Η αρτηριακή υπέρταση είναι ο σημαντικότερος ίσως παράγοντας καρδιαγγειακού κινδύνου τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες. Είναι η αυξημένη πίεση του αίματος στο εσωτερικό των μεγάλων αρτηριών του σώματος. Η αρτηριακή πίεση καταγράφεται με δύο αριθμούς, π.χ. 150/90 και μετριέται σε χιλιοστά στήλης υδραργύρου (mmHg). Ο μεγαλύτερος αριθμός αποτελεί τη συστολική πίεση και ο μικρότερος καταγράφει τη διαστολική πίεση, γνωστή ως «μικρή πίεση».
Αλλαγές με τα χρόνια
Φυσιολογικά, η συστολική πίεση αυξάνει με την ηλικία, ενώ η διαστολική αυξάνει έως τα 50-55 έτη και μετά παρουσιάζει μια πτωτική πορεία, κυρίως λόγω της σκλήρυνσης των μεγάλων αγγείων. Η πιθανότητα εμφάνισης αρτηριακής υπέρτασης αυξάνει με την ηλικία. Συνήθως εμφανίζεται μετά την ηλικία των 30 ετών, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σπάνια και σε παιδιά, ενώ στους ηλικιωμένους άνω των 65 ετών o επιπολασμός της υπέρτασης ξεπερνάει το 60%. Στο 95% των περιπτώσεων η αρτηριακή υπέρταση οφείλεται σε ιδιοπαθή αίτια (κληρονομικά αίτια, παχυσαρκία, μακροχρόνια αυξημένη πρόσληψη αλατιού, καθιστική ζωή κ.λπ.). Στο 5% των περιπτώσεων είναι δευτεροπαθής, καθώς οφείλεται σε κάποιο άλλο νόσημα (στένωση νεφρικών αρτηριών, νεφροπάθεια, νοσήματα των επινεφριδίων κ.ά.), το οποίο, αν αντιμετωπιστεί επιτυχώς, οδηγεί συνήθως σε υποστροφή της υπέρτασης.
Η υπέρταση αποτελεί βασικό παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου. Η έγκαιρη διάγνωση και η αντιμετώπισή της είναι τα βασικά κλειδιά για την υποστροφή αυτού του κινδύνου.
Κατάλληλο πιεσόμετρο
Η αρτηριακή υπέρταση είναι στις περισσότερες των περιπτώσεων μια ασυμπτωματική κατάσταση. Η διάγνωση μπορεί να γίνει μόνο με τη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης με κατάλληλο πιεσόμετρο. Συστήνεται η χρήση πιστοποιημένων αυτόματων ηλεκτρονικών πιεσομέτρων βραχίονα (www.stridebp.org/bp-monitors) με κατάλληλο μέγεθος περιχειρίδας, ανάλογα με το μέγεθος του βραχίονα. Η χρήση μηχανικών πιεσομέτρων, καθώς και πιεσομέτρων καρπού θα πρέπει να αποφεύγεται.
Σωστός τρόπος μέτρησης
Καθώς η αρτηριακή πίεση είναι μια συνεχής μεταβλητή και κάθε καρδιακός σφυγμός έχει διαφορετική πίεση, θα πρέπει για τη σωστή μέτρησή της να τηρούνται κάποιες σταθερές συνθήκες. Θα πρέπει να αποφεύγεται το κάπνισμα τα τελευταία 30 λεπτά, η λήψη καφέ ή αλκοόλ, καθώς και η έντονη άσκηση την τελευταία ώρα. Η μέτρηση γίνεται σε καθιστή θέση με ακουμπισμένο χαλαρά το χέρι σε ένα τραπέζι στο ύψος της καρδιάς. Η πλάτη πρέπει να στηρίζεται στο κάθισμα και τα δύο πόδια στο πάτωμα. Η μέτρηση γίνεται μετά από 5 λεπτά ηρεμίας και επαναλαμβάνεται τρεις φορές με 1 λεπτό μεσοδιάστημα μεταξύ των μετρήσεων, ενώ χρησιμοποιείται ο μέσος όρος των τριών μετρήσεων.
Στην πρώτη επίσκεψη στο ιατρείο πρέπει να γίνεται μέτρηση και στα δύο χέρια για την ανάδειξη πιθανής διαφοράς. Στην περίπτωση που η αρτηριακή πίεση είναι μεγαλύτερη σε ένα από τα δύο χέρια, αυτό το χέρι θα πρέπει να χρησιμοποιείται για τις επόμενες μετρήσεις.
