Ενόψει του χειμώνα που έρχεται, νέοι προβληματισμοί εγείρονται αναφορικά με τη διαχείριση της πανδημίας, η οποία είναι ακόμη παρούσα, με χιλιάδες νέα κρούσματα να καταγράφονται καθημερινά και τα επικαιροποιημένα εμβόλια να βρίσκονται σε μια διαρκή μάχη με τις νέες μεταλλάξεις του κορωνοϊού.
Από την αρχή της πανδημίας ήταν προφανές ότι οι ηλικιωμένοι και όσοι πάσχουν από υποκείμενα νοσήματα είχαν περισσότερες πιθανότητες να αρρωστήσουν σοβαρά από την COVID σε σύγκριση με νεότερους και πιο υγιείς ανθρώπους. Παρά τα επιστημονικά βήματα προόδου που έχουν γίνει στον τομέα της αντιμετώπισης του ιού, οι άνθρωποι αυτοί εξακολουθούν να θεωρούνται ευαίσθητοι και να αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο σοβαρής νόσησης από COVID. Σε αυτούς έρχεται να προστεθεί ακόμη μία ομάδα ανθρώπων, σύμφωνα με νέα ερευνητικά δεδομένα: Όσοι έχουν υψηλή αρτηριακή πίεση.
Σε άρθρο τους στoν The Conversation οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Cambridge Holly Pavey, Carmel McEniery και Ian Wilkinson
αναλύουν τα συμπεράσματα μελέτης τους αναφορικά με την συσχέτιση της υπέρτασης με την βαρύτητα της Covid-19.
Η υψηλή αρτηριακή πίεση (υπέρταση) είναι μια από τις πιο συχνές παθήσεις στο γενικό πληθυσμό, ιδιαίτερα σε μεγαλύτερες ηλικίες. Διαπιστώθηκε, επιπλέον, ότι αποτελούσε ένα ιδιαίτερα συχνό χαρακτηριστικό των ασθενών με COVID, ιδιαίτερα εκείνων που νοσηλεύθηκαν ή έφυγαν από τη ζωή. Τα νέα επιστημονικά συμπεράσματα υποστηρίζουν ότι τα άτομα με υψηλή αρτηριακή πίεση διατρέχουν 22% μεγαλύτερο κίνδυνο να νοσηλευτούν ή να χάσουν τη ζωή τους εξαιτίας της λοίμωξης από τον ιό.
Η συσχέτιση της υπέρτασης και της COVID ήταν γνωστή από την αρχή της πανδημίας, ωστόσο δεν είχε καταστεί σαφές εάν η ίδια η υψηλή αρτηριακή πίεση οδηγούσε σε υψηλότερο κίνδυνο νοσηλείας ή θανάτου από τον ιό. Οι ερευνητές συνέλεξαν τα δεδομένα 16.000 συμμετεχόντων από την UK Biobank, μια ερευνητική βάση δεδομένων με γενετικές και υγειονομικές πληροφορίες από μισό εκατομμύριο εθελοντές του Ηνωμένου Βασιλείου. Οι συμμετέχοντες είχαν βρεθεί θετικοί στον κορωνοϊό μεταξύ Μαρτίου 2020 και αρχών του 2021. Χρησιμοποιώντας στατιστικά μοντέλα, οι μελετητές ανέλυσαν την επίδραση της υψηλής αρτηριακής πίεσης στον κίνδυνο σοβαρής COVID-19, προσαρμόζοντας πιθανούς παράγοντες επιρροής, όπως η ηλικία, ο Δείκτης Μάζας Σώματος, η εθνικότητα, η κοινωνικοοικονομική κατάσταση, οι συνήθειες καπνίσματος και η ύπαρξη ή μη διαβήτη.
Οι ερευνητές υποθέτουν ότι η σχέση αρτηριακής πίεσης και σοβαρής νόσησης με κορωνοϊό μπορεί να εξηγείται εν μέρει από τον τρόπο με τον οποίο ο SARS-CoV-2 εισέρχεται στα κύτταρα. Η εισβολή του ιού γίνεται μέσω ενός υποδοχέα που ονομάζεται μετατρεπτικό ένζυμο αγγειοτενσίνης-2 ή ACE2. Το ACE2 αποτελεί βασικό συστατικό του συστήματος ρενίνης – αγγειοτενσίνης, το οποίο είναι κύριος ρυθμιστής της αρτηριακής πίεσης.
Η υπέρταση μπορεί να ελεγχθεί αρχικά με παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής, ωστόσο αν αυτό δεν λειτουργήσει, ενδεχομένως θα χρειαστεί φαρμακευτική αγωγή. Η έρευνα κατέδειξε, επιπλέον, ότι ο τύπος του φαρμάκου δεν φάνηκε να τροποποιεί τον κίνδυνο σοβαρής COVID. Ένα ενδιαφέρον εύρημα της μελέτης είναι ότι όσοι τα άτομα με ανεπαρκώς ελεγχόμενη αρτηριακή πίεση αντιμετώπιζαν σχεδόν διπλάσιο κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά από τον κορωνοϊό συγκριτικά με εκείνους που είχαν ελεγχόμενη υπέρταση.
Σημειώνεται ότι η υπέρταση αποτελεί τον κύριο παράγοντα κινδύνου για θάνατο από οποιαδήποτε αιτία παγκοσμίως και τώρα αποδεικνύεται ότι αποτελεί απειλή για σοβαρή νόσηση από τον κορωνοϊό, υπογραμμίζοντας εκ νέου την ανάγκη ρύθμισης της αρτηριακής πίεσης.
Διαβάστε ακόμη:
Υπέρταση: Μήπως έχετε και δεν το ξέρετε; Η απάντηση κρύβεται στις μετρήσεις
Αρτηριακή πίεση: Σε ποιο χέρι τη μετράτε; Τι πρέπει να προσέξετε