Το προηγούμενο διάστημα, το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων(CDC) των ΗΠΑ απηύθυνε σύσταση για μία επαναληπτική δόση του εμβολίου κατά της COVID-19 κάθε χρόνο σε κάθε άτομο ηλικίας άνω των 6 μηνών. Για να καταλάβουμε το «γιατί», πρέπει να κάνουμε μία αναδρομή σε όσα έχουν μεσολαβήσει από το ξέσπασμα της πανδημίας έως σήμερα.
Από το 2020, ήταν διαθέσιμα δύο mRNA εμβόλια κατά της COVID-19. Χορηγούμενα σε 2 δόσεις, αμφότερα τα εμβόλια αποδείχθηκαν περισσότερο από 90% αποτελεσματικά στην πρόληψη σοβαρής νόσησης. Ένα χρόνο αργότερα, το CDC διαπίστωσε ότι δύο δόσεις αυτών των εμβολίων παρέμεναν εξαιρετικά αποτελεσματικές στην πρόληψη σοβαρής νόσησης. Ο στόχος των συγκεκριμένων εμβολίων ήταν να κρατήσουν τους ανθρώπους (και αυτούς που νοσούσαν) εκτός νοσοκομείων και εκτός μονάδων εντατικής θεραπείας, και να αποτρέψουν τον θάνατο. Έως το τέλος του 2021, τα εμβόλια mRNA έκαναν ακριβώς αυτό.
Τότε, όμως, εμφανίστηκε η παραλλαγή Όμικρον. Η συγκεκριμένη παραλλαγή ήταν διαφορετική από ό,τι γνωρίζαμε έως τότε. Σε αντίθεση με τις παραλλαγές που κυκλοφορούσαν το 2021 (δηλαδή την Άλφα και τη Δέλτα), η Όμικρον διέφευγε την ανοσία. Πολλοί άνθρωποι που είχαν προηγουμένως εμβολιαστεί έκαναν ήπιες λοιμώξεις, ωστόσο κάποιοι ασθενούσαν σοβαρά. Υπό αυτό το πρίσμα, το CDC πραγματοποίησε μια σειρά μελετών στις αρχές του 2022 για να καθορίσει το εάν οι αναμνηστικές δόσεις εμβολίων mRNA προστατεύουν από σοβαρή ασθένεια που προκαλείται από την Όμικρον. Οι μελέτες αυτές διαπίστωσαν ότι μία τρίτη και–σε μικρότερο βαθμό–στη συνέχεια μία τέταρτη δόση μείωναν τις νοσηλείες, όμως δεν ωφελήθηκαν όλοι. Εκείνοι που ήταν πιο πιθανό να ωφεληθούν ήταν ηλικιωμένοι, ανοσοκατασταλμένοι, έγκυες ή άτομα που είχαν πολλαπλά προβλήματα υγείας, όπως διαβήτη ή χρόνια πνευμονική, ηπατική, νεφρική ή καρδιακή νόσο.
H σύσταση του CDC για μία επαναληπτική δόση του εμβολίου κάθε χρόνο βασίζεται στο γεγονός ότι ο SARS-CoV-2 συνεχίζει να εξελίσσεται και θα πρέπει να προσφέρουμε ένα ετήσιο εμβόλιο COVID με τρόπο ανάλογο με το εμβόλιο της γρίπης. Ο SARS-CoV-2, ωστόσο, δεν είναι γρίπη. Για την γρίπη, κάθε χρόνο οι επιστήμονες επιλέγουν στελέχη για να τα συμπεριλάβουν στο ετήσιο εμβόλιο. Εάν οι εκτιμήσεις είναι λάθος–κάτι που έχει συμβεί τρεις φορές τα τελευταία 20 χρόνια– η αποτελεσματική προστασία έναντι σοβαρής νόσησης μπορεί να πέσει κάτω από το 20%. Με άλλα λόγια: επιλέξτε λάθος εμβόλιο γρίπης και έχετε πρόβλημα. Αυτό δεν ισχύει για τον SARS-CoV-2.
Οι υγιείς νέοι που έχουν εμβολιαστεί κατά του SARS-CoV-2 με το αρχικό εμβόλιο παραμένουν προστατευμένοι έναντι σοβαρής νόσησης επειδή τα μέρη αυτών των νέων παραλλαγών που αναγνωρίζονται από τα Τ κύτταρα παρέμειναν σχετικά αμετάβλητα. Τα Τ κύτταρα, τα οποία είναι μακρόβια και σκοτώνουν κύτταρα που έχουν προσβληθεί από ιούς, είναι κρίσιμα για την προστασία από σοβαρή COVID. Παρομοιάζοντας τον SARS-CoV-2 με τη γρίπη, δημιουργήσαμε την εσφαλμένη αντίληψη ότι οι υγιείς νέοι που έχουν ήδη εμβολιαστεί ή/και έχουν μολυνθεί φυσικά, θα προστατεύονται από σοβαρή νόσηση μόνο εάν λάβουν το επικαιροποιημένο εμβόλιο.
Ενώ οι ΗΠΑ προτείνουν ετήσιες αναμνηστικές δόσεις για όλα τα άτομα άνω των 6 μηνών, αξιωματούχοι του τομέα της Υγείας σε Ηνωμένο Βασίλειο, Σουηδία, Γερμανία, Νορβηγία, Φινλανδία αλλά και στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), προτείνουν αναμνηστική δόση μόνο για όσους διατρέχουν υψηλό κίνδυνο. Όσον αφορά τον εμβολιασμό υγιών νέων, ο ΠΟΥ δήλωσε: «Αν και οι πρόσθετες αναμνηστικές δόσεις είναι ασφαλείς για αυτήν την ομάδα, δεν τις προτείνουμε συνήθως, δεδομένων των συγκριτικά χαμηλών ωφελειών από άποψη δημόσιας υγείας».
Οι περισσότεροι άνθρωποι στην Ελλάδα έχουν πλέον και εμβολιαστεί ή/και μολυνθεί φυσικά. Αυτή η «υβριδική ανοσία» πιθανότατα προκαλεί ευρεία, μακρόβια προστασία έναντι σοβαρής νόσησης. Σε αυτό το σημείο της πανδημίας, είναι δύσκολο να υποστηριχθεί ο εμβολιασμός όλων. Ας επικεντρωθούμε σε εκείνους που είναι πιο πιθανό να ωφεληθούν. Διαφορετικά, διατρέχουμε τον κίνδυνο περαιτέρω σύγχυσης και εκνευρισμού του κοινού.