Πολλοί από τους ανθρώπους που μολύνονται από τον κορωνοϊό εξακολουθούν να βιώνουν ορισμένα από τα συμπτώματά του ακόμη και μήνες αφότου αναρρώσουν από τη νόσο. Το φαινόμενο αυτό, που βρίσκεται τον τελευταίο καιρό στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των ερευνητών, έχει γίνει γνωστό ως long Covid. Τα συχνότερα συμπτώματα που αντιμετωπίζουν όσοι έχουν long Covid είναι η εγκεφαλική σύγχυση, η κόπωση, αλλά και προβλήματα στο νευρικό σύστημα.
Στην προσπάθεια να εξηγήσουν το φαινόμενο της long covid, να κατανοήσουν γιατί συμβαίνει και ποιοι ασθενείς έχουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες να έρθουν αντιμέτωποι με αυτό, μια ομάδα ερευνητών από το Πανεπιστήμιο Yale ανακάλυψαν έναν παράξενο συσχετισμό: Οι άνθρωποι που παρουσίαζαν συμπτώματα τα οποία παραπέμπουν σε long covid έτειναν να παράγουν περίπου τη μισή ποσότητα κορτιζόλης σε σύγκριση με τους υγιείς συνομηλίκους τους. Τα ευρήματά τους δημοσιεύθηκαν στο διαδίκτυο και εκκρεμεί η αξιολόγησή τους.
Η κορτιζόλη, γνωστή και ως «ορμόνη του στρες» ίσως είναι ο παράγοντας – κλειδί για το φαινόμενο της long Covid, ισχυρίζονται τώρα οι επιστήμονες. Πρόκειται για την κύρια ορμόνη του στρες στον οργανισμό, που παράγεται στα επινεφρίδια. Μόλις η κορτιζόλη κατακλύσει την κυκλοφορία του αίματος, τα επίπεδα της εγρήγορσης αυξάνονται κατακόρυφα – με άλλα λόγια βρισκόμαστε σε κατάσταση υπερδιέγερσης, του γνωστού «στρες».
Η εμφάνιση της μετάλλαξης Omicron το περασμένο έτος προκάλεσε μαζική έλλειψη στοιχείων αναφορικά με τα κρούσματα κορωνοϊού, γι’ αυτό και είναι σχεδόν αδύνατο να υπολογιστούν οι πιθανότητες που έχει ένας ασθενής να αναπτύξει συμπτώματα μακράς διαρκείας μετά την μόλυνση από Covid. Η εν λόγω έρευνα δεν κατέληξε στον ακριβή συσχετισμό μεταξύ της κορτιζόλης και της long Covid, ωστόσο τα νέα ευρήματα θα μπορούσαν να ανοίξουν τον δρόμο για την ανάπτυξη μιας νέας θεωρίας αναφορικά με το τι προκαλεί αυτή τη μυστηριώδη ασθένεια.
Οι ερευνητές συγκέντρωσαν δεδομένα από 215 άτομα, εκ των οποίων οι 99 αντιμετώπιζαν long Covid, οι 40 δεν είχαν καταγραφεί ποτέ ως κρούσματα μόλυνσης από τον ιό, ενώ οι υπόλοιποι 76 ανάρρωσαν από τη νόσο χωρίς μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Από κάθε συμμετέχοντα συλλέχθηκε αίμα, με σκοπό να μετρηθούν τα επίπεδα της κορτιζόλης στον οργανισμό.
Σημειώνεται ότι, σε προηγούμενες έρευνες, τα χαμηλά επίπεδα κορτιζόλης έχουν συσχετιστεί με το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης και άλλες παρόμοιες παθήσεις. Η κόπωση είναι επίσης ένα από τα πιο αξιοσημείωτα συμπτώματα της long Covid.
Η ερευνητική ομάδα του Yale σημείωσε, επιπλέον, ότι σε ορισμένους ασθενείς με long Covid εφαρμόστηκε θεραπεία με ενίσχυση των επιπέδων κορτιζόλης στο αίμα, η οποία έδειξε να αποδίδει καρπούς, καθώς η κατάσταση των ασθενών σημείωσε βελτίωση.
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι αυτή είναι μόνο η αρχή της σχετικής έρευνας. Τώρα που τα επίπεδα κορτιζόλης στον οργανισμό συνδέθηκαν με την long Covid και το πώς να την αντιμετωπίσουμε, το επόμενο βήμα είναι η ανακάλυψη του μηχανισμού που κάνει την συγκεκριμένη ορμόνη να δημιουργεί πρόβλημα και, στη συνέχεια, η εύρεση σχετικών θεραπειών.
Διαβάστε ακόμη:
Long Covid: 5 παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο
Long Covid: Ένας στους 8 ασθενείς εμφανίζει το σύνδρομο
Τριχόπτωση και απώλεια λίμπιντο: Δυο ακόμη συμπτώματα της Long Covid