Η υπογονιμότητα αποτελεί σημαντικό πρόβλημα της αναπαραγωγικής υγείας με μεγάλη κοινωνική σημασία. Εκτιμάται ότι 72,4 εκατομμύρια ζευγάρια είναι στείρα παγκοσμίως και ότι 40,5 εκατομμύρια από αυτά αναζητούν θεραπεία γονιμότητας.
Ο πλέον κοινώς αποδεκτός ορισμός της υπογονιμότητας περιγράφεται ως «ασθένεια του αναπαραγωγικού συστήματος που καθορίζεται από την αποτυχία επίτευξης μιας εγκυμοσύνης μετά από 12 μήνες και πάνω, με κανονική, μη προστατευόμενη σεξουαλική επαφή».
Η αναπαραγωγική χειρουργική αποτελεί σημαντικό μέρος στη διάγνωση και θεραπεία της γυναίκειας υπογονιμότητας. Έχει σημαντικό ρόλο για την μελλοντική διασφάλιση της γονιμότητας σε γυναίκες που χρήζουν γυναικολογικής επέμβασης, καθιστώντας δυνατή την ικανότητα αυτόματης σύλληψης, είτε αυξάνοντας σημαντικά τα ποσοστά επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Στις περιπτώσεις που ήδη υπάρχει κάποιο παθοφυσιολογικό εύρημα, όπου παρεμποδίζει την φυσιολογική σύλληψη, εφαρμόζονται χειρουργικές παρεμβάσεις όπου επιδιορθώνουν την εκάστοτε παθολογία και αυξάνουν την πιθανότητα μιας ερχόμενης φυσιολογικής κύησης. Αυτές οι περιπτώσεις μπορεί να αγγίξουν το 75%. Οι σημαντικότερες χειρουργικές παρεμβάσεις που χρησιμοποιούνται για την βελτίωση της γυναικείας αναπαραγωγής είναι η λαπαροσκόπηση και η υστεροσκόπηση.
Λαπαροσκόπηση
Κατά την λαπαροσκόπηση, η απαιτούμενη χειρουργική επέμβαση γίνεται διαμέσου πολύ μικρών τομών στην κοιλιά, μεγέθους μόλις 5 χιλιοστών. Η τεχνική αυτή χρησιμοποιείται για να διαγνώσει και να επιδιορθώσει βλάβες που μπορεί να έχουν υποστεί στο αναπαραγωγικό σύστημα, όπως η αφαίρεση ινομυωμάτων, οι κύστες στις ωοθήκες, η ενδομητρίωση αλλά και οι συμφύσεις που αλλοιώνουν την σύνδεση των ωοθηκών και των σαλπίγγων.
Υστεροκόπηση
Πρόκειται για μια πρωτοπόρο μέθοδο εξέτασης του εσωτερικού της μήτρας καθώς εξετάζεται με μεγάλη ακρίβεια και χρησιμοποιείται για να διαγνώσει και να αντιμετωπίσει περιστατικά υπογονιμότητας. Η μέθοδος της υστεροσκόπησης μπορεί να αντιμετωπίσει ινομυώματα και πολύποδες, αλλά και άλλες αιτίες υπογονιμότητας, όπως οι συμφύσεις και η παρουσία διαφράγματος μήτρας, αποτελεί μια διαδικασία χωρίς τομές και με τον επεμβατικό πόνο να είναι μηδαμινός και την αποκατάσταση της φυσιολογικής λειτουργίας να πραγματοποιείται την ίδια κιόλας μέρα.
Συμπερασματικά
Το υπογόνιμο ζευγάρι μετά από 12 μήνες, με κανονική, μη προστατευόμενη σεξουαλική επαφή χωρίς την επίτευξη κύησης, πρέπει να αναζητήσει τη γνώμη του ειδικού γυναικολόγου αναπαραγωγής. Η λύση δίνεται σε ποσοστό που αγγίζει το 75-80%, πιθανά με μια απλή χειρουργική επέμβαση από τον ειδικό γυναικολόγο αναπαραγωγικής χειρουργικής σε συνδυασμό με συμπληρωματικές θεραπείες ή εξετάσεις που θα βοηθήσουν σημαντικά στην καλύτερη λειτουργία των ορμονών της γυναίκας και αντίστοιχα στην βελτίωση και ενίσχυση του σπέρματος των ανδρών.
Η ολοκληρωμένη και εξατομικευμένη φροντίδα αυτών των ζευγαριών από τον ειδικό, παρεμβαίνοντας στις περιπτώσεις που περιεγράφηκαν, θα οδηγήσουν σε εξωσωματική γονιμοποίηση τα ζευγάρια που πραγματικά χρειάζονται θεραπεία, αυξάνοντας σημαντικά και τα ποσοστά επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης.