Είναι αρκετές οι φορές που αποδίδουμε σε ένα παιδί – δικό μας ή των άλλων – τον όρο «κακομαθημένο». Ελάχιστες από αυτές, ωστόσο, η απόδοση της εν λόγω λέξης είναι ορθή. Η ψυχολόγος Penelope Leach εξηγεί το γιατί…
Όλοι ξέρουν ότι τα κακομαθημένα παιδιά είναι πληγή για τον εαυτό τους και για όλους τους άλλους και ο περισσότερος κόσμος θεωρεί ότι επηρεάζουν δυσμενώς την ευθυκρισία των γονιών τους. Πολύ λίγοι όμως μπαίνουν στη διαδικασία να σκεφτούν τι ακριβώς ονομάζουν «κακομαθημένο» παιδί ή τι σφάλμα έχουν κάνει οι γονείς. Κατά συνέπεια, η λέξη «κακομαθημένο» είναι κάτι σαν φάντασμα που κατατρέχει τους γονείς, οι οποίοι τρέμουν στη σκέψη ότι θα την ακούσουν να χρησιμοποιείται είτε για το παιδί τους είτε για την ανατροφή που του δίνουν. Ορισμένοι χαρακτηρίζουν ένα παιδί «κακομαθημένο» εννοώντας απλώς ότι το αγαπούν και ικανοποιούν τις επιθυμίες του. Κάποιοι, δε, στερούν από γενικά ευγνώμονα και όχι ιδιαίτερα ανάγωγα παιδιά τις περιποιήσεις και τα δώρα διότι «δεν θέλουμε να γίνει κακομαθημένο…»
Πρόκειται για ατυχή παρερμηνεία! Ο όρος «κακομαθημένο» δεν συναρτάται με την ευχαρίστηση και τη χαρά αλλά με τον εκφοβισμό και τον εκβιασμό. Δεν κακομαθαίνετε το παιδί σας όταν του υπερπροσφέρετε λεκτική επικοινωνία, παιχνίδι και γέλιο, χαμόγελα και χάδια, ή ακόμη και δώρα, αρκεί να τα δίνετε με τη θέλησή σας. Δεν θα γίνει κακομαθημένο το παιδί σας επειδή του παίρνετε ζαχαρωτά στο σούπερ-μάρκετ ή δεκαπέντε δώρα στα γενέθλιά του. Μπορεί να γίνει κακομαθημένο όμως αν μάθει ότι έχει τη δυνατότητα να σας εκβιάσει να του πάρετε ζαχαρωτά με μία κρίση θυμού δημοσίως ή να πετυχαίνει οτιδήποτε θέλει απαιτώντας το ξανά και ξανά… Το «κακομαθημένο» παιδί που ξέρετε μπορεί να μην παίρνει πολύ περισσότερα από τα άλλα παιδιά – ίσως μάλιστα να παίρνει και λιγότερα – αλλά παίρνει ό,τι παίρνει εκφοβίζοντας τους γονείς του και παρά την αντίθετη γνώμη τους. Το κακομαθημένο παιδί είναι το αποτέλεσμα ανισορροπίας δυνάμεων στην οικογένεια…