Η γρίπη των πτηνών παραμένει μια διαρκής και πάντα επίκαιρη απειλή για τη Δημόσια Υγεία. Πρόσφατες μελέτες καταγράφουν έναν ανησυχητικό αριθμό λοιμώξεων από τον ιό H5N1 σε διάφορα είδη θηλαστικών, καθώς και γενετικές μεταλλάξεις που ενισχύουν την πιθανότητα μετάδοσής του στον άνθρωπο.

Για την πλήρη κατανόηση του πανδημικού δυναμικού του ιού, τους σχετικούς κινδύνους και τις διαθέσιμες στρατηγικές προστασίας, ο Καθηγητής Χρυσόστομος Δόβας, ειδικός στη Μοριακή Μικροβιολογία στο Τμήμα Κτηνιατρικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης δίνει αναλυτικές πληροφορίες σε συνέντευξή του που περιλαμβάνεται στο μηνιαίο ενημερωτικό δελτίο που δημοσιεύει ο Εθνικός Οργανισμός Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΔΥ).

Γίνεται πολλή συζήτηση στη δημόσια υγεία γύρω από το ποια θα μπορούσε να είναι η επόμενη πανδημία, και πολλοί συγκλίνουν στην άποψη ότι πιθανότερη υποψήφια είναι η γρίπη των πτηνών. Συμμερίζεστε αυτήν την εκτίμηση;

Η γρίπη των πτηνών είναι ιογενής νόσος των πτηνών που προκαλείται από ιούς γρίπης τύπου Α. Ορισμένοι υπότυποι όπως ο Η5Ν1, έχουν την ικανότητα να μολύνουν και τον άνθρωπο, εγείροντας ανησυχίες για το ενδεχόμενο μιας πανδημίας. Η επαφή ανάμεσα σε ανθρώπους και ζώα που φέρουν ιούς γρίπης είναι καθοριστικής σημασίας για την εκτίμηση του πανδημικού δυναμικού ενός ιού. Όσο πιο συχνή και εκτεταμένη είναι η επαφή, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα ζωονοσογόνων λοιμώξεων και προσαρμογής του ιού στον άνθρωπο. Ο ιός Η5Ν1 παρουσιάζει υψηλή θνητότητα στον άνθρωπο και κυκλοφορεί ευρέως στα πτηνά, γεγονός που τον κατατάσσει ανάμεσα στους επικρατέστερους υποψήφιους για μελλοντική πανδημία. Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι η πρόσφατη παγκόσμια εξάπλωση του κλάδου 2.3.4.4b του H5N1, ο οποίος έχει μολύνει νέα είδη άγριων θηλαστικών και έχει προκαλέσει επιζωοτίες σε εκτροφές γουνοφόρων ζώων και βοοειδών.

Παρατηρείται, μάλιστα, μετάδοση από θηλαστικό σε θηλαστικό, όπως σε φάρμες μινκ στην Ευρώπη, αγελάδες γαλακτοπαραγωγής στις ΗΠΑ και θαλάσσια θηλαστικά στην Αμερική. Αυτή η εξέλιξη ενισχύει σημαντικά δύο κινδύνους: α) την εμφάνιση προσαρμοστικών μεταλλάξεων ή/και γενετικών ανασυνδυασμών του ιού με άλλους ιούς γρίπης στα θηλαστικά, λόγω του μεγάλου αριθμού μολύνσεων σε πυκνούς και εκτεταμένους πληθυσμούς εκτροφών, και β) την περαιτέρω μετάδοση και στη συνέχεια προσαρμογή του ιού στον άνθρωπο. Ως αποτέλεσμα, αυξάνεται ο κίνδυνος ο ιός βαθμιαία να αποκτήσει ικανότητα αποτελεσματικής και διατηρούμενης μετάδοσης από άνθρωπο σε άνθρωπο. Πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι στελέχη του κλάδου 2.3.4.4b του H5N1 μπορούν να αναπτύξουν περιορισμένη ικανότητα αερογενούς μετάδοσης μεταξύ θηλαστικών.

