Το σύνδρομο κοιλιακών προσαγωγών ή αλλιώς κήλη των αθλητών, είναι μια πάθηση που αντιμετωπίζουν αρκετοί αθλητές, κυρίως ποδοσφαιριστές και καλαθοσφαιριστές ή γενικότερα αθλούμενοι.
Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν άλγος στην περιοχή της βουβωνικής χώρας και στην ηβική σύμφυση, που μερικές φορές είναι τόσο έντονο που ο επαγγελματίας αθλητής μπορεί να εγκαταλείψει ακόμη και μια λαμπρή καριέρα.
Οι τραυματισμοί της βουβωνικής χώρας αποτελούν το 2-5% όλων των αθλητικών τραυματισμών. Έτσι, για να μην έχουμε καταστροφικές συνέπειες στην καριέρα των αθλητών, η σωστή διάγνωση και θεραπεία έχουν πρωτεύοντα ρόλο, ώστε η πάθηση αυτή να μην γίνει χρόνια.
Παθήσεις που περιλαμβάνονται στο σύνδρομο κοιλιακών προσαγωγών είναι:
- Τενοντοπάθεια των προσαγωγών.
- Τενοντοπάθεια του λαγονοψοίτου.
- Τενοντοπάθεια του ορθού κοιλιακού.
- Κατάγματα εκ κοπώσεως ηβικού οστού.
- Κατάγματα εκ κοπώσεως του αυχένα του μηριαίου.
- Τραυματική ηβική οστείτις.
- Παγίδευση του θυρεοειδούς νεύρου.
Ο αιτιολογικός μηχανισμός αυτής της πάθησης είναι ο οξύς ή χρόνιος τραυματισμός που μπορεί να συμβεί το ίδιο ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες αθλητές, κυρίως ποδοσφαιριστές λόγω συγκεκριμένων κινήσεων (π.χ. σουτ) και στους καλαθοσφαιριστές (π.χ. άλματα).
Έτσι έχουμε διάχυτο άλγος επιδεινούμενο με την άσκηση και ιδιαίτερα κατά την έκταση των ισχίων, στο στρίψιμο και στη στροφή. Ο πόνος αντανακλά στον προσαγωγό ή στους όρχεις, και γίνεται εντονότερος με το βήχα ή το φτέρνισμα ή κατά την διάρκεια της σεξουαλικής επαφής.
Μπορεί να είναι αποτέλεσμα:
- Χαλάρωσης του έξω βουβωνικού στομίου.
- Ρήξης της απονεύρωσης του έξω λοξού.
- Ρήξης του κοινού καταφυτικού τένοντα.
- Ρήξης της απονεύρωσης του εγκάρσιου κοιλιακού.
- Διαχωρισμού βουβωνικού συνδέσμου.
Κλινικά είναι δύσκολο να γίνει διαχωρισμός ανάμεσα στην κήλη των αθλητών και στα άλλα αίτια βουβωνικού άλγους. Για την διαφοροδιάγνωση μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ακτινογραφίες, υπέρηχους, κηλογραφίες, μαγνητική τομογραφία ώστε να αποκλείσουμε τις άλλες αιτίες. Η διάγνωση του βουβωνικού άλγους στους αθλητές είναι δύσκολη για δύο λόγους: 1) η ανατομία της περιοχής είναι πολύπλοκη και 2) συνήθως συνυπάρχουν δύο με τρεις διαφορετικοί τραυματισμοί.
Η συντηρητική θεραπεία με φάρμακα και φυσιοθεραπεία συνήθως αποτυγχάνει αλλά σε περιπτώσεις αβέβαιης διάγνωσης μπορεί να δοκιμαστεί.
Η χειρουργική προσέγγιση αυτού του προβλήματος έχει επιτυχία της τάξεως του 95% δίνοντας άμεση και μόνιμη λύση σε αθλητές υψηλών επιδόσεων.
