Το Διαδίκτυο έχει αλλάξει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες και εδώ και αρκετά χρόνια έχει επηρεάσει καθοριστικά τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούν και ανταλλάσσουν πληροφορίες σε πολλούς τομείς της ζωής τους, ακόμα και σε θέματα υγείας. Οι ασθενείς γίνονται ολοένα και πιο ενεργοί στο διαδίκτυο και τα τελευταία χρόνια, ειδικά με την εμφάνιση των smartphones και άλλων κινητών συσκευών, έχει αυξηθεί τόσο η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όσο και ο αριθμός των ψηφιακών εφαρμογών για την αντιμετώπιση διαφορετικών πτυχών πρόληψης και διαχείρισης των ασθενειών, δίνοντας στους καταναλωτές ένα μεγάλο εύρος επιλογών για προσωπική ενδυνάμωση και αυτοδιαχείριση της υγείας τους.
Χαρακτηριστικό αυτής, της μη αναστρέψιμης πλέον τάσης, είναι ότι στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, το πρώτο τρίμηνο του 2021 το 79,1% των ατόμων ηλικίας από 16 έως 74 ετών χρησιμοποίησαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενώ ποσοστό 74,6% αναζήτησε πληροφορίες υγείας στο διαδίκτυο σημειώνοντας αύξηση κατά 12% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο της προηγούμενης χρονιάς. Επιπλέον παγκοσμίως υπάρχουν περισσότερες από 325.000 εφαρμογές υγείας διαθέσιμες στα ψηφιακά καταστήματα εφαρμογών (app stores), ενώ οι 90.000 νέες ψηφιακές εφαρμογές προστέθηκαν το 2020, αύξηση που πιθανόν οφείλεται στην πανδημία Covid-19, η οποία κατά γενική ομολογία επιτάχυνε την ψηφιακή σύγκλιση.
Ψηφιακές Εφαρμογές
Οι ψηφιακές εφαρμογές υγείας παρέχουν μια σειρά από διευκολύνσεις στους ασθενείς που κυμαίνονται από απλές υπενθυμίσεις και ημερολόγια, έως πολύπλοκες ιατρικές συσκευές που παρακολουθούν την υγεία και ρυθμίζουν τη δοσολογία των φαρμάκων και είναι προσβάσιμες ανά πάσα στιγμή, επιτρέποντας στους χρήστες να διαχειρίζονται χρόνιες ασθένειες όπως ο διαβήτης, να κάνουν αυτοδιάγνωση ή να υποστηρίζουν αλλαγές στον τρόπο ζωής τους, όπως η απώλεια βάρους και η διακοπή του καπνίσματος.
Παρότι η έρευνα για την αξιολόγηση αυτών των εφαρμογών βρίσκεται σε αρχικό στάδιο και δεν υπάρχουν ακόμα πολλές ξεκάθαρες ενδείξεις, από τα αποτελέσματα μιας μετα-ανάλυσης που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο του 2021 στο περιοδικό JMIR mHealth and uHealth και περιλάμβανε 172 μελέτες που δημοσιεύθηκαν παγκοσμίως καταγράφεται ότι οι εφαρμογές αυτές έχουν θετική, αλλά μικρή επίδραση στη βελτίωση της υγείας και μπορεί να έχουν κάποια επίδραση στην αλλαγή της συμπεριφοράς για την προαγωγή της υγείας και τη διαχείριση των ασθενειών ίσως επειδή παραδοσιακά οι παρεμβάσεις αλλαγής συμπεριφοράς είναι χρονοβόρες, απαιτούν πόρους και είναι δύσκολο να κλιμακωθούν ακόμα και στο σύγχρονο τεχνολογικό περιβάλλον που επιτρέπει γρήγορη και άμεση πρόσβαση.