Ένα τέτοιο σενάριο θα μπορούσε να πυροδοτήσει πανδημία, ειδικά λόγω της έλλειψης ευρείας ανοσίας στον ανθρώπινο πληθυσμό έναντι αυτού του υπότυπου. Επιπλέον, μεταλλάξεις της ιικής πολυμεράσης, που σχετίζονται με αυξημένη αναπαραγωγική ικανότητα σε ανθρώπινα κύτταρα, έχουν ήδη ανιχνευθεί σε δείγματα από ανθρώπους και ζώα. Ταυτόχρονα, πρόσφατα περιστατικά μολύνσεων στον άνθρωπο σε μεγάλο ποσοστό εμφανίζουν ήπια και μη ειδικά συμπτώματα, γεγονός που δυσχεραίνει την διάγνωση και ενισχύει τον κίνδυνο «σιωπηλής» προσαρμογής του ιού στον άνθρωπο.

Η εμφάνιση ενός πανδημικού ιού H5N1 είναι πιθανή και θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι ακόμα και με ένα χαμηλό ποσοστό θνητότητας της τάξης του 1-2%, υπό τις παρούσες συνθήκες στον πλανήτη, θα μπορούσε να προκαλέσει εκατομμύρια θανάτους, με τεράστιες επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία, και πυροδοτώντας κοινωνικές και πολιτικές αναταραχές.

Πως εμφανίζονται επιδημίες γρίπης Η5Ν1 των πτηνών και ποιες είναι οι κυριότερες αιτίες εξάπλωσής τους;

Η αιμοσυγκολλητίνη (ΗΑ) του ιού Η5Ν1 που κυκλοφορεί ευρέως στον πλανήτη, διαφοροποιείται από εκείνη των περισσότερων ιών της γρίπης, λόγω της ύπαρξης μιας πολυβασικής θέσης διάσπασης, η οποία συνδέεται με υψηλή παθογονικότητα στα πτηνά ενώ επίσης αποτελεί σημαντικό παράγοντα λοιμογόνου δύναμης και προσβολής του νευρικού συστήματος στα θηλαστικά. Παρόλα αυτά, τα αποδημητικά υδρόβια πτηνά λειτουργούν ως φυσικές δεξαμενές του ιού και μπορούν να τον μεταφέρουν σε μεγάλες αποστάσεις χωρίς να νοσούν σοβαρά.

Οι ιοί της γρίπης των πτηνών απεκκρίνονται σε μεγάλες ποσότητες μέσω των περιττωμάτων των μολυσμένων πτηνών. Κατά τη μετανάστευση, η ανάμειξη πτηνών από διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές σε υδροβιότοπους αυξάνει τον κίνδυνο διασποράς και ευνοεί τον γενετικό ανασυνδυασμό του ιού με άλλους ιούς γρίπης πτηνών λόγω του κατακερματισμένου γονιδιώματος του.

Ο Η5Ν1 εξελίσσεται διαρκώς μέσω ανασυνδυασμών και μεταλλάξεων, εξαιτίας της τεράστιας δεξαμενής πτηνών-ξενιστών. Ως αποτέλεσμα, από το 1997 μέχρι σήμερα εμφανίζονται διαδοχικά όλο και πιο προσαρμοσμένοι γενότυποι, οι οποίοι αυξάνουν συνεχώς τη γεωγραφική διασπορά του ιού καθώς και το εύρος και τον αριθμό των θηλαστικών που μολύνονται. Επιπλέον, ο Η5Ν1 μπορεί να επιβιώσει για μεγάλο χρονικό διάστημα στο περιβάλλον, ιδίως σε χαμηλές θερμοκρασίες, γεγονός που διευκολύνει τη μετάδοση μέσω μολυσμένων περιττωμάτων, νερού ή αντικειμένων. Τέλος, η ανεπαρκής επιτήρηση και τήρηση μέτρων βιοασφάλειας συμβάλλει σημαντικά στη διασπορά του ιού μεταξύ των εκτροφών.

