Έναν νέο ισχυρό δείκτη διάγνωσης της κατάθλιψης «βλέπουν» στο ανοσοποιητικό σύστημα ερευνητές από το Institute of Psychiatry, Psychology & Neuroscience (IoPPN) στο King’s College του Λονδίνου, σύμφωνα με τους οποίους ο συσχετισμός μεταξύ της ψυχικής διαταραχής και της ανοσολογικής απόκρισης είναι πιο υψηλός απ’ όσο πιστευόταν έως τώρα. Τα νέα ευρήματα δημοσιεύονται στο Translational Psychiatry.
Προγενέστερες έρευνες είχαν υποστηρίξει ότι πολλοί καταθλιπτικοί ασθενείς παρουσιάζουν μια ενεργοποιημένη ανοσοαπόκριση. Ωστόσο, εστίαζαν κυρίως στην αξιολόγηση των επιπέδων της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης, μιας εκ των πρωτεϊνών που σχετίζονται με τη φλεγμονή. Τα επίπεδα αυτής της πρωτεΐνης, ωστόσο, δεν αποτυπώνουν πλήρως την εικόνα της ανοσολογικής απόκρισης. Η νέα μελέτη ήρθε να καλύψει αυτό το ερευνητικό κενό, διερευνώντας ευρύτερα στοιχεία του ανοσοποιητικού, που δεν καταγράφονται από τα επίπεδα C-αντιδρώσας πρωτεΐνης.
Οι ερευνητές αξιολόγησαν 168 συμμετέχοντες της μελέτης Biomarkers in Depression Study (BIODEP), εκ των οποίων οι 128 είχαν διαγνωστεί με κατάθλιψη. Χώρισαν τους συμμετέχοντες σε τρεις υποομάδες ανάλογα με τα επίπεδα C-αντιδρώσας πρωτεΐνης που καταγράφονταν στο αίμα τους.
Οι ερευνητές ανέλυσαν την έκφραση 16 γονιδίων που εμπλέκονται στην ανοσολογική απόκριση και επηρεάζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι συμμετέχοντες με διαγνωσμένη κατάθλιψη παρουσίαζαν αυξημένη έκφραση αυτών των γονιδίων, συγκριτικά με εκείνους που δεν είχαν κατάθλιψη.
Σε δεύτερο στάδιο, οι μελετητές συνέκριναν την έκφραση αυτών των 16 γονιδίων μεταξύ των καταθλιπτικών ασθενών με αυξημένα και μη αυξημένα επίπεδα C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP), παρατηρώντας ότι δεν υπήρχαν αξιοσημείωτες διαφορές. Το εύρημα αυτό υποδηλώνει ότι αυτή η γονιδιακή έκφραση ήταν ανεξάρτητη από τα επίπεδα της πρωτεΐνης και δυνητικά υποκείμενη σε διαφορετικό μηχανισμό.
Οι ερευνητές διεξήγαγαν, στη συνέχεια, μια δευτερεύουσα ανάλυση στους συμμετέχοντες, των οποίων τα επίπεδα της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης ήταν μικρότερα της μίας μονάδας, διαπιστώνοντας ότι και ακόμη κι αυτοί οι ασθενείς εξακολουθούσαν να καταγράφουν σημαντικά υψηλότερη έκφραση των γονιδίων του ανοσοποιητικού συστήματος συγκριτικά με όσους δεν έπασχαν από κατάθλιψη.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα, η Carmine Pariante, Καθηγήτρια Βιολογικής Ψυχιατρικής στο King’s IoPPN και επικεφαλής συντάκτρια της μελέτης είπε: «Η μελέτη μας έδειξε ότι υπάρχει μια ανοσολογική απόκριση στα γονίδια των ατόμων με κατάθλιψη ανεξάρτητη από τα επίπεδα της πρωτεΐνης. Αυτό σημαίνει ότι ενεργοποιημένο είναι το ανοσοποιητικό σύστημα πολύ περισσότερων ασθενών με κατάθλιψη από αυτούς που αρχικά πιστεύαμε. Αυτά τα σημαντικά ευρήματα θα μας επιτρέψουν να εντοπίσουμε τις μοριακές οδούς που εμπλέκονται στην κατάθλιψη και τους διαφορετικούς τύπους ανοσολογικών αποκρίσεων που θα μπορούσαν να ανοίξουν το δρόμο για πιο εξατομικευμένες προσεγγίσεις στη θεραπεία».
Ο δρ. Luca Sforzini, πρώτος συγγραφέας της μελέτης από το King’s IoPPN είπε: «Αυτά τα στοιχεία ενισχύουν τις γνώσεις μας σχετικά με την κατάθλιψη, εξέλιξη πολύ σημαντική, καθώς οι καταθλιπτικοί ασθενείς με ανοσολογικές αλλοιώσεις είναι λιγότερο πιθανό να ανταποκριθούν σε τυπικά αντικαταθλιπτικά φάρμακα. Ευελπιστώ ότι αυτά τα ευρήματα θα βοηθήσουν στον αποτελεσματικότερο εντοπισμό ατόμων με κατάθλιψη με βάση τα ανοσοβιολογικά τους προφίλ και τη δημιουργία πιο στοχευμένων παρεμβάσεων».
Διαβάστε ακόμη:
Κατάθλιψη και άγχος: Η ευχάριστη συνήθεια που αποτρέπει τον κίνδυνο εμφάνισής τους
Τα υπέρ-επικίνδυνα τρόφιμα που εκτοξεύουν τον κίνδυνο κατάθλιψης
Ψυχοθεραπεία: Πότε μπορεί να σώσει την καρδιά των 45αρηδων