Μέσα κοινωνικής δικτύωσης
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν γίνει αποδεκτά και χρησιμοποιούνται ευρέως από τους ασθενείς με στόχο την αναζήτηση και αύξηση της πληροφόρησης για μια ασθένεια, την ανταλλαγή συμβουλών και κοινών εμπειριών, την ενίσχυση της αυτοφροντίδας και της αυτοδιαχείρισης της νόσου, αλλά και την ανεύρεση κοινωνικής και συναισθηματικής υποστήριξης. Οι ασθενείς δεν αναζητούν μόνο πληροφορίες, αλλά πολλές φορές τις παρέχουν και οι ίδιοι αφού μοιράζονται τις γνώσεις τους, τις εμπειρίες τους από την ασθένεια, τα συμπτώματα τους, τις θεραπείες, καθώς επίσης σχολιάζουν και αξιολογούν προϊόντα υγείας, φάρμακα, γιατρούς, κλινικές και νοσοκομεία. Η σύνδεση και με άλλους χρήστες, που πιθανώς πάσχουν από την ίδια ή παρόμοια ασθένεια, μπορεί να προσφέρει εξηγήσεις, προσωπικές εμπειρίες του να ζει κανείς με την ασθένεια και τρόπους που την αντιμετωπίζει στην καθημερινότητα του και μπορεί να είναι συμπληρωματική στην ιατρική επίσκεψη βελτιώνοντας την αυτοδιαχείρισής μιας χρόνιας ασθένειας η οποία οδηγεί σε περιορισμό των επιπλοκών, μείωση της συχνότητας για νοσηλεία και του κόστους της υγειονομικής περίθαλψης.
Ωστόσο, η χρήση τόσο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όσο και ψηφιακών εφαρμογών υγείας από ασθενείς για θέματα υγείας δεν είναι απελευθερωμένη από κινδύνους.
Από την άλλη πλευρά, ενώ οι ψηφιακές εφαρμογές υγείας έχουν τη δυνατότητα να ωφελήσουν τους καταναλωτές προσφέροντας διαδραστικά εργαλεία που βοηθούν στην τήρηση της θεραπείας και βελτιώνουν την πρόσβαση στις πληροφορίες, μπορεί επίσης να θέτουν κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία των καταναλωτών εάν είναι ανακριβείς και αναξιόπιστες. Πολλές εφαρμογές περιέχουν εσφαλμένες πληροφορίες, δεν αναπτύχθηκαν σε συνεργασία με ειδικούς, ή παρέχουν ελλιπείς ή γενικές οδηγίες με αποτέλεσμα οι ασθενείς να μη γνωρίζουν τι ακριβώς θα πρέπει να κάνουν. Επιπλέον υπάρχει πάντα ο σοβαρός κίνδυνος υποκλοπής ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων που μπορεί να χρησιμοποιηθούν για πολλούς λόγους συμπεριλαμβανομένης της εξατομικευμένης διαφήμισης προϊόντων και καταναλωτών.
Συμπερασματικά τόσο η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όσο και των ψηφιακών εφαρμογών υγείας έχουν συνολικά θετική επίδραση για τους ασθενείς με χρόνιες παθήσεις, καθώς δύνανται να τους ωφελήσουν στην αυτοδιαχείριση της υγείας τους στην καλύτερη επικοινωνία με το γιατρό τους, στην συναισθηματική και κοινωνική υποστήριξη με ασθενείς με παρόμοια νοσήματα, ωστόσο οι γιατροί θα πρέπει να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στη σύσταση και στην επίβλεψη της χρήσης των νέων ψηφιακών εργαλείων με ιδιαίτερες προσεγγίσεις στους ψηφιακά αναλφάβητους ασθενείς. Τέλος οι ασθενείς θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί όχι μόνο ως προς το περιεχόμενο, αλλά και ως προς την πρόσβαση και τα δικαιώματα επεξεργασίας, ασφάλειας και απορρήτου των ευαίσθητων προσωπικών τους δεδομένων.