Ποιοι είναι οι σημαντικοί σταθμοί εξέλιξης του ιού Η5Ν1 και ποια η επίπτωσή του στα τελευταία έτη;

Μέχρι το 1997, ο Η5Ν1 ήταν σποραδικό πρόβλημα της πτηνοτροφίας και δεν είχε αναγνωριστεί ως παθογόνος για τον άνθρωπο. Η αρχική μετάδοση του H5N1 σε ανθρώπους συνέβη στο Χονγκ Κονγκ (1997), προκαλώντας 18 περιστατικά, από τα οποία 6 ήταν θανατηφόρα. Έκτοτε ο ιός διεσπάρη στον πλανήτη και ανασυνδυάστηκε γενετικά, κατ’ επανάληψη στα οικοσυστήματα των υδρόβιων πτηνών διατηρώντας μέχρι τις μέρες μας μόνο το γονίδιο της Η5. Από το 2003, ο Η5Ν1 εξαπλώνεται μέσω μεταναστευτικών πτηνών, με την Η5 να διαφοροποιείται σε πολυάριθμους κλάδους και υποκλάδους λόγω εξελικτικών πιέσεων και τυχαίας γενετικής παρέκκλισης.

Το 2021 προέκυψε ο κλάδος 2.3.4.4b της H5, που πλέον είναι παγκόσμια διαδεδομένος με πρωτοφανή διασπορά και προκαλεί καταστροφικές επιζωοτίες σε άγρια πτηνά, πουλερικά ενώ μεταδίδεται σε πολλά είδη θηλαστικών. Ο πρόσφατος ιός Η5Ν1 είναι επίσης προϊόν γενετικού ανασυνδυασμού και φέρει μια, διαφορετική απ’ ό,τι στο παρελθόν, νευραμινιδάση Ν1 με μακρύ στέλεχος (long-stalk NA), που αυξάνει την δυνατότητα μετάδοσης του ιού μεταξύ των θηλαστικών. Η λειτουργική ισορροπία μεταξύ HA και NA ευνοεί την παραγωγική μόλυνση και μετάδοση του ιού και αυξάνει το πανδημικό δυναμικό του. Τον Μάρτιο του 2024, αναφέρθηκαν τα πρώτα κρούσματα του H5N1 σε γαλακτοπαραγωγικά βοοειδή στο Τέξας, ΗΠΑ. Ο ιός, γονότυπος B3.13, πιθανότατα μεταδόθηκε από πτηνά στα τέλη του 2023 και εξαπλώθηκε γρήγορα λόγω μετακίνησης μολυσμένων βοοειδών.

Τον Φεβρουάριο του 2025, εντοπίσθηκαν επιπλέον μεταδόσεις από πτηνά ενός δεύτερου γονότυπου (D1.1) σε κοπάδια στη Νεβάδα και την Αριζόνα. Μέχρι τις 30 Μαρτίου 2025, ο ιός έχει διασπαρεί σε 994 εκτροφες σε 17 πολιτείες. Η κύρια οδός μετάδοσης είναι το γάλα και ο εξοπλισμός αρμέγματος, όχι η αναπνευστική οδός. Το γάλα από μολυσμένες αγελάδες περιέχει υψηλό ιικό φορτίο. Η επιζωοοτία, οδήγησε σε 41 κρούσματα σε εργαζόμενους γαλακτοπαραγωγικών μονάδων ενώ ορολογικές μελέτες δείχνουν και ασυμπτωματικές λοιμώξεις. Επίσης, ζώα όπως γάτες, ποντίκια και άγρια σαρκοφάγα (π.χ. ρακούν) μολύνθηκαν από απαστερίωτο γάλα, με τις γάτες να εμφανίζουν σοβαρή νευρολογική νόσο και υψηλή θνητότητα. Το RNA του H5N1 ανιχνεύεται σε εμπορικά προϊόντα γάλακτος, αλλά η παστερίωση τον αδρανοποιεί, καθιστώντας τα παστεριωμένα προϊόντα ασφαλή. Παρά τις προσπάθειες, η εξάπλωση του ιού δεν έχει ελεγχθεί.

Γιατί κινδυνεύει να μολυνθεί ο άνθρωπος από τον Η5Ν1;

Για να προκληθεί λοίμωξη από τον ιό H5N1, απαιτείται η εισπνοή υψηλού ιικού φορτίου βαθιά στους πνεύμονες. Αυτό συμβαίνει επειδή η αιμοσυγκολλητίνη του ιού των πτηνών προσδένεται επιλεκτικά στους υποδοχείς σιαλικού οξέος τύπου α-2,3 οι οποίοι είναι κυρίαρχοι στα πτηνά. Στον άνθρωπο, αυτοί οι υποδοχείς εντοπίζονται κυρίως στο κατώτερο αναπνευστικό σύστημα. Αυτή η εξειδίκευση καθιστά τις λοιμώξεις από H5N1 σοβαρές και δυσχεραίνει τη μετάδοσή τους μεταξύ ανθρώπων, καθώς το ανώτερο αναπνευστικό σύστημα του ανθρώπου διαθέτει κυρίως υποδοχείς τύπου α-2,6. Συνεπώς, μεταλλάξεις που ευνοούν τη σύνδεση του ιού με τους υποδοχείς τύπου α-2,6 θεωρούνται κρίσιμες για να αποκτήσει ο H5N1 πανδημική ικανότητα.

Υποδοχείς τύπου α-2,3 υπάρχουν επίσης στον επιπεφυκότα του ανθρώπινου οφθαλμού, και η έκθεση μέσω αυτής της οδού φαίνεται να οδηγεί κυρίως σε επιπεφυκίτιδα, χωρίς να προκαλεί σοβαρά αναπνευστικά συμπτώματα. Στις ΗΠΑ, ο ιός έχει προσβάλει άγρια ζώα, κατοικίδια και εκτροφές πτηνών και βοοειδών και από αυτές μεταδίδεται στους ανθρώπους. Ο ιός δεν μεταδίδεται εύκολα από άνθρωπο σε άνθρωπο και μέχρι στιγμής τα ανθρώπινα κρούσματα είναι μεμονωμένα, συσχετιζόμενα κυρίως με άμεση επαφή με μολυσμένα πουλερικά ή αγελάδες.

Από τον Απρίλιο του 2024 έως σήμερα, έχουν καταγραφεί στις ΗΠΑ 70 κρούσματα σε ανθρώπους, κυρίως επιπεφυκίτιδες, σε εργαζόμενους που εκτέθηκαν σε μολυσμένες εκτροφές. Αυτό υποδηλώνει ότι πολλοί τέτοιοι χώροι εργασίας υψηλού κινδύνου οδήγησαν σε λοιμώξεις. Σε τρία περιστατικά όμως δεν κατέστη δυνατό να προσδιοριστεί η πηγή της έκθεσης. Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρήθηκε σοβαρότερη νόσος, όπως πνευμονία που απαιτούσε νοσηλεία, κυρίως σε άτομα που εκτέθηκαν σε υψηλό ιικό φορτίο από μολυσμένα πουλερικά. Ένας θάνατος καταγράφηκε σε ασθενή με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα.

Υπάρχουν περιοχές που θεωρούνται περισσότερο ευάλωτες στην εξάπλωση της γρίπης των πτηνών και γιατί;

Παραδοσιακά, οι περιοχές με υψηλή πυκνότητα εκτρεφόμενων πουλερικών και σε γειτνίαση με υδατικά οικοσυστήματα και οι περιοχές διέλευσης μεταναστευτικών πτηνών είναι οι πιο ευάλωτες στη γρίπη των πτηνών. Επιπλέον, χώρες με περιορισμένους πόρους και ανεπαρκή μέτρα ελέγχου αντιμετωπίζουν συχνές και επανειλημμένες επιζωοτίες. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, ακόμη και περιοχές που στο παρελθόν δεν είχαν πληγεί σοβαρά καταγράφουν εκτεταμένες επιζωοτίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Βόρεια Αμερική, όπου ο ιός εισήχθη από άγρια πτηνά και πλέον έχει εγκατασταθεί ενδημικά.

Στη Βόρεια Αμερική σημειώνονται μαζικές απώλειες στα πουλερικά από το 2022 μέχρι σήμερα, ενώ στη Λατινική Αμερική παρατηρήθηκε πρωτοφανής εξάπλωση του ιού σε 15 χώρες εντός λίγων μηνών. Οι περισσότερες εστίες στη Νότια και Κεντρική Αμερική εντοπίστηκαν κατά μήκος της αποδημητικής διαδρομής του Ειρηνικού των άγριων πτηνών, γεγονός που υπογραμμίζει τον καθοριστικό ρόλο των μεταναστευτικών διαδρομών στη γεωγραφική εξάπλωση του ιού.

Συμπερασματικά, οι περιοχές υψηλού κινδύνου χαρακτηρίζονται από: (α) μεγάλη συγκέντρωση πουλερικών σε ανοιχτού τύπου εγκαταστάσεις, (β) παρουσία άγριων πληθυσμών πτηνών που διέρχονται από την περιοχή κατά τις μεταναστεύσεις τους, και (γ) ανεπαρκή μέτρα επιτήρησης και ελέγχου. Η διαθεσιμότητα αποτελεσματικών κτηνιατρικών υπηρεσιών η αποτελεσματική επιτήρηση και η τήρηση αυστηρών μέτρων βιοασφάλειας διαφοροποιούν σημαντικά τον βαθμό ευαλωτότητας μιας περιοχής. Οι ανεπτυγμένες χώρες, για παράδειγμα, εφαρμόζουν άμεσα πολιτικές εντατικής επιτήρησης και εκρίζωσης (μέσω θανάτωσης και ζωνών καραντίνας), ενώ σε χώρες με περιορισμένους πόρους, η καθυστερημένη αντίδραση ευνοεί την εγκατάσταση του ιού σε ενδημικό επίπεδο.

Ποιους κινδύνους διατρέχουν οι καταναλωτές που τρώνε πουλερικά ή αυγά; Υπάρχει τρόπος προφύλαξης;

Ο ιός δεν μεταδίδεται μέσω της κατανάλωσης σωστά μαγειρεμένου κρέατος πουλερικών ή αυγών. Η σωστή θερμική επεξεργασία (π.χ. πάνω από 70°C στο εσωτερικό του τροφίμου) αδρανοποιεί πλήρως τον ιό. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καταγεγραμμένο περιστατικό μόλυνσης από γρίπη πτηνών μέσω κατάλληλα μαγειρεμένων τροφίμων. Ο κίνδυνος για τον άνθρωπο αφορά κυρίως την άμεση επαφή με ζωντανά μολυσμένα πουλερικά, τα περιττώματά τους ή το μολυσμένο περιβάλλον τους (π.χ. εκτροφές, σφαγεία, αγορές ζωντανών ζώων). Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, σε περίπτωση επιβεβαιωμένης εστίας γρίπης πτηνών σε μια εκτροφή, η θνητότητα στα πτηνά αγγίζει σχεδόν το 100% μέσα σε λίγες ημέρες ενώ, εφόσον λειτουργεί αποτελεσματικά η επιτήρηση, παράλληλα πραγματοποιείται άμεση θανάτωση ολόκληρης της εκτροφής ως μέτρο ελέγχου. Έτσι, τα μολυσμένα σφάγια δεν εισέρχονται στην αλυσίδα διατροφής, διασφαλίζοντας τη δημόσια υγεία.

Υπάρχουν ενδείξεις ότι η κλιματική αλλαγή επηρεάζει την εξάπλωση της γρίπης των πτηνών;

Υπάρχουν ενδείξεις ότι η κλιματική αλλαγή μπορεί να επιταχύνει την εμφάνιση και εξάπλωση νέων παραλλαγών του H5N1. Οι κλιματικές μεταβολές επηρεάζουν τις μεταναστευτικές διαδρομές και τη συμπεριφορά των άγριων πτηνών. Η άνοδος της θερμοκρασίας και τα ακραία καιρικά φαινόμενα τροποποιούν τα μεταναστευτικά πρότυπα, οδηγώντας σε επαφές μεταξύ ειδών που προηγουμένως δεν συναντιούνταν. Οι ηπιότεροι χειμώνες ενδέχεται να επιτρέψουν σε μολυσμένα πτηνά να επιβιώσουν και να μεταφέρουν τον ιό σε νέες γεωγραφικές περιοχές. Επιπλέον, ξηρασίες ή πλημμύρες αναγκάζουν μεγάλους πληθυσμούς άγριων υδρόβιων πτηνών να συγκεντρώνονται σε περιορισμένους υγρότοπους, αυξάνοντας τη μετάδοση του ιού μέσω της κοπροστοματικής οδού.

