρόπος διδασκαλίας είναι εντελώς ακατάλληλος. Η Ιστορία που μαθαίνουμε είναι ένα συνονθύλευμα από μύθους. Και δεν έχουμε φροντίσει ώστε να εισαχθούν τα «μαθήματα ζωής» στη σχολική εκπαίδευση. Μεγαλώνουν τα παιδιά έχοντας την αντίληψη ότι το σεξ είναι βρόμικο και κάτι κακό. Ότι ο μόνος τρόπος επιτυχίας είναι να παντρευτείς, καθώς και ότι σε διαφορετική περίπτωση είσαι μια πόρνη».
Τέλος μίλησε και για την κρίση: «Κρίση ήταν αυτή που ζήσαμε τη δεκαετία του ’40, όχι όπως την εννοούμε σήμερα. Είναι αστεία η σύγκριση. Τότε δεν μπορούσες να καλύψεις ούτε καν τις πρωταρχικές ανάγκες. Αντιθέτως, τα τελευταία δέκα χρόνια δεν πείνασε κανείς. Ούτε αυτοκτόνησε κανένας λόγω χρεών. Αυτά είναι παραμύθια. Δεν λέω ότι είναι καλό να είσαι φτωχός. Αλλά η ευτυχία δεν εξαρτάται από τα χρήματα. Σύμφωνα με τις στατιστικές έρευνες, ο αριθμός των αυτοκτονιών παρέμεινε στα ίδια επίπεδα. Ωστόσο, αυτό χρησιμοποιήθηκε ως πολιτικό επιχείρημα από τα κόμματα. Η αυτοκτονία είναι ψυχικό πρόβλημα. Οι πιο πολλές, μάλιστα, παρατηρούνται στη Σουηδία, μια κατεξοχήν πλούσια χώρα. Ακολουθούν η Δανία, η Γερμανία, η Ουγγαρία, ενώ η χώρα μας βρίσκεται στην τελευταία θέση. Δεν σας κρύβω ότι έχουν περάσει από το ντιβάνι μου πάρα πολλοί οικονομικά εύρωστοι άνθρωποι, οι οποίοι έπασχαν από βαριά κατάθλιψη. Όμως, κουβαλούσαν θέματα από την παιδική τους ηλικία».