Η υπέρταση είναι ασυμπτωματική κατάσταση, επομένως συνιστάται σε όλους περιοδικός έλεγχος της πίεσης ανά 1-5 έτη για την έγκαιρη διάγνωση.
Πότε έχουμε υπέρταση
Αυξημένη θεωρείται η πίεση όταν είναι ≥140 mmHg η συστολική ή/και ≥90 mmHg η διαστολική. Ωστόσο, για τη διάγνωση της αρτηριακής υπέρτασης δεν αρκεί μια μεμονωμένη μέτρηση αυξημένων πιέσεων στο ιατρείο, αλλά χρειάζονται επαναληπτικές μετρήσεις.
Τα τελευταία χρόνια έχει αναδειχθεί ο σημαντικός ρόλος των μετρήσεων εκτός ιατρείου. Αυτές περιλαμβάνουν την 24ωρη περιπατητική καταγραφή της πίεσης (holter πίεσης), όπου χρησιμοποιείται ειδική συσκευή που τοποθετείται και μετράει την αρτηριακή πίεση σε τακτά διαστήματα (περίπου ανά 20 λεπτά) τόσο την ημέρα όσο και τη νύχτα, καθώς και τη μέτρηση της πίεσης στο σπίτι. Για την εκτίμηση της 24ωρης περιπατητικής καταγραφής αξιολογείται ο μέσος όρος των μετρήσεων (παθολογικές τιμές ≥130/80 mmHg), ενώ για τις μετρήσεις στο σπίτι ο μέσος όρος της τελευταίας εβδομάδας πριν από την επίσκεψη στο ιατρείο με διπλές μετρήσεις πρωί και βράδυ (παθολογικές τιμές ≥135/85 mmHg).
Ο φόβος της «λευκής μπλούζας»
Ανάλογα με τις τιμές της αρτηριακής πίεσης στο ιατρείο και εκτός ιατρείου καθορίζονται και οι διαφορετικοί φαινότυποι της υπέρτασης. Στην κλασική μορφή της είναι σταθερά αυξημένες οι μετρήσεις στο ιατρείο, καθώς και εκτός ιατρείου.
Υπέρταση «λευκής μπλούζας» εμφανίζεται περίπου στο 15% των περιπτώσεων και χαρακτηρίζεται από αυξημένες πιέσεις ιατρείου και φυσιολογικές πιέσεις εκτός ιατρείου. Είναι μια κατάσταση που δεν είναι τελείως αθώα, αλλά δεν απαιτεί φαρμακευτική αγωγή στις περισσότερες περιπτώσεις. Επίσης, 15% αφορά τη «συγκαλυμμένη υπέρταση» όπου οι μετρήσεις ιατρείου βρίσκονται συνήθως στα ανώτερα φυσιολογικά όρια, ενώ είναι αυξημένες οι μετρήσεις εκτός ιατρείου. Αυτός ο φαινότυπος παρουσιάζει τον ίδιο κίνδυνο με την ήπια υπέρταση και στις περισσότερες περιπτώσεις πρέπει να χορηγείται αντιυπερτασική αγωγή.
Διαφορές των δύο φύλων
Πρέπει να τονιστεί ότι τα προαναφερθέντα όρια της αρτηριακής πίεσης είναι τα ίδια σε όλους τους ενήλικες, ανεξάρτητα από το φύλο και την ηλικία. Στις γυναίκες, ωστόσο, οι ευνοϊκές δράσεις των οιστρογόνων αποτυπώνονται στον μειωμένο επιπολασμό της υπέρτασης έως την ηλικία των 45 ετών. Μεταξύ 45-64 ετών άνδρες και γυναίκες έχουν τον ίδιο επιπολασμό, ενώ μετά τα 65 έτη απαντάται πιο συχνά στις γυναίκες. Τα όρια για τη διάγνωση της υπέρτασης είναι τα ίδια τόσο στους νέους όσο και στους ηλικιωμένους, ωστόσο σε υπερήλικες ασθενείς (≥80 έτη) έναρξη φαρμακευτικής αγωγής γίνεται συνήθως όταν η ΑΠ είναι ≥160 mmHg και αφού συνεκτιμηθούν οι συννοσηρότητες. Τόσο οι αυξημένες τιμές της συστολικής όσο και της διαστολικής αρτηριακής πίεσης είναι περίπου το ίδιο επικίνδυνες για την εμφάνιση καρδιαγγειακών συμβαμάτων, αν και στους ηλικιωμένους ασθενείς η αυξημένη διαστολική πίεση χάνει μεγάλο μέρος της προγνωστικής της αξίας.
Η κατάλληλη αγωγή
Η θεραπεία της υπέρτασης ξεκινάει πάντα με τις υγιεινοδιαιτητικές συστάσεις που περιλαμβάνουν τακτική σωματική άσκηση (τουλάχιστον 30 λεπτά μέτριας έντασης αερόβια άσκηση 5 φορές την εβδομάδα), μείωση της κατανάλωσης άλατος, διατροφή πλούσια σε φρούτα και λαχανικά, έλεγχο του σωματικού βάρους και διακοπή του καπνίσματος. Εφόσον δεν επιτευχθεί ο έλεγχος της αρτηριακής πίεσης με τα υγιεινοδιαιτητικά μέτρα, καθώς και σε ασθενείς υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου, κρίνεται απαραίτητη η έναρξη φαρμακευτικής αγωγής.
Τα αντιυπερτασικά φάρμακα είναι γενικά ασφαλή με ελάχιστες ανεπιθύμητες ενέργειες. Δεν επηρεάζουν τη λίμπιντο, ενώ μόνο λίγα από αυτά μπορεί να σχετίζονται με στυτική δυσλειτουργία. Αντιθέτως, μια αρρύθμιστη πίεση είναι από τους βασικούς παράγοντες ανάπτυξης στυτικής δυσλειτουργίας σε μεσήλικες ασθενείς.
Χαμηλή συμμόρφωση
Πρέπει να γίνει ξεκάθαρο ότι τα φάρμακα της πίεσης δουλεύουν και προστατεύουν τον ασθενή όσο αυτός τα λαμβάνει. Ετσι, λοιπόν, η φαρμακευτική αγωγή χορηγείται επ’ αόριστον και δεν διακόπτεται στις περισσότερες περιπτώσεις, παρά μόνο στην περίπτωση σημαντικών αλλαγών στις υγιεινοδιαιτητικές παραμέτρους (π.χ. μείωση σωματικού βάρους). Ενα από τα σημαντικά προβλήματα στην αντιμετώπιση της υπέρτασης είναι η χαμηλή συμμόρφωση των ασθενών. Ενα έτος μετά την έναρξη της αγωγής περίπου οι μισοί δεν λαμβάνουν τακτικά τα φάρμακά τους, μένοντας έτσι ακάλυπτοι στις αρνητικές επιδράσεις της νόσου. Είναι, λοιπόν, σημαντικό ο ιατρός να τονίζει στον ασθενή την προγνωστική σημασία της ρύθμισης της πίεσης, να χορηγεί απλοποιημένα θεραπευτικά σχήματα και να συζητάει σε κάθε επίσκεψη θέματα που μπορεί να σχετίζονται με χαμηλή συμμόρφωση.
Απαραίτητη παρακολούθηση
Τα άτομα με αρτηριακή υπέρταση θα πρέπει να έχουν μια τακτική ιατρική παρακολούθηση. Μετά την έναρξη της αγωγής γίνεται περιοδικά επανεξέταση του ασθενούς ανά 1-2 μήνες έως και την επίτευξη του στόχου της αρτηριακής πίεσης. Σε πιο νέους ασθενείς (<65 έτη), ο στόχος της συστολικής πίεσης είναι 120-130 mmHg και της διαστολικής 70-80 mmHg, ενώ στους πιο ηλικιωμένους ο στόχος της συστολικής πίεσης είναι 130-140 mmHg. Εφόσον επιτευχθεί ο στόχος ρύθμισης της πίεσης, η επανεξέταση γίνεται σε πιο αραιά διαστήματα (3-6 μήνες). Πολύ σημαντική είναι η τακτική μέτρηση της πίεσης στο σπίτι (τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα) για τη διασφάλιση του διαχρονικού ελέγχου της, ενώ θα πρέπει να γίνεται καταγραφή των μετρήσεων της πίεσης την τελευταία εβδομάδα προ της ιατρικής εξέτασης.
Ο κ. Κωνσταντίνος Τσιούφης, είναι καθηγητής -διευθυντής Α’ Καρδιολογικής Κλινικής ΕΚΠΑ, President ESH (2017-19)