Το πένθος δεν αποτελεί μόνο μία προσωπική εμπειρία αλλά μπορεί να επηρεάσει ολόκληρες κοινότητες. Αυτό συμβαίνει σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών, πολύνεκρων δυστυχημάτων και άλλων συμβάντων που έχουν ως συνέπεια την απώλεια πολλών ανθρώπινων ζωών. Τέτοια περιστατικά δημιουργούν δυσάρεστα συναισθήματα που εκφεύγουν του ατομικού-προσωπικού επιπέδου, ανάγονται σε επίπεδο κοινωνίας και επηρεάζουν την τελευταία, προκαλώντας συλλογικά ψυχικά τραύματα. Αν και το ψυχικό τραύμα είναι συνήθως ατομικό, το συλλογικό τραύμα έχει την ικανότητα να επηρεάσει τις σχέσεις και τη δομή της κοινωνίας, διαμορφώνοντας νέες δυναμικές. Τα μέλη της κοινωνίας που έχουν βιώσει το συλλογικό τραύμα, έχουν κοινές αντιδράσεις, όπως φόβο, θυμό, κατάθλιψη, αίσθηση απώλειας και ανασφάλεια.

Σε αυτές τις περιπτώσεις, το πένθος δεν βιώνεται μόνο σε ατομικό επίπεδο και δεν περιορίζεται στις αντιδράσεις του κάθε προσώπου, αλλά επεκτείνεται στο κοινωνικό σύνολο. Τότε γίνεται λόγος για το συλλογικό πένθος. Η ψυχολόγος Elisabeth Kübler-Ross (1926-2004) είχε περιγράψει τα στάδια του πένθους ως εξής: άρνηση, θυμός, διαπραγμάτευση, κατάθλιψη και αποδοχή. Η εμπειρία του συλλογικού πένθους είναι περισσότερο περίπλοκη, εφόσον οι άνθρωποι δεν έχουν να αντιμετωπίσουν μόνο το πένθος που σχετίζεται με τη δική τους απώλεια, αλλά και το πένθος των άλλων. Στην περίπτωση αυτή μάλιστα, το πένθος επεκτείνεται και σε πρόσωπα που δεν έχουν χάσει κάποιον δικό τους άνθρωπο, αλλά απλώς παρατηρώντας άλλους πενθούντες.

Το συλλογικό πένθος ενεργοποιεί, αφενός, μια συλλογική ενσυναίσθηση, αφετέρου, την ανάγκη για υποστήριξη και αλληλεγγύη. Η εικόνα του γονέα που έχασε το παιδί του ή του ανθρώπου που η ζωή του άλλαξε δραματικά σε ελάχιστο χρόνο, ενεργοποιεί μια συλλογική ενσυναίσθηση, η οποία μας δίνει τη δυνατότητα να μπούμε στη θέση του ανθρώπου που πενθεί. Και αυτό, όχι μόνο κατανοώντας τα δυσάρεστα συναισθήματα του συγκεκριμένου ανθρώπου, αλλά και αναγνωρίζοντας, κατανοώντας και βιώνοντας την ίδια την εμπειρία της απώλειας και του πένθους.

Η ενσυναίσθηση δεν περιορίζεται μόνο στην κατανόηση του πένθους, του πόνου και της απώλειας, αλλά ενεργοποιεί την ανάγκη για αλληλεγγύη, υποστήριξη και ανάληψη δράσης. Στο συλλογικό πένθος κατανοούμε ότι ο πόνος του άλλου ανθρώπου είναι και δικός μας πόνος και έτσι παρακινούμαστε για αλληλοβοήθεια και αλληλοϋποστήριξη, καταφέρνοντας όχι μόνο να επιβιώνουμε, αλλά και να θεραπευόμαστε. Αν και η διαδικασία της θεραπείας απαιτεί χρόνο, εφόσον τα μέλη της κοινότητας πρέπει να αναζητήσουν τρόπους και μέσα για να επεξεργαστούν το πένθος τους και να το μοιραστούν με τους άλλους, κάθε μέλος της κοινωνίας αισθάνεται ότι ανήκει σε ένα σύνολο που μοιράζεται την ίδια λύπη και την ίδια ελπίδα για το μέλλον.

Διαβάστε επίσης

Πένθος: Πώς να το διαχειριστούμε

Ο θλιβερός παράγοντας που επιταχύνει τη γήρανση

Αυτό είναι το πιο επικίνδυνο συναίσθημα – Βλάπτει περισσότερο από τη θλίψη