Υπάρχουν δύο χειρουργικές τεχνικές αποκαταστάσεως αυτού του προβλήματος:
1. Η ανοικτή τεχνική, όπου για την επίλυση του προβλήματος έχουμε διατομή περιτονιών, μυών και συρραφή του πλέγματος για ενίσχυση του οπισθίου τοιχώματος, άρα καθυστέρηση στην αποθεραπεία και στην επιστροφή στην αγωνιστική δράση, καθώς επίσης και καταστροφή του νεύρου που προκαλεί τον πόνο, με άμεση συνέπεια την απουσία αισθητικότητας στην βουβωνική χώρα.
2. Η λαπαροσκοπική εξωπεριτοναϊκή αποκατάσταση με τοποθέτηση πλέγματος (T.E.P), που πραγματοποιείται μέσα από τρεις τομές των πέντε χιλιοστών στο δέρμα, χωρίς διατομή περιτονιών, απονευρώσεων ή μυών και κατά συνέπεια ελάττωση του μετεγχειρητικού πόνου και άμεση επιστροφή στους αγωνιστικούς χώρους (ταχύτατη ανάρρωση). Βασικά, η λαπαροκοπική αποκατάσταση αναδεικνύει την ανατομία του έσω και έξω βουβωνικού στομίου, επιθεωρεί άριστα και σε ποσοστό 100% την πορεία του περιτοναϊκού σάκου και αναδεικνύει πάντα την ύπαρξη λανθάνουσας – αρχόμενης ή και πραγματικής κήλης είτε «ευθείας» είτε «λοξής»! Η επιδιόρθωση γίνεται με «ανάταξη-επανατοποθέτηση» του περιτοναϊκού σάκου στη σωστή του ανατομική θέση, στην επιδιόρθωση του έσω στομίου και την παράλληλη επιδιόρθωση της κήλης αλλά και ενίσχυση του κατώτερου κοιλιακού τοιχώματος-συστήματος των ορθών κοιλιακών μυών με την τοποθέτηση πλέγματος. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι, όταν το πρόβλημα είναι αμφοτερόπλευρο η λαπαροσκοπική αποκατάσταση γίνεται δια των ιδίων οπών και για τις δύο πλευρές.
Το σημαντικότερο όμως , είναι το γεγονός ότι η παραμονή του ασθενούς στο νοσοκομείο περιορίζεται σε λίγες μόνον ώρες, έως το πολύ μία μέρα. Ο χειρουργημένος μπορεί να περπατήσει και να καθίσει την ίδια μέρα, ενώ η επιστροφή στις καθημερινές του δραστηριότητες όπως είναι το μπάνιο, το ανέβασμα μιας σκάλας, η οδήγηση, το σήκωμα βάρους έως πέντε κιλά, ακόμα και οι σεξουαλικές δραστηριότητες, αποκαθίστανται μέσα σε διάστημα 3 έως 5 ημερών. Η λαπαροσκοπική επέμβαση εγγυάται ένα άριστο αισθητικό αποτέλεσμα μια και δεν υπάρχει ουλή, ενώ από ιατρικής πλευράς, επισημαίνεται η μη δημιουργία φλεγμονών αλλά ούτε και μετεγχειρητικών λοιμώξεων.
Η μέθοδος αυτή, πέραν των πλεονεκτημάτων που έχει, δίνει τη δυνατότητα στο 95% των χειρουργημένων αθλητών να επανέρχονται μετά από 4-6 εβδομάδες στις κανονικές αθλητικές τους δραστηριότητες σε αντίθεση με τις περιπτώσεις ανοιχτής επέμβασης, όπου οι ασθενείς χρειάζονται 3-4 μήνες.
Στην καριέρα ενός αθλητή καταλαβαίνουμε πόσο γρήγορα περνά ο χρόνος και για αυτό η επιστροφή στην αγωνιστική δράση πρέπει να είναι άμεση και χωρίς επιπλοκές.
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν πόσο σημαντικά είναι τα πλεονεκτήματα της λαπαροσκοπικής αποκατάστασης στο σύνδρομο των κοιλιακών προσαγωγών για την υγεία και την καριέρα των αθλητών.