Πώς μπορεί ένας κτηνοτρόφος ή πτηνοτρόφος να προστατεύσει το κοπάδι του από τη μόλυνση με τον ιό της γρίπης των πτηνών;

Η εφαρμογή αυστηρών μέτρων βιοασφάλειας στις εκτροφές είναι καθοριστική για την πρόληψη εισόδου και εξάπλωσης του ιού. Ο στόχος είναι η αποφυγή επαφής μεταξύ άγριων πτηνών και εκτρεφόμενων πουλερικών ή άλλων ζώων (βοοειδών, χοίρων, γουνοφόρων), ιδιαίτερα σε περιοχές κοντά σε υδατικά οικοσυστήματα που φιλοξενούν μεταναστευτικά πτηνά. Επίσης, είναι κρίσιμη η έγκαιρη αναγνώριση των κρουσμάτων και η άμεση αναφορά τους στις αρμόδιες κτηνιατρικές αρχές. Η γρήγορη δήλωση περιστατικών οδηγεί σε ταχύτερη εφαρμογή μέτρων όπως ζώνες προστασίας και επιτήρησης, και περιορισμούς μετακινήσεων, περιορίζοντας έτσι τη διασπορά.

Ποιος είναι ο ρόλος των εμβολίων στην πρόληψη της γρίπης των πτηνών στα εκτρεφόμενα πουλερικά; Είναι αποτελεσματικά;

Ο ρόλος των εμβολίων στα πουλερικά είναι να τα προστατεύουν από τη νόσο σε περιοχές υψηλού ρίσκου ή σε οριοθετημένες ζώνες προστασίας και επιτήρησης γύρω από τις επιβεβαιωμένες εστίες και να περιορίζουν τη διασπορά του ιού στο περιβάλλον. Τονίζεται ότι εφαρμόζονται μόνο συμπληρωματικά προς τα μέτρα επιτήρησης και πρόληψης. Ειδικά σε εκτροφές ελευθέρας βοσκής ή σε χώρες με ενδημική παρουσία του ιού, ο εμβολιασμός μπορεί να μειώσει την κυκλοφορία του ιού. Ωστόσο, απαιτείται η επιλογή κατάλληλου εμβολιακού στελέχους και συνεχής επιτήρηση ώστε να εντοπίζονται υποκλινικές λοιμώξεις ή νέες μεταλλάξεις. Χώρες με ιστορικά ενδημική παρουσία του ιού, όπως η Κίνα, η Αίγυπτος, το Βιετνάμ και το Μεξικό, έχουν εφαρμόσει εκτεταμένους εμβολιασμούς, μειώνοντας την επίπτωση της νόσου.

Παρόλα αυτά, ο εμβολιασμός δεν αποτελεί πανάκεια, καθώς η αντιγονική παρέκκλιση του ιού μειώνει διαρκώς την αποτελεσματικότητα των εμβολίων. Συνεπώς απαιτείται αποτελεσματική επιτήρηση στις εκτροφές για τον εντοπισμό μεταλλαγμένων στελεχών διαφυγής της ανοσίας και τακτική επικαιροποίηση των εμβολίων. Τέλος, ο εκτεταμένος εμβολιασμός, εφόσον δεν είναι πλήρως αποτελεσματικός, μπορεί να ευνοήσει τη σιωπηλή διασπορά του ιού και να ασκήσει εξελικτική πίεση για την ανάδυση νέων στελεχών που δεν καλύπτονται από τα υπάρχοντα εμβόλια. Επίσης σημαντικές είναι και οι επιπτώσεις στο διεθνές εμπόριο πουλερικών όπου οι χώρες αντιμετωπίζουν περιορισμούς, καθώς ένα εμβολιασμένο, χωρίς συμπτώματα αλλά πιθανά φορέας, ζώο είναι πιθανό να διασπείρει τον ιό. Στην ΕΕ, ένα εμβόλιο έχει εγκριθεί για χρήση σε κοτόπουλα αλλά δεν είναι πλήρως αποτελεσματικό στο να σταματήσει τη μετάδοση.

Υπάρχουν φάρμακα ή θεραπείες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε περίπτωση μετάδοσης στον άνθρωπο, ή θα βρισκόμασταν αντιμέτωποι με την ανάγκη για ταχεία ανάπτυξη νέων εμβολίων και αντιιικών φαρμάκων;

Το CDC των ΗΠΑ αξιολόγησε πρόσφατα την ευαισθησία στελεχών του ιού H5N1 των κλάδων 2.3.2.1c και 2.3.4.4b (2023–2024) στα διαθέσιμα αντιιικά φάρμακα και βρήκε ότι όλα ήταν ευαίσθητα στους αναστολείς της ενδονουκλεάσης PA, της πολυμεράσης και της νευραμινιδάσης. Ωστόσο, ήδη από την περίοδο 2022–2023, είχαν εντοπιστεί σποραδικά μεταλλάξεις ανθεκτικότητας σε ορισμένους αναστολείς. Υπογραμμίζεται η ανάγκη ανάπτυξης νέων αντιικών ως εναλλακτικών επιλογών σε περίπτωση εμφάνισης ενός πανδημικού στελέχους, που λόγω εκτεταμένης διασποράς και εξελικτικής πίεσης ενδέχεται να αναπτύξει αντοχή στα υπάρχοντα φάρμακα.

Παράλληλα, συνεχίζεται η γονιδιωματική επιτήρηση των στελεχών για την έγκαιρη ανίχνευση σχετικών μεταλλάξεων. Η παγκόσμια κοινότητα προετοιμάζεται για την ταχεία ανάπτυξη εμβολίων σε περίπτωση πανδημίας. Υπάρχουν ήδη εγκεκριμένα εμβόλια κατά του H5N1 για ανθρώπινη χρήση, γνωστά ως προ-πανδημικά εμβόλια. Τρία εμβόλια έχουν εγκριθεί για χρήση στην ΕΕ κατά τη διάρκεια εξάρσεων της γρίπης των πτηνών, με στόχο την προστασία εργαζόμενων σε πτηνοτροφεία, κτηνιάτρων και άλλων ατόμων με αυξημένο κίνδυνο έκθεσης. Στη Φινλανδία, ο προληπτικός εμβολιασμός για τον H5N1 παρέχεται ήδη σε ομάδες υψηλού κινδύνου. Ωστόσο, τα υπάρχοντα εμβόλια ενδέχεται να απαιτούν επικαιροποίηση ώστε να ταιριάζουν καλύτερα με τα στελέχη που κυκλοφορούν σήμερα. Ο ΠΟΥ συντονίζει μια βιβλιοθήκη υποψήφιων εμβολιακών στελεχών (candidate vaccine viruses – CVVs) για την ανάπτυξη εμβολίων που θα προσφέρουν επαρκή προστασία έναντι των τρεχουσών παραλλαγών. Στην ΕΕ υπάρχουν τέσσερα εγκεκριμένα εμβόλια για πανδημική ετοιμότητα που μπορούν να επικαιροποιηθούν γρήγορα για προστασία του πληθυσμού σε περίπτωση εμφάνισης ενός πανδημικού στελέχους.

Προς το παρόν, δεν υπάρχουν διαθέσιμα εμπορικά εμβόλια για τον γενικό πληθυσμό έναντι της γρίπης των πτηνών και σε περίπτωση πανδημίας θα απαιτηθεί η ανάπτυξη νέου εμβολίου ειδικά προσαρμοσμένου στο κυρίαρχο πανδημικό στέλεχος. Δεδομένου ότι η διαδικασία αυτή μπορεί να είναι χρονοβόρα, η προετοιμασία, η ετοιμότητα και η συνεχής επιτήρηση παραμένουν κρίσιμες για την αποτελεσματική αντιμετώπιση μιας πιθανής πανδημίας. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ο εποχικός εμβολιασμός κατά της ανθρώπινης γρίπης του προσωπικού υψηλού κινδύνου θα μειώσει τις πιθανότητες ταυτόχρονης μόλυνσης από εποχικούς ιούς και τον H5N1, περιορίζοντας τον κίνδυνο γενετικού ανασυνδυασμού του ιού και εμφάνισης ενός πανδημικού στελέχους.

Υπάρχουν αποτελεσματικοί μηχανισμοί συνεργασίας μεταξύ Κτηνιατρικής και Δημόσιας Υγείας για την αντιμετώπιση ζωοανθρωπονόσων όπως η γρίπη των πτηνών; Τι θα μπορούσε να βελτιωθεί σε αυτό το πλαίσιο;

Η γρίπη των πτηνών αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ζωοανθρωπονόσου, η πρόληψη και αντιμετώπιση της οποίας απαιτεί στενή συνεργασία μεταξύ του κτηνιατρικού τομέα και του τομέα δημόσιας υγείας στο πλαίσιο της προσέγγισης «Ενιαία Υγεία». Η νόσος δεν γνωρίζει σύνορα μεταξύ ειδών και χωρών, καθιστώντας απαραίτητη τη διεθνή και διεπιστημονική συνεργασία για την αντιμετώπισή της. Πρωταρχικοί στόχοι είναι η έγκαιρη ανίχνευση (εντοπισμός του ιού σε ζώα πριν μεταδοθεί στον άνθρωπο), η ταχεία ανταπόκριση (εφαρμογή μέτρων περιορισμού τόσο στις εκτροφές όσο και σε ενδεχόμενα ανθρώπινα περιστατικά) και η ανάπτυξη αποτελεσματικών παρεμβάσεων (εμβόλια, φάρμακα, κατευθυντήριες οδηγίες). Υπογραμμίζεται ιδιαίτερα η ανάγκη συντονισμένης δράσης μεταξύ κτηνιατρικών αρχών, υπεύθυνων για την παρακολούθηση και τον έλεγχο της νόσου στα ζώα, και των υγειονομικών αρχών, που είναι υπεύθυνες για την επιτήρηση και προστασία του ανθρώπου.

Οι δύο τομείς οφείλουν να ανταλλάσσουν άμεσα πληροφορίες και να σχεδιάζουν από κοινού τις παρεμβάσεις. Όταν εμφανίζεται μια επιδημική εστία γρίπης των πτηνών σε εκτροφές ή άγρια πτηνά, οι κτηνιατρικές αρχές πρέπει να ενημερώνουν αμέσως τις αρχές δημόσιας υγείας ώστε να αξιολογηθεί ο κίνδυνος για τους ανθρώπους (π.χ. εργαζόμενους στην εκτροφή ή κατοίκους της περιοχής) και να εφαρμοστούν προληπτικά μέτρα, όπως η ιχνηλάτηση επαφών, η προφυλακτική χορήγηση αντιικών φαρμάκων σε εκτεθειμένα άτομα και η έγκαιρη ενημέρωση του κοινού. Αντίστροφα, όταν επιβεβαιώνεται ανθρώπινο κρούσμα, οι υγειονομικές αρχές οφείλουν να συνεργάζονται με τις κτηνιατρικές αρχές για την αναζήτηση της προέλευσης ή της δεξαμενής του ιού. Η συνεργασία επεκτείνεται επίσης στην εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση.

Οι αρμόδιες υπηρεσίες πρέπει να εκπαιδεύουν από κοινού όσους εργάζονται ή εμπλέκονται στην πτηνοτροφία και τη διαχείριση άγριας πανίδας, ιδιαίτερα σε περιοχές που γειτνιάζουν με υδατικά οικοσυστήματα και πληθυσμούς υδρόβιων πτηνών. Οι εργαζόμενοι πρέπει να ενημερώνονται για τα πρωτόκολλα βιοασφάλειας και την ατομική προστασία, να εκπαιδεύονται στην αναγνώριση επιδημικών εστιών, στη διαχείριση νεκρών πτηνών και στη λήψη κατάλληλων μέτρων προστασίας. Στο πλαίσιο της Ενιαίας Υγείας είναι σημαντική επίσης η από κοινού ενημέρωση του τοπικού πληθυσμού για την προστασία του, όταν εντοπίζονται περιστατικά H5N1 σε άγρια πτηνά στην περιοχή. Τέλος, απαιτείται η κοινή χρήση δεδομένων, εργαστηριακών ευρημάτων, μεθόδων ανίχνευσης και ιικών γονιδιωμάτων που απομονώνονται με στόχο τη συνεχή αξιολόγηση του κινδύνου και την προετοιμασία έναντι μιας πιθανής πανδημίας.

Διαβάστε επίσης

Φλώρινα: Κρούσματα της γρίπης των πτηνών στις λίμνες Πρεσπών και Χειμαδίτιδας

Ποια μεταδοτική ασθένεια αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή το 2025

Γρίπη πτηνών: Έρχεται νέα πανδημία; Η κατάσταση στην Ελλάδα